Το έργο το έχουμε ξαναδεί: Κάθε φορά που η ελληνική πλευρά προωθεί, ασύντακτα, αιτήματα αλλαγής υφιστάμενων δεσμεύσεων ή μέτρων που έχουν υλοποιηθεί, οι θεσμοί φέρνουν μια ακόμη χειρότερη για τα εγχώρια συμφέροντα λύση.
Το ίδιο κινδυνεύουμε να ζήσουμε και στην υπόθεση των πλειστηριασμών.
Όπως είναι γνωστό, υπάρχει στα σπάργανα κίνημα που μπλοκάρει τη διενέργεια πλειστηριασμών στα ειρηνοδικεία, οδηγώντας τους συμβολαιογράφους να απέχουν, πρακτικά, από τα καθήκοντά τους.
Μπροστά στο παραπάνω πρόβλημα, οι θεσμοί έχουν έτοιμη τη λύση: ζητούν να θεσμοθετηθεί, άμεσα, η μεταφορά στους διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων (servicers) και της διαχείρισης των εξασφαλίσεων, που έχουν ληφθεί για τα παραπάνω δάνεια.
Δηλαδή, των ακινήτων αλλά και των υπόλοιπων εγγυήσεων, που έχουν πάρει οι τράπεζες.
Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, που υιοθετήθηκε προ μερικών μηνών, προβλέπει ότι η διαχείριση των εξασφαλίσεων παραμένει στις τράπεζες, όταν το δάνειο δίνεται σε τρίτο να το διαχειριστεί.
Μάλιστα, υπήρξε άτυπη συμφωνία το πλαίσιο να ψηφισθεί, με την παραπάνω μορφή και σε εύθετο χρόνο (σ.σ. το 2018 αναφέρουν τραπεζικές πηγές) να διενεργούνταν τροποποίηση, που θα επέτρεπε και τη μεταβίβαση της διαχείρισης των εξασφαλίσεων στους servicers.
Τώρα οι θεσμοί το φέρνουν μπροστά καθώς, αφενός, εκτιμούν ότι οι ξένοι διαχειριστές δεν θα επηρεάζονται από τις κοινωνικές αντιδράσεις όσο οι τράπεζες, αφετέρου, πιστεύουν ότι έχουν την τεχνογνωσία να στήσουν γρήγορα πλατφόρμες ηλεκτρονικών πλειστηριασμών σε συνεργασία με μεσιτικά γραφεία.
Ποιος θα χάσει; Οι πολίτες, η κυβέρνηση και βεβαίως οι τράπεζες.
Αλλά ποιος τα υπολογίζει αυτά, όταν στις εντυπώσεις κερδίζουμε...