Το Ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μίας χώρας (ΑΕΠ) χρησιμοποιείται ευρύτατα στον δημόσιο διάλογο για να απεικονίσει διάφορες πτυχές της, όπως την οικονομική της δύναμη, το επίπεδο ανάπτυξης της, την οικονομική της ευημερία, το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών της ,ακόμα και την κατηγοριοποίηση της σε αναπτυσσόμενη ή ανεπτυγμένη οικονομία.
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, οι κεντρικές τράπεζες και άλλοι ιδιωτικοί ερευνητικοί οργανισμοί μεγάλων οίκων προσπαθούν να προβλέψουν την πορεία του ΑΕΠ και να εντοπίσουν τον επόμενο κύκλο ύφεσης ή ανάπτυξης αναδεικνύοντας το σε κυρίαρχο θέμα.
Όμως ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν κατά καιρούς αμφισβητήσει την υπερβολική βαρύτητα που δίνεται στο ΑΕΠ, όσο και την παραδοσιακή άποψη ότι απεικονίζει την ευημερία μιας χώρας. Η κατασκευή του δείκτη ανατέθηκε στις αρχές της δεκαετίας του '30 από το Αμερικάνικο Κογκρέσο στον Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Harvard Simon Kuznets. Ο δείκτης κατασκευάσθηκε για να προσφέρει ένα αξιόπιστο μέτρο της συνολικής αξίας των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια οικονομία, μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Δεν δίνει, όμως, απαντήσεις σε μείζονος σημασίας ερωτήματα όπως τι παράγεται, πώς παράγεται, από ποιον παράγεται και φυσικά πώς διανέμεται. Ο δείκτης με την σημερινή του μορφή ολοκληρώθηκε από τον Sir Maynard Keynes μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε γενικές γραμμές το ΑΕΠ επιτυγχάνει τον στόχο του στο να αποτυπώσει την συνολική οικονομική δραστηριότητα, παρουσιάζει όμως σημαντικά μειονεκτήματα και πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή. Σίγουρα δεν εκφράζει την ευημερία των πολιτών. Ο ίδιος ο Simon Kuznets είχε επισημάνει το σημείο αυτό σε ομιλία του προς το Κογκρέσο λέγοντας πως : «η ευημερία ενός έθνους μόνο κατά τύχη θα μπορούσε να απεικονιστεί από το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα».
Ένα πρώτο σημείο κριτικής είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται το συνολικό ΑΕΠ. Το ΑΕΠ μετριέται είτε σε όρους τοπικού νομίσματος -που σε αυτή την περίπτωση δεν είναι ορθή η σύγκριση του με το αντίστοιχο άλλων χώρων- είτε μετατρέποντας το ΑΕΠ μιας χώρας από το τοπικό της νόμισμα σε όρους δολαρίου που είναι εντελώς λάθος, είτε μετατρέποντας το ΑΕΠ μιας χώρας από το τοπικό νόμισμα σε όρους δολαρίου προσαρμοσμένου στην αγοραστική δύναμη και στις τιμές των προϊόντων της χώρας (PPP).
Δεύτερον, το ΑΕΠ παρουσιάζεται συνήθως, χωρίς να περιγράφονται οι συνιστώσες του. Είναι τελείως διαφορετικό να προέρχεται η αύξηση του από την κατανάλωση με δανεικά από το εξωτερικό και τελείως διαφορετικό να δημιουργείται το ΑΕΠ από τις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις ή από τις εξαγωγές.
Το ΑΕΠ δεν μπορεί να απεικονίσει μια σειρά από ποιοτικούς παράγοντες εθνικής ευημερίας όπως το κοινωνικό κεφάλαιο, τη προσαρμοστικότητα και την ευελιξία της οικονομίας, την επιχειρηματικότητα, την ποιότητα του περιβάλλοντος, τη διαφθορά, τη μαύρη οικονομία, καθώς και την αποτελεσματικότητα των δαπανών στους τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης, της δημόσιας ασφάλειας και της κοινωνικής ασφάλισης.
Σε μία ηχηρή παρέμβαση του στο πανεπιστήμιο του Κάνσας το 1968, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Robert F. Kennedy σημείωσε πως «το ακαθάριστο εθνικό προϊόν μετράει τα πάντα εκτός από αυτά που δίνουν αξία στην ζωή μας».
Η ανάγκη να κοιτάξουμε πέρα από το ΑΕΠ στις μέρες μας είναι πλέον εμφανής. Οι ραγδαίες εξελίξεις στη στατιστική, στη πληροφορική και στη συλλογή και ανάλυση δεδομένων (Big Data Analytics) έχουν κάνει πλέον δυνατή την δημιουργία δεικτών που αποτυπώνουν ακριβέστερα την ποιότητα ζωής και την ευημερία των πολιτών. Οι πιο γνωστοί και διεθνώς αναγνωρισμένοι είναι ο Better Life Index (BLI) του Ο.Ο.Σ.Α, ο Social Progress Index SPI και ο Gross National Well-being (GNW) Index.
Οκτώ δεκαετίες μετά την δημιουργία των εθνικών λογαριασμών, έχουμε πια τα μέσα να αναδείξουμε εκείνους τους ποιοτικούς παράγοντες που οδηγούν στην ευημερία των πολιτών, βοηθώντας μας έτσι να δούμε παραπέρα από τους αριθμούς.
Η Νέα Ζηλανδία αποτελεί ένα πρωτοποριακό παράδειγμα δυτικής χώρας η οποία βάζει σε προτεραιότητα την πραγματική ευημερία των πολιτών της και όχι απλά την αύξηση του ΑΕΠ της. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του International Monetary Fund, το ΑΕΠ της Νέας Ζηλανδίας εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 2,5% το 2019 και 2.9% το 2020. Όμως πολλοί Νέοζηλανδοί δεν φαίνεται να επωφελούνται στην καθημερινότητά τους.
Χαρακτηριστικές είναι οι πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού οικονομικών της, Grant Robertson: «Σίγουρα, είχαμε - και έχουμε - ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ που πολλές χώρες θα ζήλευαν, αλλά, αυτή η αύξηση του ΑΕΠ δεν έχει μεταφραστεί σε υψηλότερο βιοτικό επίπεδο ή περισσότερες ευκαιρίες για πολλούς Νεοζηλανδούς» και συνεχίζει «Πως μπορούμε να μιλάμε για ένα επιτυχημένο οικονομικό μοντέλο και ανάπτυξη, όταν η κοινωνική ανισότητα διευρύνεται, η παιδική φτώχεια αυξάνεται και παρατηρείται σημαντικό έλλειμμα στέγασης;».
Για τους λόγους αυτούς η Νέα Ζηλανδία σχεδίασε ολόκληρο τον προϋπολογισμό του 2019 με προτεραιότητα την ευημερία των πολιτών (wellbeing) και κύριους στόχους, την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας, την εξάλειψη της ενδοοικογενειακής βίας και την προώθηση της συναισθηματικής υγείας, μιας και τα ποσοστά αυτοκτονίας έχουν αυξηθεί.
Από την προηγούμενη ανάλυση προκύπτει η αδυναμία του ΑΕΠ να απεικονίσει στις μέρες μας την ευημερία των πολιτών. Οι οικονομολόγοι είναι πλέον σε θέση να ενσωματώνουν ποιοτικές μεταβλητές που διαμορφώνουν την ευημερία των πολιτών και όχι να παραθέτουν αριθμούς οι οποίοι δεν έχουν σχέση με την καθημερινή πραγματικότητά τους.
* Τελειόφοιτος του Πανεπιστημίου του Warwick, Οικονομικό Τμήμα
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.