Goldman Sachs και Franklin Templeton είναι μεταξύ των πρώτων μιας λίστας με τους χειρότερους διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων με κριτήριο τις πωλήσεις, σημάδι της αμείλικτης πίεσης που αντιμετωπίζουν οι ενεργητικοί (active) διαχειριστές κεφαλαίων από την ταχεία ανάπτυξη των παθητικών κεφαλαίων (passive funds).
Οι επενδυτές τράβηξαν 22,7 δισ. δολάρια από την Goldman το 2017, ενώ η Franklin Templeton υπέστη ρευστοποιήσεις 21,6 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία που συνδύασε αποκλειστικά για τους FT η εταιρεία παροχής δεδομένων Morningstar.
Οι διαχειριστές κεφαλαίων με τις χειρότερες πωλήσεις κυριαρχούνταν από «μεγάλα ονόματα», γνωστά για τις επιλογές μετοχών και ομολόγων, περιλαμβανομένων των Standard Life Aberdeen, το μεγαλύτερο εισηγμένο «οίκο» της Μεγάλης Βρετανίας, και τις Harbor Funds και Columbia Threadneedle, τους αμερικανικούς διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού.
Αντίθετα, Vanguard και BlackRock, που είναι γνωστές για τα παθητικά τους funds, ήταν μεταξύ των εταιρειών με τις καλύτερες πωλήσεις, με εισροές 223 δισ. δολάρια και 139 δισ. δολάρια αντίστοιχα. Τα στοιχεία της Morningstar περιλαμβάνουν ανοικτού τύπου κεφάλαια (open ended) παγκοσμίως και καλύπτουν την περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου.
Η Amin Rajan γενική διευθύντρια της Create Research, σύμβουλου διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, δήλωσε πως οι οίκοι ενεργητικής διαχείρισης τιμωρούνται από το «ισχυρό μομέντουμ τιμολόγησης» που ευνοεί τα παθητικά funds.
O Jonathan Miller, επικεφαλής ερευνητής για τη Μεγάλη Βρετανία στην Morningstar προσέθεσε: «Η κυριαρχία των παθητικών funds συνεχίστηκε αμείωτη με εισροές που βγάζουν μάτι σε Vanguard και BlackRock».
Οι επενδυτές αποφεύγουν τα ενεργητικά funds τα τελευταία χρόνια εξαιτίας ανησυχιών για τις επιδόσεις και τις υψηλές προμήθειες. Η βιομηχανία παθητικών κεφαλαίων έχει αναπτυχθεί 4,5 φορές ταχύτερα απ’ ότι αυτή των ενεργητικών, ενισχυμένη και από την άνοδο των χρηματιστηριακών αγορών.
Σύμφωνα με την Morningstar πάνω από 110 αμοιβαία κεφάλαια της Goldman Sachs είχαν καθαρές εκροές στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, αλλά μακράν οι μεγαλύτερες απώλειες ήταν από τις αγορές των ΗΠΑ και ένας μικρός αριθμός από τα προϊόντα σταθερού εισοδήματος.
Η Goldman δήλωσε ότι διαφώνησε με την ενσωμάτωση στην ανάλυση των «money market funds» τα οποία είναι βραχυπρόθεσμα επενδυτικά εργαλεία που προσφέρουν στον επενδυτή μια ρευστοποιήσιμη εναλλακτική για τα μετρητά. Τα συγκεκριμένα funds είχαν περιληφθεί και στην προηγούμενη κατάταξη που δημοσιεύτηκε από τους FT τον περασμένο Ιανουάριο.
«Αυτή η ανάλυση είναι λανθασμένη και το αποτέλεσμα παραπλανητικό για εμάς και τους τριγύρω μας». Η GSAM είχε εισροές σε όλες τις επενδυτικές κλάσεις και περιοχές σε μακροπρόθεσμα κεφάλαια που στηρίζονται στις προμήθειες, χτίζοντας πάνω στις ισχυρές επιδόσεις και τις υπηρεσίες προς τους πελάτες τα τελευταία χρόνια», ανέφερε.
Η Goldman αναμένεται να δημοσιοποιήσει τα δικά της στοιχεία για τις εισροές στα fund αυτό το μήνα. Με βάση αυτά παρουσίασε εισροές 13 δισ. δολαρίων τους πρώτους εννέα μήνες του 2017 σε όλο το τμήμα διαχείρισης ενεργητικού, που περιλαμβάνει διαχωρισμένους λογαριασμούς για θεσμικούς πελάτες, όπως επίσης χρηματιστηριακά, μακροπρόθεσμα και εναλλακτικά funds.
Η Franklin Templeton αρνήθηκε να σχολιάσει. Η ειδικευόμενη σε ομόλογα αναδυόμενων αγορών υπέφερε αρκετά χρόνια εκροών, περιλαμβανομένης της κατάταξης στην πρώτη θέση των διαχειριστών κεφαλαίου με τις χειρότερες πωλήσεις το 2016.
Πέρυσι μείωσε τις αμοιβές του επικεφαλής της Greg Johnson κατά 18% στα 9,9 εκατ. δολάρια, αφότου η εισηγμένη στις ΗΠΑ εταιρεία πάλεψε να εκμεταλλευτεί την αυξανόμενη ζήτηση για τις αναδυόμενες αγορές.
Η Franklin κατέγραψε καθαρές εκροές 38,6 δισ. δολάρια στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου αν και το ενεργητικό υπό διαχείριση αυξήθηκε 3% στα 753 δισ. δολάρια χάρη στην άνοδο των αγορών και τον περιορισμό των εξαγορών.
Η Standard Life Aberdeen η οποία δημιουργήθηκε από μια συγχώνευση αξίας 11 δισ. στερλίνων το περασμένο καλοκαίρι χτυπήθηκε από συνδυασμένες εξαγορές σχεδόν 13,7 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια της χρονιάς.
Τον περασμένο μήνα ο Martin Gilbert συν-διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας απέδωσε την πτώση σε νέους επενδυτές που είναι προσεκτικοί στο να δεσμεύσουν κεφάλαια. «Ας είμαστε ξεκάθαροι, η βιομηχανία διαχείρισης είναι υπό τεράστια πίεση σε όλα τα επίπεδα. Κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση αλλά είναι δύσκολο», δήλωσε.
Κάποιοι ενεργητικοί διαχειριστές είχαν πολύ δυνατή χρονιά. Η Pimco, που κατατάχθηκε μεταξύ των χειρότερων οίκων σε πωλήσεις μετά την αποχώρηση του γνωστού επενδυτή Bill Gross το 2014, έκανε την επιστροφή. Οι επενδυτές διέθεσαν 92 δισ. δολάρια στα αμοιβαία κεφάλαιά της τους πρώτους έντεκα μήνες, χάρη στις ισχυρές επιδόσεις του δημοφιλούς της fund εισοδήματος που διαχειρίζεται ο Dan Ivascyn.
«Η ανύψωση της Pimco είναι εντυπωσιακή» είπε ο Miller. «Με τον αποπροσανατολισμό από μια κρίση ηγεσίας και τις εισροές πίσω της, η επενδυτική ομάδα της εταιρείας παρέμεινε αξιοσημείωτα σταθερή και είχε επαρκείς πόρους».
Μεταξύ των πρώτων σε πωλήσεις βρίσκονται η Amundi, η μεγαλύτερη εισηγμένη εταιρεία αμοιβαίων κεφαλαίων στην Ευρώπη και η JPMorgan Asset Management, το γίγαντας των ΗΠΑ που συγκέντρωσαν 60 δισ. δολάρια και 38 δισ. δολάρια αντίστοιχα.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation