Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν μειώσει το μέγεθος των πωλήσεων χρέους τα τελευταία χρόνια, εξέλιξη πυο αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο οι -μετά την οικονομική κρίση- κανονιστικές μεταρρυθμίσεις έχουν περιορίσει την ικανότητα των τραπεζών να διατηρούν και να διαπραγματεύονται μεγάλους όγκους ομολόγων.
Από την αρχή του 2012, ο μέσος όρος των δημοπρασιών κρατικών ομολόγων στην Ευρώπη έχει «δει μια συνεχή μείωση», σύμφωνα με την έρευνα από την Association for Financial Markets in Europe.
Τα μέσα μεγέθη δημοπρασιών καταγράφουν μείωση σχεδόν κατά ένα πέμπτο, από 2,6 δισ. ευρώ στο τρίτο τρίμηνο του 2017, σε 2,1 το τρίτο τρίμηνο του 2017, σύμφωνα με το AFME. Για να συγκεντρώσουν τα χρήματα που χρειάζονται, οι κυβερνήσεις έχουν αυξήσει τον αριθμό των δημοπρασιών, ως αντίδοτο για τα μικρότερα μεγέθη, είπε η AFME.
Οι ηγέτιδες τράπεζες δρουν ως αγωγοί προς την αγορά για τους εκδότες ομολόγων, αγοράζοντας χρέος και μετά τοποθετώντας το σε διαπραγμάτευση σε μια πιο μεγάλη αγορά – ένα έργο γνωστό ως primary dealing. Η μείωση των ισολογισμών των τραπεζών έχει επηρεάσει τον όγκο των φρεσκο-εκδοθέντων χρεών που μπορούν να κρατούν ως primary dealers.
Ο Lee Cumbes, επικεφαλής τομέα δημοσίου χρέους για την περιοχή Ευρώπης-Μέσης Ανατολής-Αφρικής στη Barclays, είπε ότι η μείωση στον όγκο και η αύξηση στη συχνότητα διαφόρων πωλήσεων χρέους «είναι συνειδητή στρατηγική απόφαση» από τις κυβερνήσεις «για να ευθυγραμμιστούν καλύτερα [με] την δομή της αγοράς που αλλάζει τα τελευταία χρόνια… και ταιριάζει με τη δυνατότητα συγκέντρωσης τίτλων που είναι διαθέσιμη στην αγορά».
Οι εκδότες κρατικού χρέους έχουν επίσης αυξημένα αρχίσει να προσφέρουν πολλαπλές ωριμάνσεις όταν βγαίνουν για να διεκδικήσουν κεφάλαια, σε μια προσπάθεια να δώσουν στους εαυτούς τους μεγαλύτερη ευελιξία και πιο επωφελή τιμολόγηση, πρόσθεσε.
Tα στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνουν ότι οι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί της Ευρώπης είχαν 1,5 τρισ. ευρώ σε χρεόγραφα κυβερνήσεων της ευρωζώνης στα μέσα του 2017, στοιχεία που είναι τα τελευταία διαθέσιμα, ποσό μειωμένο κατά 17% τα τελευταία δύο χρόνια.
Σε αυτή την περίοδο, η ΕΚΤ έκανε σχεδόν 1,5 τρισ. ευρώ συνολικές καθαρές αγορές κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης μέσα από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – αντικαθιστώντας τον ρόλο του αγοραστή, που είχαν παίξει προηγουμένως οι τράπεζες.
Η αλλαγή έγινε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της ευρωζώνης, όταν οι δυσκολίες των κυβερνήσεων να πουλήσουν χρέος είχαν ως αποτέλεσμα, μια σειρά αποτυχημένων δημοπρασιών. Οι μέσοι ετήσιοι δείκτες προσφοράς-κάλυψης (ο δείκτης της προσφοράς από υποψήφιους αγοραστές ομολόγων προς προς το χρέος που εν τέλει εκδόθηκε) ήταν μόλις 1,7 στις αρχές του 2010, κορυφώθηκε στο 2,3 στις αρχές του 2015 και έχει από τότε πέσει στο 2,1.
Η μείωση στα μεγέθη δημοπρασιών έχει γίνει ιδιαίτερα αισθητή στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Στη Γερμανία, μια δημοπρασία του δεκαετούς Bund είχε κατά μέσο όρο 4,4 δισ. ευρώ το 2012, σύμφωνα με την AFME. Το 2017, το μέσο μέγεθος ήταν 3,4 δισ. ευρώ για την ίδια ωρίμανση.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 2012 μια δημοπρασία του δεκαετούς Gilt είχε κατά μέσο όρο 3,3 δισ. λίρες, κατά την AFME. Το 2017, το ισοδύναμο μέσο μέγεθος ήταν 2,6 δισ. λίρες.
Ο Julio Suarez, ερευνητής στην AFME, είπε ότι τα γραφεία διαχείρισης χρέους προχωρούν σε επανεκδόσεις υφιστάμενων τίτλων (tapping) πιο συχνά από οποτεδήποτε πριν, μια τακτική που έχει οφέλη λόγω «[πιο] γρήγορης εκτέλεσης [και] πιο μικρότερου διαχειριστικού και νομικού κόστους» από το να εκδοθούν νέα.
Έχει επίσης ένα πιθανό πλεονέκτημα τιμολόγησης, καθώς «πεινασμένοι για αποδόσεις επενδυτές μπορεί να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν premium για τέτοιες εκδόσεις, που προσφέρουν υψηλά κουπόνια και σχετικά χαμηλό ρίσκο», είπε ο κ. Suarez.
Επανεκδίδοντας ένα υπάρχον ομόλογο αυξάνεται η ρευστότητά του, πρόσθεσε, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις ευρωπαϊκές αγορές χρέους αυτή τη στιγμή, με δεδομένο τον ρόλο που παίζει η ΕΚΤ στο να απορροφήσει χρέος από την αγορά μέσα από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation