Τελικά, ποια θα είναι η επίπτωση των βραχυπρόθεσμων μέτρων που αποφάσισε το Eurogroup στο ελληνικό χρέος;
Εχει δίκιο η κυβέρνηση που πανηγύριζε, μιλώντας για μείωση του χρέους κατά 45 δισ. ευρώ, ή η αντιπολίτευση που τα υποβάθμισε, δίνοντας βάρος στο μη κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης;
Η απάντηση είναι πως ούτε το ένα, ούτε το άλλο είναι σωστό. Κατ’ αρχάς τα βραχυπρόθεσμα μέτρα αφορούν ένα μέρος του συνολικού χρέους. Τα δάνεια ύψους 131 δισ. ευρώ που έχει λάβει η Ελλάδα από τον EFSF.
Θα είναι ευχής έργον, αν το συνολικό ποσό των δανείων μετατραπεί από κυμαινόμενο επιτόκιο σε σταθερό, αλλά θα ήταν έκπληξη. Αλλωστε ο ESM μιλά για κάτι παραπάνω από 42 δισ. ευρώ.
Οι ανταλλαγές επιτοκίων (swaps) που απαιτούνται, μπορούν να επηρεάσουν το κόστος δανεισμού και την πιστοληπτική ικανότητα του ESM. Επομένως, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) θα το λάβει υπόψη του όπως αναφέραμε πριν λίγο καιρό.
Οι επιπτώσεις των βραχυπρόθεσμων μέτρων εξαρτώνται λοιπόν σε πρώτη φάση από το ποσό των δανείων του EFSF στα οποία θα εφαρμοσθούν.
Αναμφίβολα, τα μέτρα θα συμβάλουν στη βελτίωση της φερεγγυότητας του ελληνικού χρέους με δύο τρόπους.
Πρώτον, συμβάλλοντας στη διατήρηση των ετήσιων χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας κάτω από το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, καθώς τα υπερβάλλοντα ποσά για τοκοχρεολύσια σε κάποιες χρονιές θα «απλωθούν» στο μέλλον.
Δεύτερον, στη μείωση της παρούσας αξίας του χρέους.
Όμως, η τελευταία είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αφού ενέχει μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας αφού ο χρονικός ορίζοντας της ανάλυσης του χρέους φθάνει το 2060.
Πόσο ορθή είναι η σημερινή πρόβλεψη για τα επιτόκια των επόμενων δεκαετιών;
Γι’ αυτό τον λόγο, το νούμερο των 45 δισ. ευρώ ως αυτό που προέβαλε η κυβερνητική πλευρά ως μείωση του χρέους από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα θα πρέπει να γίνει δεκτό με επιφυλάξεις.
Οσοι γνωρίζουν πώς βγαίνει το νούμερο και σε ποιες υποθέσεις για τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων στηρίζεται, θα ήταν χρήσιμο να τα εξηγήσουν.
Για να δώσουμε ένα μέτρο σύγκρισης: Η επαναγορά ελληνικών ομολόγων ονομαστικής αξίας 30-31 δισ. ευρώ αντί 11 δισ. στα τέλη του 2012 απέφερε τη μείωση του χρέους κατά 20 δισ. ευρώ.
Με μέσο επιτόκιο 2,5% μέχρι το 2016, η μελλοντική αξία της μείωσης ξεπερνά τα 60 δισ. ευρώ και με μέσο επιτόκιο στο 3%, ξεπερνά τα 80 δισ. το 2060.