O κλάδος των κατασκευών είναι ένας από εκείνους που έχουν χτυπηθεί περισσότερο από την οικονομική κρίση.
Η κατακόρυφη πτώση της ιδιωτικής και της δημόσιας κατασκευαστικής δραστηριότητας αποτυπώθηκε με διάφορους τρόπους.
Ένας από αυτούς ήταν η κατανάλωση τσιμέντου.
Στο απόγειο της κατασκευαστικής δραστηριότητας την προηγούμενη δεκαετία, η ζήτηση τσιμέντου ξεπέρασε τους 11 εκατ. τόνους το 2007. Από τότε έχει κάνει μακροβούτι, υποχωρώντας στους 2,5 εκατ. τη φετινή χρονιά, εκτιμούν παράγοντες του χώρου της τσιμεντοβιομηχανίας.
Είναι φυσικό αφού τα πολυδιαφημισμένα μεγάλα έργα δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη και η ιδιωτική κατασκευαστική δραστηριότητα αφορά κυρίως μικρής έκτασης έργα, μερεμέτια κ.τ.λ.
Θα πρέπει να πάει κάποιος πίσω στο μακρινό 1963 για να δει παρόμοιο επίπεδο κατανάλωσης τσιμέντου.
Ακόμη και τη δεκαετία του 1980, που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η καλύτερη για τον κλάδο, η μέση κατανάλωση τσιμέντου κυμαινόταν γύρω στους 6 εκατ. τόνους. Όμως, υπάρχει κάτι που κάνει τα στελέχη του κλάδου να αισιοδοξούν.
Η κατανάλωση για τσιμέντο πέφτει με πολύ χαμηλότερους ρυθμούς πλέον και δείχνει να πλησιάζει σε αυτό το επίπεδο που αποκαλούμε πάτο. Φυσικά, η ζήτηση έχει πέσει τόσο χαμηλά που είναι δύσκολο να πάει πολύ πιο κάτω σε περίοδο ειρήνης. Είναι όμως θετικό σημάδι.
«Λίγο να πάρει μπροστά η οικοδομική δραστηριότητα ή και να ξεκινήσουν κάποια μεγάλα έργα, το αποτέλεσμα θα φανεί αμέσως», αναφέρει ο Τάκης Κανελλόπουλος της Τιτάν.
Οι εκτιμήσεις των στελεχών της τσιμεντοβιομηχανίας ταιριάζουν με τα πιο πρόσφατα στοιχεία για το ΑΕΠ που δείχνουν επιβράδυνση στη συρρίκνωση της οικονομίας το β΄ τρίμηνο.
Η τσιμεντοβιομηχανία ούτε προπορεύεται, ούτε ακολουθεί την οικονομική δραστηριότητα. Μάλλον συμβαδίζει με τις μεταβολές του ΑΕΠ.
Επομένως, οι προβλέψεις που θέλουν η οικονομία να πιάνει φέτος πάτο συμβαδίζουν με τις ενδείξεις ότι η ζήτηση τσιμέντου πλησιάζει στο χαμηλότερο σημείο της.