Η κυβέρνηση προσδοκά να ολοκληρωθούν εντός του Δεκεμβρίου τόσο η θετική αξιολόγηση από την τρόικα όσο και η διαπραγμάτευση με την Ευρώπη για το νέο πρόγραμμα.
Έτσι, θα δημιουργηθούν, όπως πιστεύουν κυβερνητικοί παράγοντες, οι προϋποθέσεις για αναβαθμίσεις στην πιστοληπτική ικανότητα της χώρας από ξένους οίκους.
Ο κ. Βενιζέλος το έθεσε χαρακτηριστικά σημειώνοντας πως «η αναβάθμιση της οικονομίας θα μας δώσει ένα bonus πολύ μεγαλύτερο από πολλές ώρες πολιτικής διαπραγμάτευσης για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και την αναστήλωση του προσώπου της. Αυτή είναι η πρώτη προτεραιότητα».
Η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να προσδοκά σε αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας.
Κάτι τέτοιο θα διευκόλυνε σημαντικά τον δανεισμό του Δημοσίου από τις αγορές και την άντληση ρευστότητας ή και κεφαλαίων από τις τράπεζες, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η οικονομία και να ενισχυθούν οι ίδιες με ποιοτικότερης διαβάθμισης κεφάλαια.
Το ερώτημα είναι αν το πολιτικό ρίσκο αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας.
Τα πρώτα μηνύματα είναι ενθαρρυντικά.
Η Moody's απέφυγε να αναθεωρήσει την αξιολόγησή της για τις ελληνικές τράπεζες αμέσως μετά τα ευρήματα του stress test, όπως έκανε για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές.
Επιφυλάχθηκε να το πράξει αφού πρώτα αξιολογήσει τα ευρήματα, συνυπολογίζοντας εξελίξεις που θα επηρεάσουν την κεφαλαιακή τους θέση.
Όπως αναφέρει η ίδια η Moody's θα συνυπολογίσει τις αλλαγές που επέρχονται από τη μετατροπή των προσωρινών αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων σε οριστικές και τη μετατροπή του capital buffer του ΤΧΣ σε γραμμή πιστωτικής διευκόλυνσης.
Δηλαδή, ο οίκος περιμένει τις εξελίξεις στο μέτωπο του χρέους (επιστροφή μέρους ή του συνόλου των 11,4 δισ. ευρώ και χορήγηση γραμμής πιστωτικής διευκόλυνσης) για να αξιολογήσει την πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών.
Που σημαίνει ότι θα επαναξιολογήσει και την ελληνική οικονομία υπό τις πιθανές θετικές εξελίξεις (μείωση χρέους, χορήγηση γραμμής πιστωτικής διευκόλυνσης).