Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πόλεμος μέχρις εσχάτων για το πετρέλαιο του Ιράκ

Ο αληθινός πόλεμος για το Ιράκ έχει ήδη ξεκινήσει, με τις πετρελαϊκές εταιρίες να ανταγωνίζονται για τα πλουσιότερα σε μαύρο χρυσό πεδία όχι μόνο σε διακρατικό επίπεδο, αλλά και στο... εσωτερικό των κρατών, ενώ καλά κρατεί και ο ανάλογος διπλωματικός ”πόλεμος”.

Πόλεμος μέχρις εσχάτων για το πετρέλαιο του Ιράκ
Όταν το 1927 ανακαλύφθηκε πετρέλαιο στην περιοχή του Κιρκούκ, στο Βόρειο Ιράκ, λίγοι αναλυτές θα μπορούσαν να φανταστούν τις επιπτώσεις που θα επέφερε ο μαύρος χρυσός στην περιοχή, με τις εκάστοτε υπερδυνάμεις να ανταγωνίζονται για την εκμετάλλευση του πλούτου μιας χώρας, η οποία ”κάθεται σε μια θάλασσα πετρελαίου”, όπως συνηθίζουν να λένε χαριτολογώντας οι αναλυτές.

Το πεδίο του Κιρκούκ αποδείχθηκε η κορυφή του παγόβουνου, αφού μέχρι πρότινος είχαν ανακαλυφθεί περίπου 12 σημαντικά πετρελαϊκά πεδία, κατατάσσοντας το Ιράκ στη δεύτερη θέση από πλευράς αποθεμάτων παγκοσμίως.

Οι πετρελαϊκές εταιρίες διαγκωνίζονται για την εκμετάλλευση των πλούσιων σε αποθέματα πετρελαίου εδαφών του Ιράκ. Αυτό είναι γωνστό και λίγο- πολύ αναμενόμενο. Πριν την έναρξη του επικείμενου πόλεμου έχει ήδη ξεκινήσει ένας αφανής πόλεμος για την ”σκύλευση του πτώματος”, δηλαδή την κατοχή του πετρελαίου.

Αναλυτές της αγοράς υποστηρίζουν ότι τα πετρέλαια του Ιράκ αποτελούν ένα από τα ”καλύτερα φιλέτα” παγκοσμίως αφού αντιπροσωπεύουν- σε βάθος χρόνου– κέρδη περίπου ύψους 40 δισ. δολαρίων, δίχως βέβαια ο υπολογισμός να μπορεί να είναι ακριβής.

Επιπλέον και σύμφωνα με στοιχεία του Global Energy Studies, εκεί, το λειτουργικό κόστος για κάθε βαρέλι πετρελαίου κυμαίνεται μεταξύ 50 – 75 σεντς την ίδια στιγμή που για τη Σ. Αραβία ανέρχεται σε 2,5 δολάρια ανά βαρέλι.

Παράλληλα, οι επενδύσεις, μεταξύ άλλων, σε υλικοτεχνική υποδομή για κάθε νέο βαρέλι υπολογίζεται να κυμανθούν στα 3.000 δολάρια στο Ιράκ, ενώ στη Σ. Αραβία το αντίστοιχο ποσό ανέρχεται σε 6.000 δολάρια.

Η κυβέρνηση του Σ. Χουσείν είναι σε θέση να γνωρίζει τα παραπάνω δεδομένα και, από το 1991, έχει επιδοθεί σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί τις αντιθέσεις και τους διπλωματικούς ανταγωνισμούς μεταξύ των κρατών, ”μοιράζοντας συμβόλαια” κυρίως σε μη αμερικανικές εταιρίες, ώστε να κερδίσει την εύνοια τους και ουσιαστικά να σπάσει το εμπάργκο που της έχει επιβληθεί.

Από το 1997 μάλιστα εκκρεμούν συμφωνίες πολλών δισεκατομμυρίων με εταιρίες για την εκμετάλλευση πετρελαϊκών πεδίων, οι οποίες είτε έχουν ”παγώσει”, είτε βρίσκονται σε φάση διαπραγματεύσεων.

Η Lukoil επί παραδείγματι έχει υπογράψει συμφωνία για την εκμετάλλευση του πεδίου της West Qurna, με δυνατότητα άντλησης 800.000 βαρελιών την ημέρα, ενώ η Total Fina Elf εξετάζει την εκμετάλλευση του πεδίου Nahr Bin Uman (450 χιλ. βαρέλια την ημέρα), αλλά οι εξελίξεις στο ζήτημα του Ιράκ έχουν διακόψει τις ομιλίες.

Διεθνείς αναλυτές τονίζουν, ότι στη περίπτωση νίκης των ΗΠΑ και ανατροπής του καθεστώτος, δεδομένο σχεδόν σίγουρο, οι αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρίες θα ευνοηθούν στο νέο μοίρασμα, ενώ άγνωστη θα παραμείνει η τύχη εκείνων που έχουν ήδη εδραιωμένα συμφέροντα.

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του προέδρου της ConocoPhilips, o oποίος τόνισε ότι ”ξέρει που βρίσκονται τα πλουσιότερα εδάφη σε πετρέλαιο και σκοπεύει να τα... ”αρπάξει” πριν από τους άλλους”.

Διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν σκωπτικά ότι η άρνηση της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Κίνας να δώσουν τη συγκατάθεσή τους για την επίθεση στο Ιράκ σχετίζεται άμεσα με την αβεβαιότητα που θα προκύψει από το νέο καθεστώς, αφού οι εταιρίες των συγκεκριμένων χώρων κατέχουν αυτή την εποχή κολοσσιαία συμφέροντα στο κράτος τηε Βαγδάτης.

Ο ανταγωνισμός όμως δεν είναι μόνο διακρατικός, αλλά επεκτείνεται και στο εσωτερικό των κρατών με προεξάρχουσα τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Πενταγώνου, θυγατρική της πετρελαϊκής Halliburton κέρδισε (ουσιαστικά δίχως διαγωνισμό) τη δυνατότητα να ”ανακατασκευάσει” τις πετρελαικές εγκαταστάσεις που θα καταστραφούν από τον πόλεμο.

Παράγοντες της αγοράς τονίζουν ότι έτσι, η Halliburton αποκτά σημαντικό προβάδισμα για την εκμετάλλευση ορισμένων πετρελαϊκών πηγών, ενώ ορισμένοι σπεύδουν να αποδώσουν την εξέλιξη στη γνωστή σχέση του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Ντ. Τσένει, με την εταιρία.

”Όλα συνδέονται με το πετρέλαιο”, καταλήγουν για μία ακόμη φορά αναλυτές της αγοράς, υπενθυμίζοντας την απάντηση που έδωσε η Γκ. Μέγιερ (πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ), όταν ερωτήθηκε γιατί βρίζει συνεχώς το Μωυσή: ”Διότι μας περιέφερε 40 χρόνια στην έρημο και μας έφερε στη μόνη περιοχή της Μ. Ανατολής που δεν έχει πετρέλαιο”, είχε απαντήσει.

Αρ. Δαμουλάκης

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v