Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Δεκ 18 2023

Η Ελλάδα και το μετέωρο βήμα της Δύσης προς το άγνωστο

Ζούμε μια εξαιρετικά ασυνήθιστη περίοδο. Η Ελλάδα κινείται σε θετική οικονομική τροχιά, απολαμβάνει πολιτική σταθερότητα, ενώ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, στις σχέσεις με τη γειτονική Τουρκία, διερχόμαστε ξανά μια περίοδο ευχάριστης, προσωρινής έστω, ύφεσης.

Αντιθέτως, τα μηνύματα από το εξωτερικό είναι κάθε άλλο παρά ευχάριστα, με την προοπτική να εξελιχθούν ακόμη χειρότερα. Η ρίζα των δεινών βρίσκεται στη γεωπολιτική, στην ανοικτή αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Δύσης. Οι συνέπειες, όμως, επηρεάζουν άμεσα και έμμεσα την πολιτική, την οικονομία και τις κοινωνίες της.

Πίσω από τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις, με τις συρράξεις στην Ουκρανία και στο Ισραήλ να αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, κρύβεται ένα δυσάρεστο γεγονός. Για λόγους που σχετίζονται άμεσα και με τη δημοκρατική της ταυτότητα, η Δύση δείχνει να χάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων, απέναντι σε μεγάλες και μικρότερες αναθεωρητικές δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν. Όχι μόνο στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, αλλά στην Ασία, την Αφρική, ενδεχομένως και τη Λατινική Αμερική, σε περιοχές όπου οι επιμέρους εξελίξεις δεν συγκεντρώνουν -ακόμη- τα φώτα της δημοσιότητας.

Αντί να δρα, αντιδρά, συχνά με λανθασμένο τρόπο, με αποτέλεσμα να πλησιάζει σε επικίνδυνα αδιέξοδα. Η περίπτωση της Ουκρανίας είναι χαρακτηριστική. Παραφράζοντας τον Carl von Clausewitz, «ουδείς με σώας τας φρένας μπαίνει σε έναν πόλεμο χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει τι σκοπεύει να επιτύχει και πώς θα το επιτύχει». Κι όμως, έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια, οι ρεπουμπλικάνοι στις ΗΠΑ ρωτούν πιεστικά, αλλά η προεδρία Μπάιντεν, η ηγεσία της Δύσης δηλαδή, δεν έχει δώσει μια πειστική ρεαλιστική απάντηση, αρκούμενη σε συναισθηματικά συνθήματα.

Και τούτο, παρότι έχει πλέον καταστεί σαφές όχι μόνο ότι η Ουκρανία αδυνατεί να επιτύχει πλήρη ανάκτηση των εδαφών της, αλλά και ότι η Δύση δεν την εξοπλίζει (διότι δεν θέλει, αλλά ως ένα βαθμό και δεν μπορεί), με τρόπο που θα της επέτρεπε έστω και θεωρητικά κάτι τέτοιο. Το «θεωρητικά» θα πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως, διότι αφής στιγμής η Ρωσία θεωρεί πως στην Ουκρανία θίγονται υπαρξιακής βαρύτητας συμφέροντά της -και διαθέτει χιλιάδες πυρηνικά όπλα-, το «πρακτικά» ενέχει κινδύνους που ουδείς Αμερικανός πρόεδρος θα ήθελε να αναλάβει.

Το αποτέλεσμα είναι, όπως έχουμε έγκαιρα προαναφέρει, ότι το φάσμα της ήττας αναδύεται πλέον σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, από έναν συνδυασμό πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών, ακόμη και δημογραφικών παραγόντων, μέσα και έξω από την Ουκρανία.

Από τη σύρραξη στο Ισραήλ ως την εκλογή προέδρου στις ΗΠΑ

Αντίστοιχη, δυστυχώς, είναι η κατάσταση με το Ισραήλ, όπου ο πόλεμος χάνεται έξω από τα πεδία των μαχών, στις οθόνες και στα κινητά του υπόλοιπου κόσμου. Το Ισραήλ έχει ήδη απομονωθεί διεθνώς, όπως έδειξε και το τελευταίο ψήφισμα στην ολομέλεια του ΟΗΕ, ενώ καταρρακώθηκε και το όποιο ηθικό πλεονέκτημα προσπαθούσε να κατοχυρώσει η Δύση, στην περίπτωση της Ουκρανίας. Ακόμη πιο επικίνδυνο στοιχείο αποτελεί η εδραία πλέον πεποίθηση αναλυτών αλλά και πολιτικών ότι το Ισραήλ ξεκίνησε την εισβολή στη Γάζα, χωρίς να έχει πραγματικό αντικειμενικό σκοπό, ούτε και σχέδιο για την επόμενη ημέρα.

Το τρίτο και ίσως πιο σημαντικό στοιχείο, καθαρά εσωτερικού χαρακτήρα, είναι ότι η Δύση χάνει ολοένα και περισσότερο την «ήπια ισχύ», που αποτελούσε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα την πιο σημαντική ελκτική δύναμη για τον υπόλοιπο κόσμο: Την αίσθηση ότι αποτελεί πρότυπο εξέλιξης, ένα είδος κοινωνικοοικονομικής «ουτοπίας» με οικονομική ανάπτυξη, σοβαρές ηγεσίες, πολιτισμένη αντιπαράθεση, σταθερές πολιτικές, κοινωνική ηρεμία και πραγματικό κοινωνικό κράτος. Εξακολουθεί να διαθέτει κάποια από αυτά τα στοιχεία, έλκοντας πρόσφυγες και μετανάστες, η ιδεατή εικόνα όμως ξεθωριάζει ολοένα και περισσότερο.

Όσοι δυσπιστούν για την ακρίβεια αυτής της διαπίστωσης, ας διαβάσουν πρόσφατο διεισδυτικό άρθρο του Kishore Mahbubani στους Financial Times, για τη Δύση και όλους τους... υπόλοιπους (που αποτελούν βεβαίως την πλειονότητα του κόσμου), στο οποίο περιγράφει την κατάπτωση της πνευματικής και οικονομικής σφριγηλότητας της Δύσης, στα μάτια του πάλαι ποτέ Τρίτου Κόσμου.

Στο πλαίσιο αυτό, το 2024 ίσως αναδειχθεί σε πλέον κρίσιμο έτος των τελευταίων δεκαετιών, κατά την πορεία για την εκλογή νέου προέδρου στις ΗΠΑ. Όχι μόνο διότι είναι πιθανό να εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ, ανατρέποντας ενδεχομένως την εξωτερική πολιτική της Αμερικής παγκοσμίως, αλλά και για τις εσωτερικές συνέπειες που μπορεί να προκαλέσει η νομική παρεμπόδισή του στη διεκδίκηση της προεδρίας ή μια νέα οριακή ήττα.

Για την ηπειρωτική Ευρώπη, το εξωτερικό περιβάλλον μάλλον δεν θα μπορούσε να είναι πιο δύσκολο. Όπως εύστοχα παρατήρησε πρόσφατα ο Ευάγγελος Mυτιληναίος, έχασε ήδη τη φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία, κινδυνεύει τώρα να χάσει και την τζάμπα ασφάλεια που προσέφεραν επί δεκαετίες οι Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οικονομικά συνθλίβεται ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ. Δεν διαθέτει ενιαία εξωτερική πολιτική, ούτε ενιαία άμυνα, αλλά ούτε και τους πόρους για να αντικαταστήσει την ασφάλεια της αμερικανικής ομπρέλας, πριν περάσουν κάποιες... δεκαετίες!

Συνδυάζοντας τα παραπάνω στοιχεία, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος ότι οι ηγεσίες των ισχυρών χωρών της Δύσης, με πρώτες τις ΗΠΑ, στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την τεκτονική αλλαγή ισορροπιών, σε έναν κόσμο που γίνεται πολυπολικός, προχωρούν σε μετέωρα βήματα. Όχι μόνο δεν φαίνεται να έχουν ευδιάκριτο σχέδιο για το πού θα φτάσουν, αλλά δεν ξέρουν κι αν διαθέτουν επαρκή χρόνο για να φτάσουν κάπου!

Η Ελλάδα και η ρήση Βενιζέλου περί... γρήγορων αντανακλαστικών

Μέσα σε αυτό το εν δυνάμει ζοφερό -πλην όμως ρεαλιστικό με τα σημερινά δεδομένα- σκηνικό, η Ελλάδα ίσως διαπιστώσει ότι η σχετικά κλειστή μορφή της οικονομίας της μπορεί υπό συνθήκες να αποτελέσει πλεονέκτημα, ενώ η γεωγραφική της θέση, στην άκρη της ευρωπαϊκής ηπείρου, ενδέχεται να προσφέρει ευκαιρίες, εφόσον υπάρχει η σχετική πολιτική (και επιχειρηματική) ευελιξία. Από την άλλη, είναι πιθανό ότι αν επικρατήσουν δυσάρεστες για τη Δύση εξελίξεις, η Τουρκία θα σπεύσει να αναθεωρήσει την εξωτερική της πολιτική ως περιφερειακή δύναμη, με τρόπο που να προκαλεί νέους πονοκεφάλους για τη χώρα μας.

Όπως έγραψε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος στο πρόσφατο World Review (σε ένα άρθρο που αξίζει να διαβάσετε ολόκληρο εδώ):

«Η Ε.Ε. οφείλει να ετοιμάζεται για το ισχυρότατο ενδεχόμενο εξελίξεων που θα της επιβάλουν να αναλάβει όχι εντονότερο διεθνή ρόλο γενικά και αόριστα, αλλά πολύ μεγαλύτερο κόστος (οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και εντέλει δημοκρατικό) για την ίδια την ασφάλειά της εν ευρεία έννοια.

Η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτό, προφανώς θα προτάσσει τη δυτική, ευρωπαϊκή και νατοϊκή ταυτότητά της και την εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ, αλλά αυτό δεν αρκεί, γιατί η Δύση συνολικά ως στρατηγική οντότητα θα κληθεί να επανεξετάσει παραδοχές που θεωρούνται αυτονόητες και δεδομένες, αλλά δεν είναι πλέον τέτοιες στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ.

Αυτό το διεθνές τοπίο έχει προφανώς και τις περιφερειακές του όψεις, που συνδέονται με δικά μας ζωτικά εθνικά συμφέροντα. Όλες οι επιλογές αποκτούν συνεπώς πρόσθετες δυσκολίες και αξιώνουν πολύ μεγαλύτερη διορατικότητα, εθνική συναίνεση και γρήγορα ανακλαστικά».

Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αποτελούν βεβαίως προβολές στο μέλλον, που δεν είναι σίγουρο ότι θα επιβεβαιωθούν. Ο Τραμπ μπορεί να αποτύχει στην τρίτη προσπάθεια, η Ρωσία να καταρρεύσει ξαφνικά εκ των έσω, πολλά θα μπορούσαν να συμβούν. Ωστόσο, στην προσωπική ζωή, στις επιχειρήσεις, αλλά και στη χάραξη κρατικής πολιτικής, ελάχιστοι πέτυχαν προεξοφλώντας μόνο θετικά σενάρια. Ιδίως όταν τα ίδια τα γεγονότα επιβεβαιώνουν τον κίνδυνο αρνητικών εξελίξεων μεγάλης σημασίας.

 

ΥΓ: Ενδεικτικό του κλίματος που έχει δημιουργηθεί σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας είναι ότι ξαφνικά, σχεδόν δύο χρόνια μετά την έναρξη της σύρραξης, αναπτύσσονται σενάρια που είχαν απορριφθεί, για τη δήμευση χρημάτων του ρωσικού δημοσίου. Χρημάτων που έχουν «παγώσει» στα χέρια της Δύσης, κυρίως λόγω κρατικών καταθέσεων σε κεντρικές τράπεζες. Μιλάμε για περίπου 300 δισ. δολάρια.

Διεθνούς φήμης αναλυτές και ειδικοί των αγορών έχουν ήδη προειδοποιήσει ότι κάτι τέτοιο θα αποτελέσει de facto παράβαση των διεθνών κανόνων, εθιμικών και μη, αποξενώνοντας το δυτικό χρηματοοικονομικό σύστημα από χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και πολλές άλλες.

Πρακτικά είναι σαφές ότι η κίνηση αυτή θα αποσκοπεί στη μετατόπιση του βάρους χρηματοδότησης της Ουκρανίας από τη Δύση στην πλάτη της Ρωσίας, επειδή πλέον υπάρχει πρόβλημα στη διασφάλιση πόρων.

Αυτό δεν αλλάζει όμως τις συνέπειες που θα προκύψουν. Αλήθεια, εάν συμβεί κάτι τέτοιο και οι εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο είναι τέτοιες που να υποχρεώνουν σε διαπραγμάτευση, με τη Ρωσία σε ισχυρή θέση, ποιος θα κληθεί να της επιστρέψει τα χρήματα;

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v