Τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέση με την απαίτηση του Πούτιν για έμμεση πληρωμή σε ρούβλια, πλησιάζουν τα όρια του ιλαροτραγικού, δικαιολογώντας και το σκωπτικό μέρος του τίτλου στο παρόν σχόλιο.
Όπως επισημάνθηκε έγκαιρα σε σχετικό ρεπορτάζ του Euro2day.gr , η Ρωσία, γνωρίζοντας εκ προοιμίου τη μεγάλη εξάρτηση ισχυρών κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (με κορυφαία περίπτωση τη Γερμανία) από το φυσικό αέριο, αποφάσισε να κάνει μια κίνηση συμβολικού κυρίως χαρακτήρα, ζητώντας πληρωμή του αερίου σε ρούβλια, με την ελπίδα ότι θα επιτύχει τον «διχασμό» της ΕΕ.
Και μόνο άλλωστε το γεγονός ότι κατά την επιβολή των πιο σκληρών κυρώσεων στην ιστορία της ΕΕ, εναντίον της, εξαιρέθηκε ό,τι είχε σχέση με την πληρωμή ρωσικής ενέργειας, έδειχνε καθαρά ότι το σημείο αυτό αποτελούσε την αχίλλειο πτέρνα της ευρωπαϊκής ενότητας.
Εντούτοις, η αρχική απαίτηση των Ρώσων να πληρώνονται απευθείας σε ρούβλια (κάτι που είχε και πρακτικές δυσκολίες, μετά την επιβολή των κυρώσεων) μεταλλάχθηκε σε μια ολίγον περίπλοκη διαδικασία έμμεσης πληρωμής σε ρούβλια, με διάταγμα του Βλαντίμιρ Πούτιν, την οποία επίσης περιγράψαμε λεπτομερώς σε σχετικό ρεπορτάζ ήδη από την 31η Μαρτίου
Κάτι που, όπως προκύπτει, μάλλον συνέβη μετά από διακριτικές «συνομιλίες» μεταξύ του Πούτιν και των ηγετών των δύο μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών που θα επηρεάζονταν περισσότερο, δηλαδή τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς και τον Ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι.
Το «αλαλούμ» με την Κομισιόν…
Εντούτοις, καθώς οι κρίσιμες ημερομηνίες πληρωμής ήταν ακόμη μακριά κι ενώ στο μεσοδιάστημα αυξάνονταν οι έξωθεν πιέσεις, ιδίως προς τη Γερμανία, να αποκοπεί άμεσα από το ρωσικό αέριο, άρχισαν διάφορες πολιτικές καντρίλιες, περί «ρωσικού εκβιασμού στον οποίο δεν πρέπει να υποκύψει η Ευρώπη» (παρότι η Ευρώπη μόνη της εξαίρεσε τη ρωσική ενέργεια από τις κυρώσεις, ενώ γνωρίζει ότι έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για τη Ρωσία απ' ό,τι π.χ. οι κυρώσεις στους ολιγάρχες), με την Κομισιόν να υποπίπτει σε αντιφάσεις.
Σχεδόν ένα μήνα μετά τη γνωστοποίηση του διατάγματος Πούτιν, αρχικά αξιωματούχοι της Κομισιόν υποστήριζαν ότι η απαίτηση της ρωσικής πλευράς «ίσως» να παραβιάζει τα συμβόλαια και τις κυρώσεις, εν συνεχεία στις 27 Απριλίου, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανέφερε ότι είναι κατηγορηματικά αντίθετη στην πληρωμή με ρούβλια, και ακολούθησε στις 28 Απριλίου η επίσημη τεχνική καθοδήγηση της Κομισιόν ότι η πληρωμή με τους όρους της Ρωσίας «θα μπορούσε» να είναι συμβατή με τις κυρώσεις.
Στο ίδιο διάστημα των τελευταίων ημερών, αποκαλύφθηκε, αφενός, ότι τουλάχιστον 10 μεγάλες εταιρείες (ορισμένες εν μέρει κρατικές, στη Γερμανία, την Αυστρία και αλλού) ετοιμάζονται να πληρώσουν όπως επιτάσσει το διάταγμα Πούτιν, μαζί με την Ουγγαρία, και αφετέρου, ότι η αγορά φυσικού αερίου δεν προεξοφλεί γενικότερη διακοπή της ροής ρωσικού αερίου, όπως συνέβη με την Πολωνία και τη Βουλγαρία, οι οποίες αρνήθηκαν να πληρώσουν με τον τρόπο που απαιτεί το διάταγμα Πούτιν.
Ακολούθησαν τόσο οι δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την Παρασκευή όσο και οι δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων την ίδια ημέρα, προϊδεάζοντας προς το σενάριο ότι θα βρεθεί λύση.
Και ότι το «αλαλούμ» που προηγήθηκε, ενδέχεται να εξελιχθεί σε μια «κομψή» προσπάθεια διευκόλυνσης των κρατών που έχουν μεγάλη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, οδηγώντας σε δύο διακριτές συμπεριφορές εντός της ΕΕ. Γεγονός, κατά την άποψή μας, δικαιολογημένο, αφού δεν έχει κανένα νόημα για τις εξαρτημένες χώρες να προχωρήσουν σε ενέργειες που μάλλον θα βλάψουν περισσότερο την οικονομία τους απ' ό,τι την οικονομία της Ρωσίας.
Εντούτοις, χθες Δευτέρα, ημέρα συνεδρίασης των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, ανακοινώθηκε ότι θα δοθούν νέες κατευθυντήριες γραμμές στις χώρες-μέλη από την Κομισιόν, ενώ η Εσθονή αρμόδια επίτροπος ξεκαθάρισε ότι ο τρόπος πληρωμής που προδιαγράφει το διάταγμα Πούτιν παραβιάζει τις κυρώσεις.
... και το «δια ταύτα»
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο χώρες που κράτησαν ως τώρα «σκληρή στάση» και αρνήθηκαν την πληρωμή α λα Πούτιν, η Πολωνία και η Βουλγαρία, λαμβάνουν τώρα αέριο η μία από τη Γερμανία και η άλλη από την Ελλάδα (πληρώνουν δηλαδή και πάλι, εμμέσως πλην σαφώς, το ρωσικό αέριο, προφανώς σε υψηλότερες τιμές).
Κάτι που όμως δεν θα είναι εύκολο να συμβεί, αν όλες υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες αποφασίσουν να μην πληρώσουν και διακοπεί η ροή του ρωσικού αερίου.
Επί της ουσίας, πρόκειται για μια μάχη «περί όνου σκιάς», καθώς οι πελάτες συνεχίζουν να πληρώνουν σε ευρώ, ενώ η μετατροπή τους σε ρούβλια γίνεται στη συνέχεια μέσω της Gazprombank και το προϊόν κατατίθεται ξανά σε λογαριασμό του πελάτη, προκειμένου να ακολουθήσει η πληρωμή στον προμηθευτή. Μια μάχη γοήτρου, πάνω σε νομικά «ψιλά γράμματα».
Η ουσία είναι ότι αν υπήρχε ομοφωνία της ΕΕ για εμπάργκο στο ρωσικό αέριο, αυτό θα είχε συμβεί προ πολλού. Μετά δε τα στοιχεία πρώτου τριμήνου για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, που σε κάποιες χώρες δείχνουν στασιμοπληθωρισμό (Γερμανία) και σε κάποιες άλλες, σημαντικό κίνδυνο ύφεσης (Ιταλία), το ενδεχόμενο διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου φαντάζει πολύ επικίνδυνο οικονομικά για να γίνει αποδεκτό.
Εντούτοις, μετά τις χθεσινές εξελίξεις, κρατάμε υποχρεωτικά επιφύλαξη έως ότου ξεκαθαρίσει εντελώς το σκηνικό. Διότι κάποιες φορές, η ανάγκη των πολιτικών εντυπώσεων κυριαρχεί ακόμη και έναντι ζωτικών πραγματικών συμφερόντων. Κατά κανόνα, με πολύ άσχημες συνέπειες.
Το τι θα συμβεί τελικά θα εξαρτηθεί, ως συνήθως, σε πολύ μεγάλο βαθμό από το τι θα αποφασίσει η Γερμανία. Σε τούτη την περίπτωση, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά από το παρελθόν. Παρότι υπάρχουν γκάλοπ που δείχνουν ότι η πλειοψηφία της γερμανικής κοινής γνώμης δεν επιθυμεί διακοπή του ρωσικού αερίου, όσο υπάρχει τόσο υψηλή εξάρτηση της οικονομίας, η πολιτική και επικοινωνιακή πίεση που δέχεται η γερμανική κυβέρνηση συνολικά για τη στάση της απέναντι στη Ρωσία τα τελευταία χρόνια, αλλά και για τη χλιαρή ως πρότινος αντίδρασή της στο Ουκρανικό, είναι αμείλικτη, ιδίως από την πλευρά των αγγλοσαξόνων και του «ανατολικού μπλοκ» της ΕΕ, πλην Ουγγαρίας.
Κι αυτό ίσως να κάνει τη διαφορά...