H μάλλον παράξενη απουσία πληθωρισμού στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, παρά την ανεκτή οικονομική ανάπτυξη και την εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική, είναι ένα από τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τους επενδυτές, να μην αναφέρουμε και τους κεντρικούς τραπεζίτες και τους πολιτικούς.
Οι περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ θα εξαρτηθούν σίγουρα από το αν η οικονομία, η οποία έχει σχεδόν επιτύχει τον στόχο της πλήρους απασχόλησης, θα δει μια ουσιαστική αύξηση στον πληθωρισμό.
Αντίστοιχα σε χώρες όπως η Ιαπωνία και η Γερμανία, η καμπύλη Phillips -η τάση του πληθωρισμού να αυξάνεται καθώς μειώνεται η προσφορά εργασίας- φαίνεται να είναι αδικαιολόγητα απούσα και το Ηνωμένο Βασίλειο θα ήταν στην ίδια κατηγορία, αν το Brexit δεν προκαλούσε διολίσθηση της στερλίνας.
Ακόμα και στις αναδυόμενες αγορές, όπου η ανάπτυξη είναι υψηλότερη, ο πληθωρισμός έχει πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο από τότε που ξεκίνησε η καταγραφή των στοιχείων το 1997. Στην πραγματικότητα, είναι σχεδόν σίγουρα στα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και δεκαετίες, αν όχι αιώνες.
Αν αυτή είναι μια προσωρινή ανωμαλία και ο πληθωρισμός απλώς ξαποσταίνει, τότε η αγορά χρεογράφων σταθερού εισοδήματος στις σημερινές αποδόσεις ίσως να μην είναι μια ιδιαίτερα έξυπνη επιλογή. Αν, αντίθετα, ο πληθωρισμός έχει εξαφανιστεί για τα καλά, τότε οι αποδόσεις των ομολόγων μπορεί να είναι απολύτως βιώσιμες, ακόμα και αν οι εταιρείες και οι χώρες χάνουν την ικανότητα να μειώσουν τα χρέη τους μέσω του πληθωρισμού.
Είναι συνεπώς εξαιρετικά σημαντικό να αναλύσει κανείς σε βάθος το τι συμβαίνει.
Μια σειρά από λόγους έχουν παρουσιαστεί για την ανεπάρκεια του πληθωρισμού και τον διαφαινόμενο θάνατο της καμπύλης Phillips, όπως ο αντίκτυπος της τεχνολογίας και της παγκοσμιοποίησης στη διαπραγματευτική δύναμη των εργατών, η αποδυνάμωση των σωματείων και η χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητας.
Ορισμένες πρόσφατες παρεμβάσεις αποκάλυψαν και δύο ακόμα δυνητικές αιτίες.
Ο ρόλος των όλο και περισσότερο ολιγοπωλιακών αγορών στη διατήρηση του χαμηλού πληθωρισμού έχει παραδόξως αγνοηθεί, με έναν μικρό αριθμό ισχυρών εταιρειών να έχουν ακόμα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς.
Ένα πρόσφατο άρθρο από μια ομάδα ακαδημαϊκών από το MIT και το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών ρίχνει λίγο φως σε αυτό το ζήτημα.
Ξεκινώντας από την παρατήρηση ότι το ποσοστό της προστιθέμενης αξίας μιας εταιρείας το οποίο πηγαίνει στην εργασία έχει μειωθεί σημαντικά από τη δεκαετία του 1970 και του 1980 στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης (αλλά όχι και στο Ηνωμένο Βασίλειο), στη συνέχεια εξετάζουν έξι μεγάλους τομείς στις ΗΠΑ που περιλαμβάνουν 676 βιομηχανίες και οι οποίοι αντιστοιχούν στο 80% της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.
Σε όλους τους τομείς εκτός από τον χρηματοοικονομικό, η έρευνα διαπίστωσε ότι το μερίδιο της εργασίας (όπως μετριέται με βάση τον λόγο του μισθολογίου προς τις πωλήσεις) έχει υποχωρήσει, σε ορισμένες περιπτώσεις αρκετά, από την αρχή του αιώνα. Διαπίστωσε επίσης πως ο βαθμός συγκέντρωσης του κλάδου, που ορίζεται με βάση το μερίδιο αγοράς των μεγαλύτερων εταιρειών, έχει αυξηθεί ανεξέλεγκτα από τη δεκαετία του 1990, μια τάση που οι ερευνητές αποδίδουν στο ότι οι διάφοροι κλάδοι χαρακτηρίζονται από μια κατάσταση «ο κερδισμένος τα παίρνει όλα» και από την επενέργεια των δικτύων όπως στην περίπτωση της Google, του Facebook και της Amazon.
To κυριότερο, η έρευνα εντόπισε μια σύνδεση ανάμεσα στα δύο αυτά φαινόμενα: κυρίως ότι υπάρχει «μια αρνητική σχέση ανάμεσα στο μερίδιο της εργασίας και το μέγεθος της εταιρείας» και ότι «στους κλάδους στους οποίους δημιουργείται μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται και η μεγαλύτερη πτώση στο μερίδιο της εργασίας», λόγω της μεγαλύτερης παραγωγικότητας αυτών των «νικητριών» εταιρειών.
«Καθώς η σημασία των διάσημων εταιρειών αυξάνεται, το μερίδιο της εργασίας θα τείνει να υποχωρεί» καταλήγουν.
Ο Άντριου Χαλντέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας, πρόσθεσε έναν ακόμα παράγοντα.
Σε ομιλία που έδωσε τον Ιούνιο στάθηκε στη μεταβολή της φύσης της εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο (φυσικά και σε άλλες περιοχές), με την άνοδο της αυτοαπασχόλησης, της ημιαπασχόλησης και των ευέλικτων μορφών εργασίας και των συμβάσεων μηδενικών ωρών εργασίας, που κάνουν την εργασία πιο «διασπασμένη» από ό,τι στο παρελθόν.
Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι είναι πιθανότερο να πληρωθούν με την ώρα ή με το έργο. Αυτό το μοντέλο εργασίας αντιπροσωπεύει μια επιστροφή στις συνθήκες που επικρατούσαν πριν από τη βιομηχανική επανάσταση, υποστηρίζει ο κ. Χαλντέιν, ακόμα και αν η φράση «οικονομία της περιστασιακής απασχόλησης» (gig economy) θα προκαλούσε σήκωμα των φρυδιών εκείνη την εποχή.
Ο ίδιος ανακάλυψε ότι η καμπύλη Phillips στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν τη βιομηχανική επανάσταση είναι «επίπεδη όσο και μια κρέπα» και μοιάζει με τις καμπύλες Phillips που παρατηρούμε στο Ηνωμένο Βασίλειο και στον υπόλοιπο κόσμο μετά το 2008.
«Η καμπύλη Phillips έχει γίνει επίπεδη. Είναι κάτι καινούργιο. Είναι κάτι που παρατηρούμε. Είναι κάτι που ισχύει σε όλο τον κόσμο» λέει ο Ατζάι Σιχ Καπούρ, υπεύθυνος στρατηγικής στην BofA Merrill Lynch. «Δεν βλέπουμε τον πληθωρισμό που βλέπουν οι κεντρικοί τραπεζίτες».
Και οι δύο αυτές αλλαγές στη δομή των εταιρειών δίνουν την εντύπωση πως είναι βαθιά διαρθρωτικές. Αν είναι έτσι, μπορεί να είναι εύλογο να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα πως ακόμα και αν η καμπύλη Phillips εμφανίσει σημάδια ζωής, θα είναι μια σκιά του παλιού εαυτού της.
Σε αυτή την περίπτωση, η νέα κανονικότητα όσον αφορά στον πληθωρισμό, στα επιτόκια και στις αποδόσεις των ομολόγων, θα είναι πιο χαμηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα.
© The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation