Η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών έγινε. Αν το αποτέλεσμα πρέπει ή όχι να προκαλεί πανηγυρισμούς και διθυραμβικές ανακοινώσεις εκ μέρους της κυβέρνησης, των θεσμών και των τραπεζών, είναι ένα άλλο ζήτημα. Έχουν γραφτεί πάρα πολλά για το θέμα και έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις. Ας μείνουμε στα δεδομένα:Α. Οι τράπεζες είναι και πάλι κεφαλαιακά ισχυρές, με δείκτη κεφαλαίων πάνω από 18%.
Β. Το Δημόσιο, ως μέτοχος, εξαϋλώθηκε τελείως ή μείωσε δραματικά τη συμμετοχή του, που προηγουμένως ήταν πλειοψηφική.
Γ. Οι αξίες στις οποίες έγινε δυνατή η συγκέντρωση ιδιωτικών κεφαλαίων ήταν εξευτελιστικές.
Δ. Οι ανασφάλιστες καταθέσεις προστατεύθηκαν από τυχόν κούρεμα.
Ε. Οι επενδύσεις μικρομετόχων σε τραπεζικές μετοχές, μια παράδοση δεκαετιών στην Ελλάδα και μια κλασσική επένδυση της μεσαίας τάξης, απαξιώθηκαν σε τέτοιο βαθμό που πρακτικά μηδενίστηκαν.
Το σκηνικό επομένως της τραπεζικής αγοράς στην Ελλάδα άλλαξε άρδην. Επειδή το γεγονός είναι ακόμα φρέσκο, θα πρέπει ψύχραιμα να αφήσουμε τον χρόνο να αποφανθεί αν αυτή η ανακεφαλαιοποίηση θα καταγραφεί από την ιστορία ως μια θετική ή αρνητική εξέλιξη. Όσοι βιάζονται να κρίνουν, είτε προς τη μία κατεύθυνση είτε προς την άλλη, παρασύρονται.
Το πιο βασικό κριτήριο για το πρόσημο στην αξιολόγηση της ανακεφαλαιοποίησης θα είναι η δυνατότητα επιστροφής των τραπεζών σε κανονικότητα μέσα στο 2016. Κανονικότητα για μια τράπεζα σημαίνει απλά η χρηματοδότηση της ιδιωτικής οικονομίας και πιο συγκεκριμένα η παροχή πιστώσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Αυτό δηλαδή που ΔΕΝ κάνουν οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια, όπως αποδεικνύεται από τους συνεχώς αρνητικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης που προκύπτουν από τα στοιχεία της ΤτΕ.
Για να επιστρέψει αυτή η κανονικότητα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να υπάρχουν τα κεφάλαια. Αυτά υπάρχουν πια. Φτάνει;
Σε καμία περίπτωση. Ακόμα πιο απαραίτητη συνθήκη από τα κεφάλαια είναι η ρευστότητα, δηλαδή η επάρκεια των καταθέσεων και των άλλων υγιών πηγών όπως η διατραπεζική αγορά. Οι καταθέσεις έχουν πληγεί σε τρομακτικό βαθμό, με απώλειες πάνω από 100 δισ. σωρευτικά στην πενταετία, ενώ μόλις το πρώτο εξάμηνο του 2015 ήταν 47 δισ. Η επιστροφή ενός σημαντικού ποσού στο σύστημα είναι αναγκαία για να μπορέσουν οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν.
Ο κ. Αλεξιάδης και μέσω αυτού η κυβέρνηση, προκρίνουν περίεργα εργαλεία. «Φέρτε τα λεφτά στις τράπεζες γιατί αλλιώς μπορείτε να μπλέξετε με κατασχέσεις στη χειρότερη περίπτωση ή με την ατέρμονη γραφειοκρατία των ελέγχων του κράτους στην καλύτερη», κάτι τέτοιο μάς λένε. Είναι η χειρότερη μέθοδος. Οι καταθέσεις θα γυρίσουν σταδιακά από εμπιστοσύνη και όχι από φόβο.
Ο οιωνεί εκβιασμός που επιχειρείται με το υπό κατάθεση νομοσχέδιο δημιουργεί καχυποψία και αποκλείεται να φέρει αποτέλεσμα. Όσοι γνωρίζουν ακόμα και ελάχιστα για το πώς λειτουργεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα πάνω στην απόλυτη αρχή της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης, ή γελάνε με αυτές τις επιδιώξεις, ή θλίβονται για το πού μας οδηγούν.
Για να επιστρέψουν οι καταθέσεις και να επανέλθει ρευστότητα, πρέπει τον πρώτο λόγο να τον έχουν οι ίδιες οι τράπεζες. Αφού το ίδιο το κράτος αποφάσισε, μέσω που τρόπου που επέλεξε να γίνει η ανακεφαλαιοποίηση, να έχει μειοψηφική συμμετοχή και να αποστασιοποιηθεί από το management των τραπεζών, ας μείνει συνεπές σ' αυτή του την απόφαση. Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης δεν χρειάζεται νόμους αλλά καλές πρακτικές που γνωρίζουν πολύ καλά οι τράπεζες. Αυτές οι πρακτικές για τον επόμενο χρόνο θα πρέπει να έχουν ως κύριο στόχο:
1. Την αποτελεσματική αντιμετώπιση των δανείων σε καθυστέρηση. Μόνον έτσι θα αξιοποιήσουν οι τράπεζες τα κεφάλαια για να ξανα-χρηματοδοτήσουν. Προφανώς οι αδύναμοι πολίτες πρέπει να προστατευθούν, οι συνεργάσιμοι δανειολήπτες και οι βιώσιμες επιχειρήσεις πρέπει να υποστηριχθούν με ανεκτές ρυθμίσεις, αναχρηματοδότηση αλλά και κινήσεις αναδιάρθρωσης, συγχωνεύσεων και επενδύσεων από παλιούς ή νέους ιδιοκτήτες. Αλλά προφανώς επίσης πρέπει να υπάρξει αποφασιστικότητα για λύσεις και σε μη βιώσιμες καταστάσεις, που δεσμεύουν πολύτιμα τραπεζικά κεφάλαια και δεν αφήνουν χώρο να αξιοποιηθούν παραγωγικά για την οικονομία. Όλοι γνωρίζουμε ότι ανάγκη για επόμενη ανακεφαλαιοποίηση θα προκύψει μόνο αν δεν αντιμετωπιστούν τα κόκκινα δάνεια και ότι θα είναι πολύ οδυνηρή, σύμφωνα με τα από 1.1.16 ισχύοντα.
2. Την επιστροφή καταθέσεων. Οι τραπεζίτες οφείλουν να καταλάβουν ότι οι καταθέσεις εκλαμβάνονται πια από τους πολίτες ως προϊόν με μελλοντικό κίνδυνο. Αυτή είναι τεράστια αλλαγή, τόσο τεράστια που δεν δικαιολογεί στους τραπεζίτες να κάθονται και να περιμένουν από την κυβέρνηση την επαναφορά της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας για να γυρίσουν οι καταθέσεις. Η διαχείριση των καταθέσεων, που παραδοσιακά θεωρείτο η πιο παθητική και βαρετή τραπεζική εργασία, τώρα θα απαιτεί έξυπνες, δημιουργικές ιδέες, πραγματικό ανταγωνισμό, εμπορικές πολιτικές βασισμένες σε τμηματοποίηση των πελατών και όχι οριζόντιες, προϊοντική πολιτική και τιμολόγηση που να αντανακλά τη ζήτηση και τον κίνδυνο και πολλά άλλα στοιχεία τραπεζικής επιχειρηματικότητας.
Τέλος, η επιστροφή στην κανονικότητα του συστήματος απαιτεί και σαφή επιστροφή των τραπεζών στη λογική του πιστωτικού κινδύνου. Οι τράπεζες έχουν τα κεφάλαια ακριβώς για να θωρακίζονται απέναντι στον πιστωτικό κίνδυνο, επομένως πρέπει να τον αναλάβουν.
Η λογική που λέει ότι πρώτα θα εξισορροπηθούν οι συνθήκες στην οικονομία και μετά θα αρχίσουμε να τη χρηματοδοτούμε, είναι αντίστροφη από αυτό που χρειάζεται τώρα η χώρα και πρόφαση εν αμαρτίαις. Τα νέα κεφάλαια των τραπεζών αποκτήθηκαν σε βάρος του Δημοσίου, δηλαδή σε βάρος των πολιτών που θα πληρώνουν τις απώλειες πολλά χρόνια μέσα από φόρους. Πρέπει λοιπόν να επιστρέψουν αναπτυξιακό μέρισμα μέσα από τη χρηματοδότηση της οικονομίας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την αύξηση των εισοδημάτων και την αναστροφή της καταστροφικής ύφεσης. Είναι ώρα για τις τράπεζες να αναλάβουν πραγματικές πρωτοβουλίες και κίνδυνο.
Πήραν το κλειδί, ας ανοίξουν την πόρτα.
* Πρώην στέλεχος της τραπεζικής αγοράς.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.