WALL STREET: Προ ημερών γράφαμε για τον Jamie Dimon, το αφεντικό της JP Morgan, που ξεσήκωσε σενάρια αποχώρησης μετά την ανακοίνωση ότι θα πουλήσει 1 εκατ. μετοχές της τράπεζας, αξίας εκατοντάδων εκατ. δολαρίων εντός του 2024.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους Financial Times, δεν είναι μόνος του, καθώς πέντε ακόμη υψηλόβαθμα στελέχη της τράπεζας έχουν «ξεφορτώσει» ήδη τουλάχιστον το 50% των μετοχών που κατείχαν στην JP Morgan.
Την ίδια στιγμή, ο CEO της Morgan Stanley, James Gorman, έχει πουλήσει μετοχές αξίας 78 εκατ. δολαρίων στην τράπεζα, τα 48 εκατ. δολάρια εφέτος, ενώ μεγάλα πακέτα έχει «σπρώξει» και ο διάδοχός του από τον Ιανουάριο, Ted Pick.
Το αφεντικό της Goldman Sachs, David Solomon, έχει ήδη πουλήσει μετοχές της τράπεζας ύψους 22 εκατ. δολαρίων ενώ και το δεύτερο τη τάξει στέλεχος της επενδυτικής τράπεζας, John Waldron, έχει «ξεφορτώσει» μετοχές αξίας 20 εκατ. δολαρίων.
Στη λίστα συμπεριλαμβάνονται και μικρότερα στελέχη, όπως ο επικεφαλής investment Banking της Bank of America, Mattew Koder, που πούλησε μετοχές αξίας 11,3 εκατ. δολαρίων μόνο τον Φεβρουάριο, αλλά και ο επικεφαλής risk officer της Goldman Sachs, Brian Lee, που διέθεσε μετοχές αξίας 5,9 εκατ. δολαρίων στην τράπεζα.
Και το προφανές ερώτημα είναι, ξέρουν κάτι παραπάνω για τα μελλούμενα τα αφεντικά των επενδυτικών τραπεζών; Οι FT περιορίζονται να σημειώσουν ότι καθώς η βαρύτητα των μετοχών έχει αυξηθεί στις συνολικές απολαβές έναντι των μετρητών, ενισχύεται και το κίνητρο… ρευστοποίησης.
ΑΠΟΤΙΜΗΣΕΙΣ: Πολύ διαφορετικές οι συμπεριφορές τριών μετοχών που συγκέντρωσαν επενδυτικά κεφάλαια το τελευταίο διάστημα. Από τη μία, η ΙΝΛΟΤ που έκανε ΑΜΚ, άλλαξε πίστα και… καλπάζει (από τo 0,72, στo 0,945 ευρώ χθες), στη μέση η ΟΠΤΙΜΑ που μπήκε στα 7,2 ευρώ, αλλά στριφογυρίζει κοντά στα 7 ευρώ, χωρίς να ανέβει ούτε χθες παρά τα ευχάριστα ομολογουμένως αποτελέσματα.
Στην άλλη άκρη, η Trade Estates που μπήκε στo 1,92 ευρώ και μέσα σε δύο όχι κακές για το ΓΔ συνεδριάσεις, έχει βρεθεί στo 1,748 ευρώ, γράφοντας συνολική πτώση 9%.
Σε κάποιους δεν άρεσε, μάθαμε, όταν γράψαμε πως στο συγκεκριμένο IPO «έπεσε περονόσπορος».
Υποθέτουμε ότι δύο μέρες τώρα, κοιτώντας το ταμπλό, καταλαβαίνουν ότι δεν κάναμε εμείς λάθος εκτίμηση κι ότι άλλοι θα έπρεπε να τους φταίνε. Για το ύψος της αποτίμησης, για το εύρος της κάλυψης και διάφορα… σχετικά.
Μακάρι πάντως να ισορροπήσει γρήγορα η μετοχή. Άλλωστε και στις τρεις περιπτώσεις που αναφέραμε, πέρα από τις βραχυχρόνιες αποδόσεις που ήδη βλέπουμε, το θέμα είναι τι θα γίνει σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ: Ας δούμε το νέο κανονισμό που θα ισχύσει για τις εταιρείες της Εναλλακτικής Αγοράς του ΧΑ, του οποίου η έγκριση αναμένεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Πρώτον, επιτρέπεται να εισέλθει στην ΕΝΑ μια εταιρεία που είναι ζημιογόνος. Δεύτερον, δεν απαγορεύεται η είσοδος σε μια επιχείρηση με αρνητικά ίδια κεφάλαια! Τρίτον, το ελάχιστο ποσοστό διασποράς διαμορφώνεται μόλις στο 10%, με τη συμμετοχή τουλάχιστον πενήντα ατόμων που θα κατέχουν ποσοστό χαμηλότερο του 5%.
Επίσης, από τη στιγμή που θα υποβληθεί στο ΧΑ ένας «νοικοκυρεμένος» φάκελος, δεν απαιτούνται -όπως εκτιμάται- ούτε δύο μήνες προκειμένου να ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία.
Το πρώτο συμπέρασμα που θα μπορούσε να προκύψει από όλα αυτά είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει προσοχή από το «οικοσύστημα» προκειμένου να μη δούμε στο μέλλον «σαπάκια» να εισέρχονται στην ΕΝΑ.
Το δεύτερο ότι δεν φαίνεται να υπάρχει κανένας προφανής λόγος για μια εταιρεία να εισέλθει στο ΧΑ μέσα από τη χρήση κάποιου «οχήματος». Και αυτό γιατί η απευθείας εισαγωγή της καθίσταται απλούστερη, ταχύτερη και σαφώς φθηνότερη.
Ας είναι λοιπόν περισσότερο προσεκτικοί όσοι αγοράζουν μετοχές μιας εταιρείας, επειδή απλά και μόνο «προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως όχημα».
ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ: Μπορεί να είναι παντοτινά, η ζήτησή όμως μάλλον όχι. Ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο, η De Beers, αναγκάζεται τώρα να αποθηκεύσει απούλητες «πέτρες» ως αντίδραση στη μείωση του ενδιαφέροντος και -φυσικά- των τιμών. Επέτρεψε, μάλιστα, στους πελάτες της να αρνηθούν να αποκτήσουν όλα τα διαμάντια τα οποία είχαν συμφωνήσει να αγοράσουν.
Η συγκεκριμένη αγορά ήταν ένας από τους μεγάλους νικητές της πανδημίας, καθώς πολλοί εγκλωβισμένοι στο σπίτι στράφηκαν στην αγορά κοσμημάτων και άλλων ειδών πολυτελείας. Αλλά καθώς οι οικονομίες άνοιξαν, η ζήτηση μειώθηκε γρήγορα, αφήνοντας πολλούς στον χώρο με πλεονάζοντα αποθέματα, για τα οποία είχαν πληρώσει πολύ ακριβά.
Η απόφαση της De Beers να επιτρέψει στους πελάτες να αρνηθούν τα αγαθά ήταν η τελευταία σε μια σειρά ολοένα και πιο απελπισμένων κινήσεων στον κλάδο για να αναχαιτιστεί η φετινή βουτιά στις τιμές των διαμαντιών. Ο αντίπαλος της De Beers, η ρωσική Alrosa, ακύρωσε ήδη όλες τις πωλήσεις της για δύο μήνες, ενώ η αγορά στην Ινδία -το κυρίαρχο κέντρο κοπής και εμπορίας- σταμάτησε τις εισαγωγές...
ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ: Ικανοποιημένα για τις μέχρι σήμερα επιδόσεις της εταιρείας εμφανίζονται τα αδέλφια Γεωργιάδη, που μέσω της Sterner Stenhus έχουν επενδύσει σ’ αυτή. Όπως μάλιστα σημειώνουν, οι πωλήσεις «τρέχουν» με +30%.
Το ερώτημα είναι αν θα συνεχίσουν τις επενδύσεις στον ελληνικό αμπελώνα. Μια πρώτη απάντηση έχει δοθεί ήδη από την περασμένη Άνοιξη, όταν σε εκδήλωση με αφορμή την επίσημη παρουσίαση της Μπουτάρης υπό τον έλεγχό τους επιβεβαίωσαν ότι στο ραντάρ τους βρίσκονται και άλλα οινοποιεία για πιθανές εξαγορές.
Για το εάν σε αυτά είναι και η «Τσάνταλης» δεν μπορούμε να πάρουμε και όρκο. Η γνωστή οινοποιία δεν παράγει εδώ και αρκετούς μήνες και αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για όποιον επενδυτή ενδιαφερθεί. Οπως και τα χρέη της.
Στα θετικά, φυσικά, συγκαταλέγεται το brand και οι ετικέτες ΠΟΠ (Προϊόν Ονομασίας Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προϊόν Γεωγραφικής Ένδειξης) που έχει στα χέρια της. Το τελευταίο κρατήστε το: μην εκπλαγείτε αν δείτε σύντομα να γίνονται deals με μοναδικό σκοπό αυτά τα σήματα. Κάτι ακούει η στήλη για τη Σαντορίνη και για ένα μικρό οινοποιείο που φλερτάρουν πολύ μεγάλοι παίκτες.
Υ.Γ. Σε άλλα νέα, πριν από λίγα εικοσιτετράωρα ιδρύθηκε η Vinitus Μονοπρόσωπη AE, με αντικείμενο μεταξύ άλλων την παραγωγή και εμφιάλωση, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων (φασόν), κρασιών, οινοπνευματωδών ποτών, ξιδιού, κ.ά. και διαχειριστή τον Παναγιώτη Μπαρκονίκο, που είναι υψηλόβαθμο στέλεχος διαφόρων εταιρειών των αδελφών Γεωργιάδη.