Πριν από μερικούς μήνες ένα σκάνδαλο μεγατόνων έσκασε στην Ισπανία. Ενας από τους μεγαλύτερους ομίλους ιχθυοκαλλιεργειών και επεξεργασίας ψαριών στον κόσμο, η Pescanova, υπέβαλε στις 15 Απριλίου 2013, αίτηση για ένταξή της στις διαδικασίες του πτωχευτικού κώδικα. Τα χρέη της προς πιστωτές ξεπερνούσαν εκείνη τη στιγμή το 1,5 δισ. ευρώ.Ο έλεγχος της ισπανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ο οποίος ξεκίνησε πριν την αίτηση πτώχευσης, όταν διαπιστώθηκε ότι οι οικονομικές καταστάσεις 2012 της Pescanova δεν συμμορφωνόταν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, έβγαλε... λαυράκια.
Όπως φαίνεται η προηγούμενη διοίκηση της Pescanova εξαπατούσε τις πιστώτριες τράπεζες, αλλά και το επενδυτικό κοινό, μέσω των αποθεμάτων.
«Φούσκωνε», δηλαδή, τα αποθέματα, βελτιώνοντας τα αποτελέσματα σε επίπεδο προ φόρων, ενώ την ίδια στιγμή οι ταμειακές ροές της επιδεινώνονταν ραγδαία. Και σαν να μην έφθανε αυτό, ο μεγαλομέτοχος της Pescanova πούλησε το τρίμηνο πριν την αίτηση πτώχευσης σημαντικό μέρος των μετοχών του χωρίς να το γνωστοποιήσει προκειμένου να δανείσει (!) την εταιρεία του.
Το σκάνδαλο της Pescanova αποκάλυψε ανάγλυφα τα παιχνίδια που μπορούν να παιχθούν με τα αποθέματα στις ιχθυοκαλλιέργειες επηρεάζοντας τα αποτελέσματα και εξαπατώντας αρχές, επενδυτικό κοινό, τράπεζες και λοιπούς πιστωτές.
Υπάρχουν ακόμη και υποψίες για «μαύρες» πωλήσεις φρέσκων ψαριών, με αποτέλεσμα τα μεν αποθέματα να παραμένουν «φουσκωμένα», οι δε εισπράξεις να πηγαίνουν στις τσέπες των επιτηδείων.
Η μόνη λύση για τις πιστώτριες τράπεζες της Pescanona είναι οι αγωγές για καταδολίευση πιστωτών, ενώ οι ορκωτοί που υπέγραφαν τις οικονομικές καταστάσεις παραπέμπονται και αυτοί στη δικαιοσύνη.
Για να διασωθεί ο ισπανικός κολοσσός και να μην αναγκασθούν οι τράπεζες να γράψουν το σύνολο της ζημιάς απαιτείται με βάση το σχέδιο αναδιάρθρωσής της, κεφάλαιο κίνησης 185 εκατ. ευρώ μόνο για το πρώτο έτος.
Τόσο το υπολόγισε η PwC στην έκθεση σκοπιμότητας, που συνέταξε για λογαριασμό της ισπανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Το παράδειγμα της Pescanova θα έπρεπε να απασχολήσει και τις ελληνικές τράπεζες.
Πρώτον λόγω των υψηλών δανείων που έχουν χορηγήσει στους εγχώριους μεγάλους ομίλους του κλάδου και δεύτερον λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης των οικονομικών μεγεθών τους.
Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου της φετινής χρήσης κάποιες εταιρείες εμφάνισαν ζημιές σε επίπεδο EBITDA, που έφθασαν ως και τα 25 εκατ. ευρώ.
Οι τράπεζες δηλώνουν προς το παρόν την ανησυχία τους στις συναντήσεις με τις διοικήσεις ενώ δεν λείπουν και οι -έμμεσες- προειδοποιήσεις για ριζοσπαστικές λύσεις όπως η κεφαλαιοποίηση δανείων.
Προς το παρόν, όμως, δεν δείχνουν έτοιμες να κάνουν πράξη τις απειλές τους καθώς λείπουν αξιόπιστοι managers, που θα μπορούσαν μαζί με στρατηγικούς επενδυτές, να πρωταγωνιστήσουν στην αναδιάρθρωση του κλάδου.
Εν τω μεταξύ ο καιρός περνάει και οι τσιπούρες όλο και παχαίνουν...