Η κυβέρνηση επιχαίρει, και δικαίως, για τα δίδυμα πλεονάσματα στο πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών την προηγούμενη χρονιά.
Ειδικότερα στο δεύτερο, η βελτίωση είναι ραγδαία από το 2012 και μετά.
Θυμίζουμε ότι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανήλθε σε 4,6 δισ. ευρώ το 2012 από 20,6 δισ. το 2011, 22,5 δισ. το 2010 και 25,8 δισ. ευρώ το 2009.
Η χρονιά-ρεκόρ για το έλλειμμα ήταν το 2008 με 35 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση αναμένει πλεόνασμα το 2013. Στο 11μηνο, το πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο ξεπερνούσε το 1,4 δισ. ευρώ.
Για πολλούς, ο εκτροχιασμός του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν αποτέλεσμα της απώλειας της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Αν η ανταγωνιστικότητα αποκαθίστατο, το έλλειμμα του ισοζυγίου θα έκλεινε.
Η εσωτερική υποτίμηση υπο τη μορφή χαμηλότερων μισθών υποτίθεται ότι ήταν η σωστή θεραπεία.
Όμως, έρχεται σήμερα μια νέα μελέτη από τους οικονομολόγους Jose Luis Sanchez και Αριστομένη Βαρουδάκη, οι οποίοι εργάζονται στο γραφείο του επικεφαλής οικονομολόγου της Παγκόσμιας Τράπεζας, και αμφισβητεί αυτήν την προσέγγιση.
Κατ' αυτούς, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, όπως μετριέται από το εργατικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος, είχε πολύ μικρή συμβολή στη βελτίωση του ισοζυγίου.
Αντίθετα, τη μερίδα του λέοντος στη βελτίωση είχε η μείωση της εσωτερικής ζήτησης.
Αυτό φάνηκε στις εισαγωγές προϊόντων αφού περιορίσθηκαν στα 41,6 δισ. ευρώ το 2012 από 46 δισ. το 2009 και 64 δισ. το 2008.
Φυσικά, η μείωση των μισθών έπαιξε ρόλο στη συμπίεση της εσωτερικής ζήτησης και από εκεί εμμέσως στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Όμως, προκάλεσε επίσης αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος εις βάρος των μισθωτών.