Προοπτικές ενίσχυσης του χρηματιστηρίου

Ο κ. Στρατής Σαραντινός, γενικός διευθυντής της Κύπρου ΑΕΔΑΚ και διευθυντής Asset Management, διαπιστώνει βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και μιλά για ενίσχυση των χρηματιστηριακών αγορών.

Προοπτικές ενίσχυσης του χρηματιστηρίου
του Στρατή Σαραντινού, γενικού διευθυντή της Κύπρου ΑΕΔΑΚ & διευθυντή Asset Management

”Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2002 διαπιστώνεται βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος (ΑΕΠ, πληθωρισμός, βιομηχανική παραγωγή, ανεργία), με τη σταδιακή ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας, κυρίως στις ΗΠΑ. Εντούτοις, δεν έχει οριστικοποιηθεί η δυναμική της ανάκαμψης αυτής, γεγονός που οδηγεί τη Fed σε επιφυλακτική επιτοκιακή πολιτική. Με την προοπτική αύξησης του ρυθμού του ΑΕΠ, και πιθανή αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων, οι αγορές προεξοφλούν ανοδική πορεία στα επιτόκια από το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Οι εξελίξεις αυτές ενισχύουν τις χρηματιστηριακές αγορές, ενώ θεωρούνται λιγότερο φιλικές για τις αγορές ομολόγων. Παράλληλα η βελτίωση της κερδοφορίας εταιρειών μεγάλης κεφαλαιοποίησης ενισχύει τις προσδοκίες για θετική πορεία των χρηματιστηριακών αγορών μεσοπρόθεσμα, καθώς, στους κύκλους της οικονομίας, η κερδοφορία μεγεθύνεται ένα με δύο τρίμηνα μετά τη φάση ύφεσης, με αύξηση πωλήσεων, έλεγχο κόστους και σταθεροποίηση του περιθωρίου κέρδους.

Σε περιόδους διακυμάνσεων των κεφαλαιαγορών, οι επενδυτές αναζητούν οργανωμένες μορφές asset management και τα αμοιβαία κεφάλαια αποτελούν ελκυστική επενδυτική επιλογή. H αγορά συλλογικών επενδύσεων κεφαλαίων αναδείχθηκε ως η πλέον δυναμικά αναπτυσσόμενη αγορά του χρηματοοικονομικού τομέα κατά την δεκαετία 1990-2000, καθώς ευνοήθηκε ιδιαίτερα από την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και την συνδεδεμένη άνοδο των χρηματιστηριακών αγορών. Σύμφωνα με στοιχεία της FEFSI, ο δείκτης των υπό διαχείριση κεφαλαίων ως ποσοστού του ΑΕΠ στην ευρωζώνη ανήλθε σε 52% το 2000 (από 23% το 1995), ενώ αντίστοιχα το ανά κεφαλή επενδυόμενο ποσό ανήλθε σε 11.600 euro (από 4.000 euro).

Τα υπό διαχείριση κεφάλαια το 2000 ανήλθαν σε 4,5 τρισ. euro (από 500 εκατ. euro το 1990), με ποσοστό 79% να αντιστοιχεί στην αγορά αμοιβαίων κεφαλαίων (3,6 τρισ. euro), ενώ οι αντίστοιχες επενδύσεις στις ΗΠΑ ήταν διπλάσιες (7,8 τρισ. euro). Οι επενδύσεις σε αμοιβαία κεφάλαια στην ελληνική αγορά κατέχουν ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό (1%) συγκριτικά με την ευρωζώνη, με σημαντικά περιθώρια περαιτέρω αύξησης του μεριδίου αγοράς.

Οι προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης των επενδύσεων μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων εκτιμώνται ως ιδιαίτερα θετικές.

Τα κυριότερα πλεονεκτήματα των αμοιβαίων κεφαλαίων εστιάζονται στην εξειδικευμένη διαχείριση, επιλογή χαρτοφυλακίου ανάλογα με το επενδυτικό profile (απόδοσης-κινδύνου), επίτευξη διασποράς επενδυτικού κινδύνου λόγω διαφοροποίησης (diversification) του χαρτοφυλακίου, άμεση πρόσβαση στις εγχώριες και διεθνείς κεφαλαιαγορές και χαμηλό κόστος επένδυσης λόγω της συλλογικής φύσης των επενδύσεων (pooling of assets). Με βάση τα τρέχοντα μακροοικονομικά, μικροοικονομικά και τεχνικά δεδομένα, ένα ενδεικτικό ισορροπημένο επενδυτικό χαρτοφυλάκιο μπορεί να έχει την ακόλουθη διάρθρωση: ένα 40% σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων, το 20% σε μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια, από 15% σε ομολογιακά και μικτά αμοιβαία κεφάλαια και το υπόλοιπο 10% σε δυναμικά αμοιβαία κεφάλαια”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v