Η απαισιοδοξία που εκφράζουν προσωπικότητες μεγάλης ακτινοβολίας από τον επιχειρηματικό και τον πολιτικό χώρο για το μέλλον της Ευρώπης τα επόμενα χρόνια, έγινε έκδηλη το τελευταίο διάστημα.
Τόσο ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος όσο, ακόμη περισσότερο, ο Ευάγγελος Μυτιληναίoς που είναι και πρόεδρος της ευρωπαϊκή ένωσης Εurometaux εξέφρασαν έντονο προβληματισμό, εστιάζοντας, όχι όμως αποκλειστικά, στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και την αδυναμία λήψης γρήγορων και αποτελεσματικών αποφάσεων.
Είχε προηγηθεί κατά λίγες ημέρες άρθρο του Ευάγγελου Βενιζέλου, μιας εμβληματικά φιλοευρωπαϊκής φυσιογνωμίας, στα ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου, στο οποίο σχολίαζε, με τον γνωστό τρόπο του, όσα συνέβησαν και συμβαίνουν και στη χώρα μας, θέτοντάς τα όμως «μέσα στο πλαίσιο μιας απαισιόδοξης πρόγνωσης για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, ακριβέστερα για την ποιότητα των ανακλαστικών της Ευρώπης, που δείχνει σε πολλά θέματα να υπνοβατεί προς αδιέξοδα»!
Οι Αγγλοσάξονες χρησιμοποιούν την έκφραση «η ουρά κουνάει τον σκύλο», για να καταδείξουν καταστάσεις στις οποίες ο ισχυρός καθοδηγείται από τον λιγότερο ισχυρό ή δίδεται παράλογη έμφαση στο λιγότερο σημαντικό έναντι του προφανώς σημαντικότερου.
Δυστυχώς, στη σημερινή Ευρώπη, φαίνεται να ισχύουν και τα δύο.
Στο επιφανειακά χαμηλότερο επίπεδο των ρυθμίσεων και κανονισμών, που έχει όμως μεγάλη σημασία, η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία δίνει συστηματικά έμφαση σε «πρωτιές» που αφορούν τη ρύθμιση αγορών, στις οποίες όμως εντέλει πρωταγωνιστούν επιχειρηματικά άλλα μπλοκ, όπως η τεχνητή νοημοσύνη. Ρυθμίζει μεν αλλά δεν «παράγει».
Στην πράσινη ενέργεια έσπευσε να πάρει τις σκληρότερες ρυθμίσεις για να γίνει η πρώτη πράσινη ήπειρος, χωρίς να λάβει υπόψη της ότι στην πορεία θα έκοβε τα πόδια της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, καταλήγοντας να εισάγει τα ίδια είδη από άλλες περιοχές, λιγότερο «καθαρές» ενεργειακά.
Στο ευρύτερο πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού, σύμφωνα με τον Δημήτρη Παπαλεξόπουλο, η ΕΕ παρακολουθεί σήμερα τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Κίνα να λαμβάνουν μέτρα ενίσχυσης της παραγωγής τους, ενόσω η ίδια παραμένει «αφελώς» προσηλωμένη σε αρχές του ελεύθερου εμπορίου, που έχουν όμως ξεπεραστεί στην πράξη. Η γραφειοκρατική πιστότητα υπερισχύει της άμεσης ανάγκης.
Η έλλειψη λογοδοσίας και (πραγματικής) ηγεσίας
Χαρακτηριστικό ίσως του τι συμβαίνει, είναι και το πρόβλημα που έθεσε ο Ευάγγελος Μυτιληναίoς, σημειώνοντας ότι οι (σ.σ. μη εκλεγμένες) ηγεσίες της Κομισιόν, που γεμίζουν εκατοντάδες τόμους με διατάξεις, κανονισμούς και οδηγίες, λαμβάνοντας σημαντικότατες αποφάσεις, στην πράξη δεν λογοδοτούν σε κανέναν για τα τυχόν λάθη και παραλείψεις.
Κι εδώ αποκαλύπτεται ίσως το μεγαλύτερο ζήτημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κενό ηγεσίας. Από καταβολής, η ΕΕ σχεδιάστηκε να λειτουργεί με πυρήνα τον γαλλογερμανικό άξονα, ως «άγκυρα» πολιτικών, με τη Γερμανία να έχει συνήθως τον πρώτο λόγο μεταξύ ίσων, όπως ήταν εμφανές την περίοδο της καγκελαρίου Μέρκελ.
Σήμερα η Γερμανία βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική θέση, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά. Κυβερνάται από τον χλιαρό πρωθυπουργό μιας ασταθούς κυβέρνησης συνασπισμού, με ετερόκλητα κόμματα που δύσκολα συνεννοούνται μεταξύ τους. Έχει έρθει αντιμέτωπη με τη βίαιη διακοπή της φτηνής ρωσικής ενέργειας και πασχίζει να ανατάξει την οικονομία της, ενώ υπάρχει σημαντική στροφή προς ακραίους πολιτικούς σχηματισμούς.
Κι όλα αυτά τα ζει υπό το βάρος της αμφιβόλου ποιότητος κατηγορίας, ότι η περίφημη Ostpolitik που ακολούθησε επί δεκαετίες, φέρει ευθύνες για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όπως πρόσφατα το περιέγραψε εμπειρότατος πολιτικός παράγοντας, «η γερμανική πολιτική ηγεσία είναι σήμερα… απονευρωμένη».
Οι σχέσεις της Γερμανίας με τη Γαλλία του Μακρόν είναι πλέον ψυχρές, ενώ ο τελευταίος, που κάνει κάποιες προσπάθειες να δώσει άλλο τόνο στην ευρωπαϊκή πολιτική, πέρα από τα εσωτερικά προβλήματα, δεν έχει κανένα περιθώριο επανεκλογής την άνοιξη του 2027. Το γαλλικό Σύνταγμα δεν επιτρέπει τρίτη συνεχή θητεία στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Γεγονός που σε συνδυασμό με τις σφοδρές επιθέσεις που δέχεται από τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ, όποτε τολμήσει να εκφράσει κάπως «αιρετικές» θέσεις στα γεωπολιτικά, μειώνει δραστικά την παρεμβατικότητά του.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι «μοχλοί» τους
Αυτό το κενό «κεντρικής πολιτικής βούλησης» εμφανίζεται σε μια σειρά από ζωτικής σημασίας θέματα, είτε πρόκειται για την αντίδραση της Ευρώπης στα μονομερή μέτρα ενίσχυσης της βιομηχανίας των ΗΠΑ, όπως ο νόμος Inflation Reduction Act, είτε και για την πολιτική της Ευρώπης απέναντι στην Ουκρανία.
Λίγοι θα το ομολογήσουν ανοιχτά, αλλά το κενό εξουσίας καλύπτεται εν μέρει από τα συμφέροντα των ΗΠΑ, με μοχλό την τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία, αλλά και χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, όπως οι Βαλτικές, που παραδοσιακά μαζί με την Πολωνία βρίσκονται περισσότερο στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ παρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδίως στα ζωτικά για εκείνες θέματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής.
Από εκείνες πηγάζει η προσήλωση σε μια καθαρή νίκη της Ουκρανίας με κάθε μέσο, από εκείνες ξεκίνησε η συζήτηση για εμπλοκή δυτικών στρατιωτών στο έδαφος της, εκείνες πρωτοστατούν της ευρωπαϊκής ανάμιξης στην κρίση που έχει ξεσπάσει στη Γεωργία. Η ουρά, βοηθούσης και της αμυντικής εξάρτησης της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, κουνάει ένα σκύλο, που είχε πάντα πρόβλημα κοινής εξωτερικής πολιτικής.
Τα πράγματα δεν αναμένεται να γίνουν καλύτερα μετά τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου, καθώς οι δημοσκοπήσεις δίνουν σαφώς ενισχυμένα ποσοστά στα ακροδεξιά, λιγότερο ή περισσότερο ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, ενώ αναμένονται τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης που πρόκειται να σχηματιστεί στην Ολλανδία, με βασικό πυλώνα το κόμμα του ακροδεξιού Γκερτ Βίλντερς. Η χάραξη κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών ενδέχεται να γίνει ακόμη πιο δύσκολη.
Την εκτίμηση ότι «τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα πριν γίνουν καλύτερα» συμμερίζονται και πολλοί άλλοι διεθνώς, πέρα από τον Πρόεδρο του ΣΕΒ που την εξέφρασε προ ημερών. Η αίσθηση είναι ότι η ενωμένη Ευρώπη οδεύει σε μια βραδυφλεγή κρίση που, σε σχέση με την περίοδο της κρίσης χρεών, μπορεί να αποβεί μακροχρόνια πολύ πιο επικίνδυνη. Τόσο σε οικονομικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Οι ελπίδες για τον Ντράγκι και η επερχόμενη δοκιμασία
Η σύγκριση με την κρίση χρέους δεν είναι τυχαία. Σηματοδοτείται έμμεσα και από την επιθυμία του ελληνικού (και όχι μόνον) επιχειρηματικού κόσμου να αναλάβει υψηλή ευρωπαϊκή θέση ο Μάριο Ντράγκι, που έκανε «ό,τι χρειαζόταν» για να σωθεί το ευρώ. Ενδεικτικό επ' αυτού και το πρόσφατο ρεπορτάζ του politico.eu για την υποστήριξη της Γαλλίας στο πρόσωπό του.
Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας που πάει χέρι χέρι με το δομικό πλέον πρόβλημα του ενεργειακού κόστους, συνοδεύεται από τον κίνδυνο οικονομικής «σύνθλιψης» μεταξύ της διαρκώς εντεινόμενης σύγκρουσης συμφερόντων ΗΠΑ και Κίνας. Εσχάτως προέκυψε και η ανάγκη ταχείας και σημαντικής ενίσχυσης των αμυντικών δαπανών, καθώς οι ΗΠΑ τείνουν να περιορίσουν την εμπλοκή τους, κοιτώντας προς την απειλή των συμφερόντων τους στην Ασία.
Ενδεικτικό προθέσεων που δεν θα αλλάξουν ιδιαίτερα από την εκλογή προέδρου, πρόσφατο άρθρο στους Financial Τimes, του πρωτεργάτη της «Εθνικής Αμυντικής Στρατηγικής» των ΗΠΑ, το 2018, επί προεδρίας Τραμπ. Στο οποίο αναφέρεται στεγνά και καθαρά ότι η στροφή των ΗΠΑ προς την Ασία οφείλεται σε δομικές πραγματικότητες και ότι «η λογική της στρατηγικής του Ψυχρού Πολέμου, να αποτραπεί οποιαδήποτε δυνητικά εχθρική δύναμη από το να κυριαρχήσει στην πιο σημαντική βιομηχανική περιοχή του κόσμου, οδηγούσε την Αμερική στην Ευρώπη. Σήμερα υποδηλώνει ότι η Αμερική πρέπει να επικεντρωθεί στην Ασία. Άλλωστε εκεί βρίσκεται και ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής των ΗΠΑ, η Κίνα».
Σε όλες αυτές τις τεκτονικές εξελίξεις, η Ευρώπη πιάστηκε απροετοίμαστη, γεγονός που ενισχύει το θεμελιώδες μειονέκτημά της: Η διαδικασία λήψης αποφάσεων στους κόλπους της είναι εκ φύσεως (λόγω της συμμετοχής πολλών διαφορετικών χωρών με κυριαρχικά δικαιώματα και συμφέροντα) πολύ πιο αργή, σε σχέση με τους ανταγωνιστές της.
Ακόμη όμως κι αν εκπονηθούν και εγκριθούν με την απαιτούμενη ταχύτητα τα σχετικά σχέδια, τα κεφάλαια που θα απαιτηθούν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι τεράστια. Προσώρας, ουδείς έχει δώσει απάντηση στο ερώτημα πού θα βρεθούν και από ποιους αναπόφευκτους συμψηφισμούς θα προέλθουν.
Ισως είναι παρήγορο ότι οι ιστορικοί ιδρυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνώριζαν πως δημιουργούν ένα ατελές οικοδόμημα, θεωρώντας πως οι ατέλειές του θα διορθωθούν μέσα από «υπαρξιακές» κρίσεις. Η κρίση χρέους με τις ιδιομορφίες της φαίνεται να λειτούργησε εν μέρει προς αυτή την κατεύθυνση. Το πιο σημαντικό τεστ, όμως, μάλλον είναι μπροστά μας.
Αν συνεχίσει να κουνάει η ουρά τον σκύλο, χωρίς ηγέτες του διαμετρήματος που απαιτούν οι περιστάσεις, ιδίως στις μεγάλες και ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες, τα αποτελέσματα ίσως να αποδειχθούν πολύ δυσάρεστα.