Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τράπεζες: Είναι αποτελεσματική η συγκέντρωση;

Μέγεθος ισοδύναμο με μία και μόνο μεσαία ευρωπαϊκή τράπεζα αντιπροσωπεύουν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και οι πέντε μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες σε όρους κεφαλαιοποίησης, αναφέρει σε μελέτη της η Alpha Bank. Αναλυτικά στοιχεία για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, την αποτελεσματικότητα των συγχωνεύσεων, αλλά και για τα μερίδια αγοράς.

Τράπεζες: Είναι αποτελεσματική η συγκέντρωση;
Μέγεθος ισοδύναμο με μία και μόνο μεσαία ευρωπαϊκή τράπεζα αντιπροσωπεύουν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και οι πέντε μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες σε όρους κεφαλαιοποίησης.

Αυτό αναφέρει η Alpha Bank στο τριμηνιαίο οικονομικό δελτίο της (Μάρτιος 2005), όπου σχολιάζει την περίπτωση των ελληνικών τραπεζών όσον αφορά στη συγκέντρωση και την αποτελεσματικότητα.

Σε αυτό το πλαίσιο, άλλωστε, επισημαίνεται πως η κάθε τράπεζα μόνη της είναι μάλλον μικρή για να παίξει κάποιο ρόλο στο επίπεδο του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού.

Ειδικότερα, αναφερόμενη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η Alpha Bank σημειώνει πως χαρακτηρίζεται ως μια τοπική, μικρή σε μέγεθος αγορά με υψηλή σχετικά κερδοφορία, η οποία επιταχύνεται κάτω από συνθήκες διαρκώς εντεινόμενου ανταγωνισμού.

Ενδεικτικά αναφέρεται πως το σύνολο του ενεργητικού του τραπεζικού συστήματος ως ποσοστό του ΑΕΠ παρουσιάζει σημαντική αύξηση και το 2003 διαμορφώθηκε στο 132%, ενώ η ένταση του ανταγωνισμού επέφερε μείωση στη διαφορά μεταξύ του μέσου επιτοκίου χορηγήσεων και καταθέσεων, και συγκεκριμένα στο 4,9% το 2003, έναντι 6,5% στο τέλος του 2000.

Σημειώνεται επίσης πως το 2004 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 21 εμπορικές τράπεζες με μερίδιο αγοράς 81%, 24 ξένες τράπεζες με μερίδιο αγοράς 10% και, τέλος, 20 συνεταιριστικές τράπεζες και ειδικοί πιστωτικοί οργανισμοί που κατείχαν το υπόλοιπο μερίδιο αγοράς.

Πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν επίσης διεισδύσει στην ελληνική αγορά, είτε μέσω επενδύσεων σε ελληνικές τράπεζες είτε με τη δημιουργία δικτύου καταστημάτων για την προώθηση των προϊόντων τους και των υπηρεσιών τους, ενώ η διείσδυση των ξένων ευρωπαϊκών τραπεζών σε εγχώριο επίπεδο δεν θεωρείται εκτεταμένη.

Σημειώνεται πως στην Ελλάδα πέντε μεγάλες τράπεζες απολαμβάνουν σήμερα σημαντικά μερίδια αγοράς (Εθνική, Alpha, Eurobank, Εμπορική και Πειραιώς), ενώ οι υπόλοιπες περιορίζονται σε μερίδια κάτω του 3%.

Σε ό,τι αφορά τις πέντε ”μεγάλες” τράπεζες, η Εθνική συνεχίζει να χάνει μερίδιο αγοράς και από το 31% του ενεργητικού που κατείχε το 1997, περιορίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2004 στο 22,4%, ενώ οι υπόλοιπες έχουν καταφέρει να αυξήσουν σημαντικά τα μερίδιά τους, με τις Alpha, Eurobank και Πειραιώς να καλύπτουν με ιδιαίτερα ταχείς ρυθμούς τη μεγάλη διαφορά που είχαν πριν από μερικά χρόνια από την Εθνική.

Η Εμπορική διατηρεί σταθερά μερίδιο αγοράς γύρω στο 8%, ενώ ταυτόχρονα επισημαίνεται πως η συρρίκνωση του μεριδίου αγοράς της Εθνικής και η αντίστοιχη διεύρυνση των μεριδίων αγοράς των άλλων μεγάλων τραπεζών είναι αποτέλεσμα του έντονου ανταγωνισμού που επικράτησε στην ελληνική αγορά μετά το 1995.

Από τη μελέτη πάντως προκύπτει ότι η δύναμη ελέγχου της αγοράς από τις μεγάλες τράπεζες έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια παρά τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης που επιδεικνύουν.

Συγκεκριμένα και ιδιαίτερα όσον αφορά στην Ελλάδα, η Alpha Bank αναφέρει πως παρατηρείται ότι τα επιτόκια καταθέσεων είναι από τα υψηλότερα της ζώνης του ευρώ, ενώ τα επιτόκια χορηγήσεων διαμορφώνονται σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα που δικαιολογεί η πιστοληπτική διαβάθμιση της Ελλάδας.

Ωστόσο, η δύναμη ελέγχου της αγοράς από τις μεγάλες τράπεζες έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια παρά τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης που επιδεικνύουν, επισημαίνει η Alpha Bank.

Εξηγεί δε πως αυτό οφείλεται στην απορρύθμιση, στην αποδιαμεσολάβηση και στην ενοποίηση της ευρωπαϊκής τραπεζικής αγοράς, που σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις αύξησαν τον ανταγωνισμό στις τοπικές αγορές και τις κατέστησαν πιο ευάλωτες.

Είναι χαρακτηριστικό πάντως πως οι ελληνικές τράπεζες παρουσίασαν την περίοδο 2001-2003 σημαντικά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους, με τις μεγαλύτερες τράπεζες να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη βελτίωση, αξιοποιώντας τις υφιστάμενες οικονομίες κλίμακος και ενισχύοντας τις θέσεις τους στην τοπική αγορά με παράλληλη αύξηση των μεριδίων αγοράς.

Μετά τις επωφελείς συγχωνεύσεις και εξαγορές οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες κατάφεραν να αξιοποιήσουν τις υφιστάμενες οικονομίες κλίμακος, καθώς τα λειτουργικά τους έξοδα ως ποσοστό των συνολικών εσόδων σημειώνουν σαφή πτώση.

Εξάλλου, η Alpha Bank τονίζει πως η παρατηρούμενη υψηλή συσχέτιση μεταξύ βαθμού συγκέντρωσης και κερδοφορίας αντανακλά τη δράση ενός τρίτου παράγοντα της υψηλής αποτελεσματικότητας των μεγαλύτερων σε μέγεθος τραπεζών, και όχι της χρήσης μονοπωλιακής δύναμης για την επίτευξη περισσότερων κερδών.

Επισημαίνει επίσης πως το κύμα συγχωνεύσεων και εξαγορών που ”συγκλόνισε” προς τα τέλη της περασμένης δεκαετίας την ευρωπαϊκή χρηματοοικονομική αγορά, και όχι μόνο, συνδέεται με την προσπάθεια των τραπεζών να αντεπεξέλθουν στον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό, μέσω είτε της ενίσχυσης της σχετικής δύναμής τους στην αγορά είτε της αξιοποίησης των οικονομιών κλίμακας και φάσματος.

Παράλληλα, αναφέρει πως προς το τέλος του 2003 ο αριθμός των τραπεζικών ιδρυμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση των ”15” περιορίστηκε στις 7.500 μονάδες, περίπου κατά 2.200 ή 23% λιγότερες από το 1997, με τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις και εξαγορές να είναι περιορισμένης έκτασης.

Η μείωση αυτή αποδίδεται σχεδόν αποκλειστικά στις συγχωνεύσεις και εξαγορές, ενώ συμπληρώνει πως η εν λόγω διαδικασία οδήγησε στη δημιουργία μεγαλύτερων τραπεζικών ιδρυμάτων σε εθνικό επίπεδο σε πολλές χώρες, αυξάνοντας τον βαθμό της συγκέντρωσης.

Ο βαθμός της συγκέντρωσης πάντως είναι υψηλότερος στις περισσότερες μικρότερες χώρες και χαμηλότερος στις μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το άθροισμα των 5 μεγαλύτερων τραπεζών το 2003 διαμορφώθηκε στο 67%, έναντι 56% το 1997.

Σε αυτό το πλαίσιο η Alpha Bank επισημαίνει πως η επιτάχυνση της συγκέντρωσης του τραπεζικού τομέα στην Ελλάδα προσδιορίζεται από τις αλλαγές που συντελέστηκαν στο θεσμικό και οικονομικό περιβάλλον της χώρας.

Συμπληρώνει δε, πως η τάση συγκέντρωσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απέκτησε ισχυρή δυναμική με αλλεπάλληλες εξαγορές και συγχωνεύσεις που πραγματοποιήθηκαν κυρίως την περίοδο 1996-2000.

Σχετικά με την αποτελεσματικότητα σημειώνεται πως προκειμένου να εκτιμηθεί καλύτερα η Alpha Bank έχει κατατάξει τις τράπεζες σε τρεις κατηγορίες.

Η πρώτη κατηγορία αποτελείται από τις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες (Εθνική, Alpha και Eurobank), η δεύτερη από τις αμέσως μικρότερες (Εμπορική και Πειραιώς) και η τρίτη από τις υπόλοιπες μικρότερες τράπεζες.

Οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες υπερτερούν στην αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων από τις δύο αμέσως μικρότερες, και πολύ περισσότερο από τις ακόμη μικρότερες τράπεζες.

Επίσης, ο λόγος λειτουργικών εξόδων προς το σύνολο των εσόδων είναι σαφώς χαμηλότερος για τις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες και αποτελεί σημαντική ένδειξη αφενός της αξιοποίησης των οικονομιών κλίμακος και αφετέρου της μεγαλύτερης δυνατότητας διαφοροποίησης προϊόντων.

Επιπλέον, σημειώνεται πως οι μεγαλύτερες τράπεζες αυξάνουν τα κέρδη τους, λόγω της δυνατότητας επέκτασης του δικτύου και του γεγονότος ότι πολλοί πελάτες χρειάζονται ή προτιμούν τις υπηρεσίες μεγαλύτερων τραπεζικών σχημάτων.

Επισημαίνεται πάντως πως επειδή η όξυνση του ανταγωνισμού απαιτεί μεγαλύτερα μεγέθη τραπεζικών ιδρυμάτων, οι τράπεζες επιδίδονται σε έναν αγώνα αύξησης των μεριδίων αγοράς επιστρατεύοντας και την τιμολογιακή τους πολιτική, με ευνοϊκά αποτελέσματα για τον καταναλωτή.

Επιμέλεια: Μαρίση Μπαλιούση

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v