Ο πιο σοβαρός λόγος που η Ελλάδα δεν βγήκε στις αγορές νωρίτερα από τον περασμένο Απρίλιο ήταν οι διεθνείς πιστωτές της χώρας. Ανάμεσα στους δύο, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ, το δεύτερο ήταν εκείνο που είχε τις μεγαλύτερες αντιρρήσεις.
Με βάση την εικόνα που έχουμε, το ΔΝΤ εστίαζε κυρίως στο υψηλότερο κόστος δανεισμού από τις αγορές σε σύγκριση με τα δάνεια του EFSF και στις επιπτώσεις που θα είχε στη φερεγγυότητα του χρέους. Ενστάσεις προέβαλε επίσης για τις ενδεχόμενες συνέπειες που θα είχε στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Το ΔΝΤ, όπως και η Ε.Ε., εκτιμούσε ότι θα λειτουργούσε αρνητικά.
Δεν ήταν μόνο ο κ. Τόμσεν. Ήταν κι άλλοι/άλλες που συνδέονταν με το ΔΝΤ, ακόμη κι από παλιά, που επιχειρηματολογούσαν εναντίον της εξόδου στις αγορές επισκεπτόμενοι/νες κυβερνητικά γραφεία.
Όμως, η επιτυχής έξοδος της Ελλάδας στις αγορές και το ράλι στις αγορές χρέους που έχει συμπιέσει τις αποδόσεις των ομολόγων της ευρωπεριφέρειας έχουν αλλάξει άρδην την κατάσταση.
Σε αυτό έχει συμβάλει η καλύτερη του αναμενομένου δημοσιονομική επίδοση του 2013 και η εκτίμηση για επίτευξη του φετινού στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Το ΔΝΤ διαπιστώνει ότι είναι πιθανότερο να πάρει πίσω τα 29 δισ. ευρώ που έχει δανείσει στην Ελλάδα αν η τελευταία μπορεί να αντλεί λεφτά από τις αγορές, παρά το αντίθετο. Αυτό εξηγεί την αλλαγή της στάσης του απέναντι στο ενδεχόμενο νέας εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, γεγονός που είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ εδώ και καιρό.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΔΝΤ Τζέρι Ράις το επιβεβαίωσε χθες, μιλώντας για «βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση» όταν κλήθηκε να σχολιάσει τις πληροφορίες για νέα έκδοση ομολόγου.