Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το μνημόνιο, η διακυβέρνηση και το ασφαλιστικό

Το μνημόνιο δεν είναι ανώτερο του Συντάγματος και των δικαστηρίων. Τα καυτά θέματα του ασφαλιστικού, οι "τσιμενταρισμένες" προθεσμίες και τα περιθώρια διαπραγμάτευσης για την κυβέρνηση. Γράφει ο Κ. Μποτόπουλος.

  • του Κώστα Μποτόπουλου*
Το μνημόνιο, η διακυβέρνηση και το ασφαλιστικό
Μια μεγάλη παρεξήγηση -ή, στην καλύτερη περίπτωση, αμφιθυμία- φαίνεται να συνοδεύει την αρχή της νέας φάσης διακυβέρνησης της χώρας μας, που σηματοδοτείται από την υπογραφή από την κυβέρνηση και, λίγες μέρες μετά, την ψήφιση από τη Βουλή των Ελλήνων του Μνημονίου Συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Με το μνημόνιο αυτό, που αποτελεί αφενός προϋπόθεση για την ήδη αρξάμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης ύψους 110 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα και αφετέρου δεσμευτική νομική συμφωνία, υπό ιδιαίτερο μάλιστα και ιδιαίτερα λεπτομερές και αυστηρό ελεγκτικό καθεστώς, η ελληνική οικονομία αλλά και η χώρα ολόκληρη πέρασαν -εκουσίως ή ακουσίως, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία- από φάση επιτήρησης σε φάση συνδιαχείρισης με τους δύο διεθνείς οργανισμούς με τους οποίους υπογράφηκε το μνημόνιο (βλ. το από τις 7 Μαΐου 2010 άρθρο μου στο Euro2day).

Αρέσει  δεν αρέσει (η απεμπόληση αποφασιστικών αρμοδιοτήτων για ορισμένους ισοφαρίζεται από την αναγκαστική λήψη δομικών μέτρων που χρόνιζαν και χωρίς τα οποία θεωρούν ότι καμία οικονομική και πολιτική πρόοδος δεν είναι δυνατή), το αντικειμενικό αυτό γεγονός δεν δικαιολογείται πλέον να παραγνωρίζεται από κανέναν παράγοντα της δημόσιας ζωής.

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι το αν αλλά το πώς. Όμως, αυτό το πώς δεν είναι ούτε απλό ούτε μονοσήμαντο.

Με αφορμή τη συζήτηση για αναμόρφωση του ασφαλιστικού και ειδικότερα το προσχέδιο νόμου που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα από το αρμόδιο υπουργείο, πάει να καλλιεργηθεί -εκουσίως ή ακουσίως, αυτό είναι μία ακόμα πιο ειδική ιστορία- σύγχυση γύρω από το τι πρέπει και τι μπορεί να γίνει.

Από το έχω τα χέρια μου δεμένα (που ορισμένοι αποδίδουν σε κυβερνητικούς παράγοντες) μέχρι το πείτε και κανένα όχι (τίτλος επιφυλλίδας μεγάλης απογευματινής εφημερίδας στις 26 Μαΐου), η γκάμα των αντιδράσεων είναι μεγάλη, φοβούμαι όμως ότι λαμβάνει ελάχιστα υπόψη τα αντικειμενικά δεδομένα. Από αυτήν την άποψη, η διαχείριση του ασφαλιστικού μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο παράδειγμα για τη γενική σχέση μνημονίου - κυβερνητικών κινήσεων.

Η "μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος προκειμένου να εξασφαλιστεί μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητά του" αποτελεί μία από τις κύριες "διαρθρωτικές δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις", τις οποίες το μνημόνιο καθιστά δεσμευτικές για την ελληνική κυβέρνηση.

Τίθενται, κατά πρώτον, γενικοί κανόνες. Πέραν της βιωσιμότητας, πρόκειται για:

- Την απλούστευση του κατακερματισμένου συστήματος συντάξεων και τη θέσπιση ενός ενιαίου νέου συστήματος (με τη ρητή μάλιστα πρόβλεψη συγχώνευσης των σημερινών ταμείων σε τρία).
- Την εισαγωγή ενιαίου ορίου συνταξιοδότησης στα 65 έτη.
- Την τροποποίηση του τύπου απονομής σύνταξης με προσέγγιση στο ανταποδοτικό σχήμα.
- Την εισαγωγή ενός αυτόματου μηχανισμού προσαρμογής.
- Την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών.
- Τη μείωση του ανώτατου ορίου στις συντάξεις.
- Την εισαγωγή ενός εγγυημένου εισοδήματος για τους ηλικιωμένους και τις ευάλωτες ομάδες.
- Την κατάργηση των ειδικών κανόνων (που ισχύουν ιδίως για τους ασφαλισμένους πριν από το 2003).
- Την αύξηση της ελάχιστης ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης και τη μείωση των παροχών για όσους συνταξιοδοτούνται πρόωρα.
- Τη δυσχέρανση απονομής συντάξεων αναπηρίας.

Είναι προφανές ότι μιλούμε για μια καθ’ υπαγόρευσιν αλλαγή όλων των βάσεων του υφιστάμενου συστήματος -χωρίς αυτό, ωστόσο, αναγκαστικά να σημαίνει ότι και η ελληνική κυβέρνηση, αν είχε δράσει μόνη της, δεν θα είχε προβεί, υπό την αμείλικτη πίεση των γεγονότων και των αριθμών, σε παρόμοιας λογικής αναδιαρθρώσεις στα συγκεκριμένα μέτωπα.

Ακόμα πιο κρίσιμο είναι το ότι στο μνημόνιο τίθεται και μια σειρά από δεσμευτικές και υπό διαρκή έλεγχο προθεσμίες υλοποίησης:

? Έως το τέλος του τρίτου τριμήνου του 2010, δηλαδή ως τα τέλη Σεπτεμβρίου τρέχοντος έτους, θα πρέπει να έχει προβλεφθεί στο προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2011 η μη χορήγηση της τιμαριθμικής προσαρμογής των συντάξεων (χάρις στην οποία προβλέπεται να εξοικονομηθούν 100 εκατομμύρια ευρώ). Αυτό συνεπάγεται ότι για να είναι το προσχέδιο "έγκαιρα κατατεθειμένο", όπως απαιτεί το μνημόνιο, θα πρέπει να προωθηθεί από την κυβέρνηση στη Βουλή πριν από το τέλος Σεπτεμβρίου - μία παγκόσμια πρώτη για το ελληνικό πολιτικό σύστημα

? Έως το τέλος του τρίτου τριμήνου του 2011, πάλι εντός του (χαρακτηριζόμενου αυτήν τη φορά ) "προκαταρκτικού" προϋπολογισμού του 2012 θα πρέπει να προβλεφθεί η αναστολή στις ονομαστικές αυξήσεις συντάξεων - που, επομένως, θα τεθεί σε εφαρμογή από την αρχή του 2012.

? Έως το τέλος του τρίτου τριμήνου του 2010 θα πρέπει, πέραν των ειδικών προβλέψεων στον προϋπολογισμό, να έχει υιοθετηθεί (δηλαδή να έχει ψηφιστεί από τη Βουλή) ο νόμος περί μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος. Είδαμε ότι οι βασικές κατευθύνσεις του νόμου αυτού περιέχονται ήδη στο μνημόνιο. Όχι όμως μόνο αυτό: κατά τη διαδικασία εκπόνησης του νόμου, η ελληνική κυβέρνηση έχει αναλάβει την υποχρέωση "να σχεδιάσει τη μεταρρύθμιση σε στενή διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ", η δε "βιωσιμότητα" του σχεδίου θα πρέπει να επικυρωθεί από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ε.Ε., δηλαδή από τις υπηρεσίες του φίλου μας κ. Όλι Ρεν.

Ο νόμος θα πρέπει να έχει ψηφιστεί έως τον Σεπτέμβριο, όλα τα μέτρα όμως δεν θα αρχίσουν να ισχύουν αμέσως. Αλλά ούτε το πότε θα αρχίσουν να ισχύουν ορισμένα από αυτά είναι στη διακριτική ευχέρεια της ελληνικής κυβέρνησης.

? Την 1η Ιανουαρίου 2011 θα τεθεί σε εφαρμογή η αύξηση της ελάχιστης ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης στα 60 έτη (συμπεριλαμβανομένων ρητώς των εργαζομένων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα και όσων έχουν 40 χρόνια εισφορών).

? Από την 1η Ιανουαρίου 2013 θα εφαρμόζονται οι νέοι "καθολικώς δεσμευτικοί" κανόνες για τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, τις εισφορές, τους κανόνες συσσώρευσης, την τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

? Έως τον Δεκέμβριο του 2013 θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η εισαγωγή του ενιαίου ορίου συνταξιοδότησης στα 65 έτη, ακόμα και για τις γυναίκες στον δημόσιο τομέα (για τις τελευταίες ειδικά το μέτρο θα έχει αρχίσει να εφαρμόζεται σταδιακά από την 1η Ιανουαρίου 2011).

? Έως το 2015 θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η εφαρμογή της ελάχιστης περιόδου για συνταξιοδότηση με πλήρη σύνταξη στα 40 έτη.

? Το 2020 θα αρχίσει η εφαρμογή του -αναπροσαρμοζόμενου κάθε τρία έτη- αυτόματου μηχανισμού σύμφωνα με τον οποίο θα αυξάνονται (το μνημόνιο λέει επί λέξει "οι ελάχιστες και νομοθετημένες") ηλικίες συνταξιοδότησης ανάλογα με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά τη συνταξιοδότηση (αναρωτιέμαι εδώ αν θα πρέπει να βάλω αποσιωπητικά ή θαυμαστικά και πόσα).

Από τώρα, επομένως, αλλά για το 2020, θεσμοθετείται η κατάργηση της θεσμοθέτησης ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση στην Ελλάδα - αφού, ό,τι και να λέει ο νόμος, το όριο θα αυξάνεται, αν έχουμε την ατυχία να ζούμε περισσότερο.

Αυτά -τα ασφαλώς όχι λίγα και ασήμαντα- λέει το μνημόνιο. Ας επιχειρήσουμε τώρα να δούμε τι σημαίνουν στην πράξη:

? Σχετικά με τα συμφωνημένα στο ννημόνιο μέτρα και τις συμφωνημένες προθεσμίες, δεν υπάρχει περιθώριο διαφοροποίησης: ο ελληνικός νόμος δεν μπορεί, για παράδειγμα, να καθιερώσει ημερομηνία εφαρμογής της 40ετίας το 2018, εφόσον στο μνημόνιο ορίζεται ως ακραίο όριο το 2015 (ο νόμος μπορεί βέβαια να ορίσει προγενέστερη ημερομηνία, αλλά δεν φαίνεται πολύ πιθανό η κυβέρνηση να θελήσει να το κάνει).

Αντιστρόφως, η τρόικα (ή όποιο άλλο τυπικό ή άτυπο "όργανο παρακολούθησης") δεν μπορεί, σήμερα ή αύριο, τηλεφωνικώς, επιστολικώς, ή επισήμως, να ζητήσει αλλαγές όρων ή συντμήσεις προθεσμιών -όπως για παράδειγμα φαίνεται να κάνει για την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων, που το μνημόνιο ορίζει έως το τέλος του 2013 και όχι νωρίτερα. Ορθότερα: και να το ζητήσει κάποιο "όργανο", η ελληνική κυβέρνηση έχει, σε αυτές τις περιπτώσεις και μόνο, δικαίωμα -θα έλεγα και καθήκον- άρνησης.

? Οι υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Εργασίας και ο ίδιος ο υπουργός προσωπικά έχουν όχι μόνο νόμιμη δυνατότητα αλλά και υποχρέωση να είναι από τώρα και συνεχώς σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ (τους συνδιαχειριστές του μνημονίου και της ελληνικής πολιτικής), αφού η προετοιμασία του νόμου διά του οποίου θα μεταρρυθμιστεί (έως τον προσεχή Σεπτέμβριο, για να μην ξεχνιόμαστε) το συνταξιοδοτικό σύστημα γίνεται, βάσει του μνημονίου, με τέτοιου είδους στενή διαβούλευση. Σε αυτές τις συνομιλίες, εξάλλου, υπάρχουν αρκετά περιθώρια πραγματικής διαπραγμάτευσης, αφού ούτε ήταν δυνατόν να προβλεφθούν και να ρυθμιστούν στο μνημόνιο όλα τα ζητήματα που ενδεχομένως προκύψουν, ούτε για όλα καθορίζονται συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.

? Το μνημόνιο και τα σε αυτό συμφωνηθέντα δεν είναι, σε κάθε περίπτωση, ούτε ανώτερα του ελληνικού Συντάγματος ούτε ανεξέλεγκτα από τα ελληνικά δικαστήρια. Το μνημόνιο δεν έχει, ως εκ του τρόπου ψήφισής του από την ελληνική Βουλή, "υπερνομοθετική ισχύ" - είναι ένας "απλός" (όσο κι αν μας πονάει) νόμος του κράτους, ακόμα δε και η σύγκρουσή του με άλλους νόμους εκτιμάται και επιλύεται από τα δικαστήρια. Δεν συζητείται φυσικά ότι υπόκειται σε έλεγχο συνταγματικότητας κάθε μεμονωμένη ρύθμιση που θα τίθεται σε εφαρμογή βάσει του μνημονίου (χωρίς να παίζει κανέναν νομικό ρόλο αν η πρωτοβουλία θα εκκινηθεί βάσει του Μνημονίου ή όχι): το μνημόνιο πρέπει να υπακούει στο Σύνταγμά μας και όχι η ερμηνεία του Συντάγματος να προσαρμόζεται σε αυτό.

Έτσι, για παράδειγμα, ουσιαστική (δηλαδή όσον αφορά στον "πυρήνα αξιοπρέπειας" που πηγάζει από το Σύνταγμά μας) συρρίκνωση του γενικού κατώτατου ορίου αποδοχών (όπως σημειώνει σε κείμενό του στο "Έθνος" της 18ης Μαΐου ο καθηγητής Κοντιάδης) αλλά και ρυθμίσεις όπως η εκπληκτική εκείνη πρόβλεψη διαρκούς προς τα πάνω μετάθεσης του ορίου συνταξιοδότησης λόγω αύξησης του προσδόκιμου ζωής πάσχουν συνταγματικά και, αν οδηγηθούν στα δικαστήρια, είναι πολύ πιθανόν να ακυρωθούν.

Κανένα δε μνημόνιο, καμία επιτροπή και κανένα ΔΝΤ (και μόνο για λόγους νομιμότητας και όχι πολιτικής ορθότητας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο) δεν μπορούν να ακυρώσουν ή να αναστρέψουν μια δικαστική ακύρωση - θα ήταν σαν να ανέτρεπαν το κράτος δικαίου στην Ελλάδα.

? Τίποτα δεν εμποδίζει -το αντίθετο- τους αρμοδίους του υπουργείου Εργασίας και ειδικά τον υπουργό, κατά τις θεσμικές επαφές του με τα όργανα παρακολούθησης, να τους θέτει υπόψη προβληματισμούς σχετικούς με ενδεχόμενη μη συμφωνία με την ελληνική έννομη τάξη προβλέψεων που υπάρχουν στο μνημόνιο ή να τους κοινοποιεί νέα στοιχεία βάσει αξιόπιστων πηγών, όπως μια αναλογιστική μελέτη. Αυτό συνιστά καθήκον και προστασία του μνημονίου, όχι υπονόμευσή του.

Σε κάθε περίπτωση -θα έλεγα ιδίως για το ξεπέρασμα τέτοιου είδους προβλημάτων- μπορεί να γίνει επίκληση της γενικής ρήτρας του μνημονίου (αναφέρεται σε μέτρα εντός του προϋπολογισμού, αλλά θα μπορούσε ίσως να γενικευτεί), σύμφωνα με την οποία "σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούν να ληφθούν υπόψη μέτρα που αποφέρουν ανάλογη εξοικονόμηση, ύστερη από στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ".

Ιδού λοιπόν το κλειδί: Το μνημόνιο είναι πλαίσιο συνεργασίας, όχι οι ταμπλέτες του Μωυσή. Έχει στόχο να μας βοηθήσει σε νοικοκύρεμα και εξοικονόμηση - όχι να μας πνίξει. Και εάν ενδεχομένως γίνει απόπειρα να μας πνίξει, η κυβέρνηση, η Βουλή και η Δικαιοσύνη έχουν εργαλεία αντίστασης.

Όχι όπλα -δεν είμαστε σε πόλεμο-, αλλά δημοκρατικά εργαλεία. Και αντίστασης όχι για "μαγκιά", αλλά για την υπέρ του συλλογικού συμφέροντος ευόδωση του πιο σκληρού "πακέτου" που είχαμε ποτέ να καταπιούμε - και να ξεπεράσουμε.

* Ο κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v