MEBΓΑΛ: «Δημιουργικός αναβρασμός» επικρατεί στη ΜΕΒΓΑΛ, ενόψει της συμφωνίας με τις τράπεζες Eurobank, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς, για την αναδιάρθρωση του δανεισμού της.
Σύμφωνα με πηγές της εταιρείας, η συμφωνία δεν θα αργήσει, καθώς σταδιακά ξεπερνιούνται τα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Ωστόσο, η υπογραφή του MoU, στις 25 Απριλίου, «έδωσε» νέο αέρα στην επιχείρηση, η οποία εντός του μήνα ετοιμάζεται να λανσάρει ένα καινοτόμο προϊόν στην κατηγορία των επιδορπίων γιαούρτης.
«Φαίνεται σε όλα επίπεδα, από τους εργαζόμενους έως τα ανώτατα στελέχη, η αλλαγή του κλίματος» υπογραμμίζουν οι ίδιες πηγές, σημειώνοντας ότι η αναδιάρθρωση του δανεισμού θα διευκολύνει πολλές λειτουργίες της επιχείρησης, ενώ θα βελτιώσει περαιτέρω τις σχέσεις της εταιρείας με τους προμηθευτές.
Για το 2017, η εταιρεία στοχεύει σε αύξηση του τζίρου της και επιπλέον προγραμματίζει και υλοποιεί επενδύσεις ύψους περίπου 4 εκατ. ευρώ σε βάθος τριετίας, οι οποίες θα δαπανηθούν για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών μονάδων του εργοστασίου, με άμεση προτεραιότητα τον τομέα της γιαούρτης.
Ωστόσο, για τη γενικότερη στρατηγική της εταιρείας, τα στελέχη της συνιστούν «υπομονή», καθώς αυτή θα ξεδιπλωθεί μετά την αναδιάρθρωση του δανεισμού.
ΔΕΠΑ: Ισχυρό πρώτο τρίμηνο είχε η εταιρεία, όπως προκύπτει από τις αναλυτικές οικονομικές καταστάσεις του ομίλου ΕΛΠΕ.
Τα EBITDA της ΔΕΠΑ, σε ενοποιημένη βάση, εκτινάχθηκαν στα 116,2 εκατ. ευρώ από 75,3 εκατ. ευρώ στο αντίστοιχο περσινό διάστημα και τα κέρδη προ φόρων στα 100,3 εκατ. ευρώ (58,4 εκατ. ευρώ πέρυσι).
Τα καθαρά κέρδη περιόδου ανήλθαν στα 77,17 εκατ., εκ των οποίων τα 27 εκατ. αντιστοιχούν στην Ελληνικά Πετρέλαια ΑΕ, ως κάτοχο του 35%
Alpha Trust ΑΕΔΑΚ: Από το καλοκαίρι του 2008 (όταν εισήχθη στην Εναλλακτική Αγορά του ΧΑ), η Alpha Trust ΑΕΔΑΚ έχει επιστρέψει στους μετόχους της 14,48 ευρώ ανά σημερινή μετοχή, ή το 25,7% της τιμής εισαγωγής της, ή ένα ποσό που αντιστοιχεί σε ετήσια απόδοση 2,86%.
Η μετοχή, παρά την πτώση της, έχει υπεραποδώσει σε σχέση με τον Γενικό Δείκτη (-66% έναντι -81%), ωστόσο η εμπορευσιμότητά της διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα.