Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Μπορεί στη διάρκεια του τελευταίου έτους να γλυτώσαμε τα χειρότερα, όμως, υπό το φως της ένδειας που πλήττει την ελληνική κοινωνία, τούτο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί success story.
Αν επιτυχία θεωρείται ότι δεν προχωρήσαμε σε άτακτη χρεοκοπία και πτώχευση, τότε, βάσει των έως τώρα δεδομένων, ασφαλώς οφείλουμε να την πιστώσουμε σε όσους τη δικαιούνται.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, το καράβι έχει μπροστά του μεγάλες φουρτούνες, και αυτές σίγουρα δεν είναι μόνον πολιτικού χαρακτήρα, αν και επί του συγκεκριμένου ζητήματος μπορούν κάλλιστα να μετεξελιχθούν σε καταστροφικές καταιγίδες.
Όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, μετά από τρία χρόνια μνημόνιο η ελληνική οικονομία δεν έχει κατορθώσει να απαλλαγεί από τα τρία κακά της μοίρας της, ήτοι την απουσία ρευστότητας, την απουσία ανταγωνισμού, (φοροδιαφυγή, υψηλό κόστος ενέργειας κ.λπ.) και την αβυσσαλέα γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα η επιχειρηματικότητα να εξαφανίζεται.
Δίχως επιχειρηματικότητα, δίχως εξαγωγές, δίχως εμπορεύσιμα και εξαγώγιμα προϊόντα και υπηρεσίες, δεν υπάρχει ελληνική οικονομία. Δίχως οικονομία, πάει... και η κοινωνία.
Εάν η παρούσα κυβέρνηση επιθυμεί τη δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέψουν την άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας και την επιτάχυνση της διαδικασίας ανάκαμψης, οφείλει να προχωρήσει σε άμεσες ρυθμίσεις και στα τρία αυτά ζητήματα.
Για τις διαρθρωτικές αλλαγές τον δρόμο δείχνουν τόσο η μελέτη του ΟΟΣΑ, που ήδη κρατά στα χέρια του ο φίλτατος κ. Κ. Χατζηδάκης, από κοινού με τις δύο προσθήκες της, που αναμένεται να λάβει σύντομα, όσο και οι προτάσεις της περίφημης Ομάδας Δράσης, υπό τον επίσης φίλτατο κ. Χ. Ράιχενμπαχ.
Αντίστοιχα, ένα τμήμα της προσδοκώμενης ρευστότητας μπορεί να προέλθει τόσο από κοινοτικούς πόρους και την ΕτΕπ, όσο και από τον θεσμό των εταιρικών ομολόγων, που τόσο διακαώς προωθεί η ΤτΕ.
Όμως, για το βρόχο που πνίγει σήμερα νοικοκυριά και επιχειρήσεις και ακούει στο όνομα «κόκκινα δάνεια», τον δρόμο τον δείχνουν οι ίδιοι οι τραπεζίτες.
Επιστροφή σε κατάσταση ομαλών συνθηκών πιστωτικής επέκτασης, με το ζήτημα των «κόκκινων δανείων» ανοικτό, είναι αδύνατη.
Την ώρα που τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται ήδη σε ποσοστό άνω του 30% (32,2% - 35%) επί του συνόλου των τραπεζικών χορηγήσεων και σε ποσό άνω των 70 δισ. ευρώ ή 38% του ΑΕΠ, όπως μας είπε χθες ο επικεφαλής της Γενικής Τράπεζας Ν. Καραμούζης και προβλέπεται να αναρριχηθούν στο επίπεδο του 40% των συνολικών τραπεζικών χορηγήσεων εφέτος, όπως προβλέπει ο διευθύνων σύμβουλος της PwC, Μ.Ψάλτης, πώς είναι δυνατόν έστω και να μιλάμε για αποκατάσταση των συνθηκών ρευστότητας στην οικονομία;
Τι προτείνουν οι ίδιοι οι τραπεζίτες ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, τουλάχιστον, κατά έναν σημαντικό βαθμό;
Τη δημιουργία συνθηκών προς τους δανειολήπτες που θα καταστήσουν εκ νέου εξυπηρετήσιμες τις υποχρεώσεις τους.
Πώς; Διαγράφοντας το ένα τρίτο της οφειλής τους, βάσει «κινήτρου», δηλαδή εφόσον οι ίδιοι αποδειχθούν συνεπείς ως προς τις εναπομείνασες υποχρεώσεις τους.
Συγκεκριμένα, προτείνουν για το μεγαλύτερο μέρος των συνολικά 350.000 μη εξυπηρετούμενων δανείων (για τα 240.000 εξ αυτών) που σήμερα εξυπηρετούνται είτε μερικώς βάσει τοκοπληρωμής, είτε βάσει άλλων ρυθμίσεων, τη διαγραφή του 30% του δανείου μετά από μία δεκαετία ομαλής εξυπηρέτησης του υπόλοιπου 70%.
Λένε, δηλαδή, εμφανίσου συνεπής για το 70% του δανείου επί μία δεκαετία και στο τέλος της σου χαρίζουμε το υπόλοιπο 30% της υποχρέωσής σου.
Για τους υπόλοιπους 110.000 δανειολήπτες, που δεν εξυπηρετούν τα δάνειά τους, προτείνεται μια προσωρινή λύση. Η μεταβίβαση και στη συνέχεια η ενοικίαση του ακινήτου, με ενοίκιο σημαντικά χαμηλότερο της αντίστοιχης δόσης που κατέβαλλαν και πάντως μειωμένου κατά 20% από τα δεδομένα της αγοράς στην οποία αυτό βρίσκεται.
Η πρόταση αυτή ίσως δεν είναι πλήρης, επιδέχεται τροποποιήσεων, αλλαγών και βελτιώσεων. Όμως, αποτελεί μια βάση συζήτησης για τη σταδιακή ομαλοποίηση της υπόθεσης «κόκκινα δάνεια».
Εάν υιοθετηθεί, όχι μόνον θα βγάλει από το τραπέζι τον εφιάλτη των πλειστηριασμών, αλλά θα ξαναβάλει στο ρυάκι την υπόθεση ρευστότητα προς την ελληνική οικονομία.
Η κυβέρνηση οφείλει, αν μη τι άλλο, να την εξετάσει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.