Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η ύπαρξη στρεβλώσεων και η απουσία συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στην ελληνική οικονομία δύσκολα αμφισβητούνται.
Σε ακριβώς αυτές τις συνθήκες, εξάλλου, αποδίδεται μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τη μακρά καθυστέρηση που παρουσίασε η αποκλιμάκωση των τιμών στη χώρα μας, παρά τη δραματική εσωτερική υποτίμηση που υπέστη στη διάρκεια της τελευταίας, μνημονιακής, τετραετίας και συνολικά εξαετούς ύφεσης.
Εισοδήματα κατέρρευσαν, αξίες στοιχείων ενεργητικού και κάθε λογής περιουσίες εξανεμίστηκαν, ενώ η χώρα έχασε αθροιστικά σχεδόν το 25% του ετησίως παραγόμενου πλούτου της, όμως ο πληθωρισμός επέμενε να είναι ανοδικός, περίπου έως προ έτους, οπότε άρχισε να κινείται σε αρνητικά εδάφη.
Κατά συνέπεια, θα ανέμενε κανείς ότι η εξάλειψη αυτών των στρεβλώσεων και η συνεπακόλουθη τόνωση των συνθηκών ανταγωνισμού όφειλαν να είναι μεταξύ των προτεραιοτήτων οποιασδήποτε υγιώς σκεπτόμενης κυβέρνησης της χώρας.
Ωστόσο, από την έναρξη αυτής της κρίσης, οι μεταρρυθμίσεις, οι πραγματικές και ουσιαστικές αλλαγές που θα βοηθήσουν στην απελευθέρωση της ελληνικής οικονομίας από τις πιέσεις που υφίσταται από τα κάθε λογής καρτέλ και συντεχνίες, προωθούνται αμιγώς σε επίπεδο ρητορικής.
Είτε θα είναι «λάθος μεταρρυθμίσεις», όπως αυτές με τον κλάδο των ταξί, είτε θα είναι «μαϊμού μεταρρυθμίσεις», όπως αυτές στον κλάδο των φορτηγών μεταφορών, είτε θα είναι ανύπαρκτες μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές που ακόμη περιμένουμε να δούμε στον κλάδο της ενέργειας, όπου μια εταιρεία μονοπωλεί σχεδόν σε απόλυτο βαθμό την αγορά παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος.
Σήμερα, δε, στο πέρας της λεγόμενης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που επιχειρήθηκε στη διάρκεια των μνημονιακών ετών, το μόνο, αν και ουδόλως αμελητέο, που έχει να επιδείξει η κυβέρνηση, βρίσκεται στη δημοσιονομική διακυβέρνηση της χώρας και όχι στον τομέα των δομικών μεταρρυθμίσεων.
Μολονότι η ελληνική πολιτεία ζήτησε και έλαβε από τον ΟΟΣΑ πλήρη και αναλυτική μελέτη σχετικά με το τι δέον γενέσθαι στην ελληνική οικονομία, ώστε αυτή να κατορθώσει να «απελευθερωθεί» από τα σημερινά δεσμά της και να κατορθώσει να σταθεί για ακόμη μία φορά στα πόδια της, σήμερα εμφανίζεται απρόθυμη να υλοποιήσει τις προτάσεις που η ίδια παρήγγειλε.
Εμφανίζεται, μάλιστα, η κυβέρνηση της χώρας σε αντιπαράθεση με τους εκπροσώπους της τρόικας, αναφορικά με το ποσοστό και την έκταση υιοθέτησης της περίφημης «εργαλειοθήκης» του ΟΟΣΑ σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις.
Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει ο ΟΟΣΑ προφανώς δεν ισοδυναμούν με Βίβλο και φυσικά ουδείς διεθνής οργανισμός μπορεί να διεκδικήσει το αλάθητο.
Όμως δεν παύει να είναι εντυπωσιακός ο βαθμός στον οποίο η κάθε κυβέρνηση του τόπου είναι προετοιμασμένη να προασπίσει καρτέλ, συντεχνίες και συμφέροντα, στο όνομα ενός κακώς εννοούμενου προστατευτισμού, απεμπολώντας έτσι τα όποια οφέλη από την πολυεπίπεδη απελευθέρωση της αγοράς.
Η μεταβίβαση, για παράδειγμα, ενός ακινήτου με γονική παροχή μπορεί να απαλλάσσεται φόρου εάν βρίσκεται κάτω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο αντικειμενικής αξίας και εάν είναι η πρώτη του είδους αυτού για τα εμπλεκόμενα μέρη, όμως βαρύνεται από: πρώτον, την αμοιβή του συμβολαιογράφου, βάσει συντεχνιακού τιμολογίου, δεύτερον, τον ΦΠΑ επ' αυτής, τρίτον, τον φόρο υπέρ τρίτων που καταβάλλεται στο Ταμείο Νομικών, τέταρτον, τα έξοδα του υποθηκοφυλακείου και, πέμπτον, το κόστος έκδοσης βεβαίωσης μηχανικού περί «τακτοποιημένων» ημιυπαίθριων χώρων.
Επιπροσθέτως στα έξοδα αυτά θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς και όσα αφορούν σε τυχόν επιπλέον έγγραφα που θα πρέπει να προσκομίσουν οι αντισυμβαλλόμενοι, όπως πράξεις αποδοχής κληρονομιάς, ληξιαρχικές πράξεις θανάτου, πιστοποιητικά μετεγγραφής κ.ά.
Έτσι, λοιπόν, για μια μεταβίβαση ακινήτου μέσω γονικής παροχής, μολονότι το κράτος εισπράττει μηδενικό φόρο, ένας κλάδος μπορεί να εισπράξει από 2.600 έως και 3.000 ευρώ, εξαιτίας των προβλέψεων της νομοθεσίας για την προστασία του.
Έτσι, όμως, φίλτατοι, το χάνουμε όλοι το βαπόρι...
Διότι αυτά τα χρήματα, όπως και όλα τα άλλα που δίδονται στο πλαίσιο αντίστοιχων συμπλεγμάτων «προστασίας» του εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών κλάδων και επαγγελμάτων, βοηθούν τόσο στη διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα όσο και στην απουσία δυνατότητας ανάπτυξης της οικονομίας.
Μόνοι μας τα βγάζουμε τα μάτια μας, όμως, έτσι.
Το ζήτημα τώρα που φαίνεται ότι το μνημόνιο τελειώνει είναι αν θέλουμε και αν μπορούμε να κάνουμε πράξη τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος μόνοι μας.
Αν θέλουμε εμείς οι ίδιοι να απαλλαγούμε από τα δεσμά στα οποία έχουμε υποβληθεί εξαιτίας φαινομένων όπως η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία, η αδιαφάνεια και η προστασία καρτέλ και συντεχνιών...
Βέβαια, αν κρίνει κανείς από το πώς φθάσαμε εδώ, η απάντηση είναι εύκολη.
Το θέμα, όμως, είναι αν μάθαμε και κάτι αυτά τα χρόνια...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.