Με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών η κυβέρνηση κάνει λόγο για επιτυχία. Ακολουθούν πολύ δυσκολότεροι στόχοι μέχρι το ορόσημο της πρώτης αξιολόγησης του νέου προγράμματος.
Ο κ. Τσίπρας εξακολουθεί να απορρίπτει την «ιδιοκτησία» του και επιδιώκει να διατηρήσει την κομματική ενότητα με το επιχείρημα της «πρώτης αριστερής κυβέρνησης».
Οφείλουμε να δεχθούμε ότι οι προθέσεις του για την οικονομία είναι καλές, όμως τόσο η ρητορική, όσο και η κυβερνητική πολιτική είναι στη διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Η σωτηρία της χώρας (και υμών) δεν εξαρτάται από ιδεολογίες. Ο οποιοσδήποτε έχει επαφή με την πραγματική οικονομία στην Ελλάδα και μικρή έστω εμπειρία του διεθνούς γίγνεσθαι μπορεί να επισημάνει τα ακόλουθα «προαπαιτούμενα», ώστε να υπάρξει μία ελπίδα ανάκαμψης και εξόδου από το μνημόνιο.
Α) Η ανακεφαλαιοποίηση ήταν αναγκαία, δυστυχώς καταστροφική, πλην όμως δεν αρκεί. Απαιτείται η τάχιστη ανακύκλωση των δανείων
Ορθώς οι δανειστές έθεσαν την ανακεφαλαιοποίηση ως την πρωταρχική προτεραιότητα: καμία οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς ένα υγιές και εύρωστο τραπεζικό σύστημα. Η ΕΚΤ εκτίμησε, κατόπιν «ελέγχων αντοχής», τα απαιτούμενα κεφάλαια για την εξυγίανση των 4 τραπεζών στα €14,4 δισ., τα οποία προήλθαν από ιδιώτες και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (δάνειο που επιβαρύνει τον Έλληνα φορολογούμενο).
Τρεις επισημάνσεις:
1. Αυτή η ανακεφαλαιοποίηση (η τρίτη μετά το 2008 και το 2013, χωρίς να συνυπολογισθούν οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου από ιδιώτες την άνοιξη του 2014) επέφερε ουσιαστικά τον μηδενισμό της αξίας συμμετοχής των παλαιών μετόχων: ιδιωτών, ταμείων, λοιπών Ελλήνων και ξένων θεσμικών, ιδρυμάτων, της Εκκλησίας και φυσικά του Ελληνικού Δημοσίου (δηλαδή των Ελλήνων φορολογουμένων).
2. Η ανακεφαλαιοποίηση έγινε σε αποτιμήσεις (μέχρι πρότινος) αδιανόητα χαμηλές (περίπου στο 30-40% της λογιστικής αξίας των τραπεζών), οι οποίες αντικατοπτρίζουν τουλάχιστον δυο κινδύνους:
a. τις αδύναμες προοπτικές των τραπεζών στο σημερινό περιβάλλον
b. τα €14,4 δισ. ενδεχομένως δεν θα επαρκέσουν και συνεπώς θα απαιτηθεί νέα ανακεφαλαιοποίηση.
3. Η χρηματοδότηση νέων επενδύσεων θα προέλθει όχι από την επιστροφή των καταθέσεων αλλά από την ανακύκλωση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών. Αυτή πρέπει να γίνει άμεσα, τάχιστα, με την εξυγίανση ληξιπρόθεσμων δανείων (άνω των € 100 δισ. ή 60% του ΑΕΠ) και μέσω τιτλοποιήσεων που θα περιλαμβάνουν και καλά δάνεια. Έτσι θα διοχετευθεί ρευστότητα για νέες επενδύσεις (με όλα τα πολλαπλασιαστικά οφέλη για το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία).
B) Μπορεί τώρα να σταθεροποιηθεί η οικονομία; Ναι, εφόσον στηριχθεί η επιχειρηματικότητα
Το πρωταρχικό πρόβλημα δεν είναι η εξυπηρέτηση του χρέους. Εως το 2023 οι δαπάνες εξυπηρέτησης θα είναι πολύ μικρότερες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε σχέση με τις αντίστοιχες της Ιταλίας, της Γαλλίας ή της Ισπανίας. Το πρόβλημα είναι η καθίζηση της επιχειρηματικότητας. Η κατάσταση δεν δημιουργεί ιδιαίτερη αισιοδοξία:
1. Η πλειοψηφία των μικρών/μεσαίων επιχειρήσεων είναι στο «βαθύ κόκκινο». Οι ιδιοκτήτες έχουν δυστυχώς ξοδέψει όλο το μαξιλάρι που είχαν δημιουργήσει στο παρελθόν και εφεξής δύσκολα μπορούν να στηρίξουν την επιχείρησή τους. Παρατηρούμε την απαξίωση του δημιουργικού ιδιωτικού τομέα, από τον οποίο προσδοκούμε επενδύσεις, θέσεις εργασίας, καινοτομία.
2. Δεν πρόκειται να υπάρξει άμεσα ροή επενδυτικών κεφαλαίων για τους εξής λόγους:
a. Εκτιμάται ότι σήμερα στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πάνω από 20-30.000 νοικοκυριά με υπολογίσιμη διαθέσιμη καθαρή ρευστότητα (άνω των € 500.000). Αυτός ο αριθμός των εν δυνάμει επενδυτών (κάτω του 1% των Ελληνικών νοικοκυριών) είναι πολύ μικρός.
b. Οι ξένοι παρακολουθούν μεν, χωρίς διάθεση να εμπλακούν δε. Τα όποια επενδυτικά σχέδια αφορούν σε κλάδους με περιορισμένο ανταγωνισμό (π.χ. μεταφορές), ή με σαφή εξαγωγικό προσανατολισμό (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού). Μόνο distress funds δείχνουν ενδιαφέρον να αποκτήσουν περιουσιακά στοιχεία σε βαθιά έκπτωση -αυτό είναι άλλωστε το αντικείμενό τους. Ουσιαστικό, διάχυτο επενδυτικό ενδιαφέρον θα εκδηλωθεί μόνο όταν εξαλειφθεί η αβεβαιότητα και το Grexit αποτελέσει μακρινή ανάμνηση.
Παρά τα ανωτέρω, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τη σταθεροποίηση της οικονομίας:
1. Ο προϋπολογισμός εκτελείται καλύτερα των πρόσφατων καταστροφικών εκτιμήσεων, ιδιαίτερα ως προς το σκέλος της μείωσης των κρατικών δαπανών.
2. Η προσαρμογή των τελευταίων χρόνων έχει βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα εξαγωγικών κλάδων.
3. Με την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος δημιουργούνται οι συνθήκες για τη σταδιακή ενίσχυση της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα.
Απαιτείται η κυβέρνηση να εφαρμόσει ταχύτατα τις δεσμεύσεις που ψήφισε και να δώσει σαφές μήνυμα ότι στηρίζει τον ιδιωτικό τομέα και θέλει επενδύσεις. Διαφορετικά, ο συνδυασμός απογοήτευσης και αβεβαιότητας θα διώξει και τον τελευταίο επενδυτή.
Γ) Δυστυχώς δεν υπάρχει σχέδιο για την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων της οικονομίας
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχει διατυπωθεί αναπτυξιακό σχέδιο, ούτε υπάρχει πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων.
Αντιθέτως, έχει επικρατήσει μία επιθετική ρητορική εις βάρος της επιχειρηματικότητας που εκφράζεται μέσω φόρων και στοχοποίησης.
Μερικά αντιπροσωπευτικά παραδείγματα:
1. Η προσπάθεια ανάστασης προβληματικών επιχειρήσεων (π.χ. της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης).
2. Ο τρόπος αντιμετώπισης μεγάλων άμεσων επενδύσεων (π.χ. Ελληνικός Χρυσός, Κασσιόπη, Ελληνικό).
3. Προ μερικών εβδομάδων η κυβέρνηση θριαμβολόγησε ότι αφαιρεί από τον ΟΛΠ την παράκτια έκταση Δραπετσώνας - Κερατσινίου, με σκοπό την παραχώρησή της στους Δήμους Κερατσινίου και Δραπετσώνας. Εδώ προκύπτουν 2 ερωτήματα: από τη μία πλευρά, οι Δήμοι δεν έχουν τα κεφάλαια για να προχωρήσουν σε αξιοποίηση οιασδήποτε μορφής. Από την άλλη, η κυβέρνηση απορρίπτει χωρίς δεύτερη κουβέντα προτάσεις για τη συνδυασμένη λιμενική, εμπορική, πολιτιστική και οικιστική ανάπλαση της παράκτιας ζώνης. Αυτό το έργο θα μπορούσε να αποτελέσει το δεύτερο μεγαλύτερο έργο ανάπτυξης, μετά το Ελληνικό, στη λεκάνη της Μεσογείου, με προϋπολογισμό μεγαλύτερο των €2 δισ.
Όλοι, σε όλα τα κόμματα, μιλούν για την αναγκαιότητα κατάρτισης ενός Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης. Κανείς όμως δεν έχει διατυπώσει, πλην γενικόλογων, τι χρειάζεται η οικονομία για να πάρει μπρος. Γιατί; δεν ξέρουν, δεν μπορούν;
Ο πρωθυπουργός ανήγγειλε τη σύσταση ενός νέου ειδικού φορέα προσέλκυσης επενδύσεων, του Enterprise Greece, αντί του υφιστάμενου Invest In Greece (που αντικατέστησε το παλαιότερο Ελληνικό Κέντρο Επενδύσεων - ΕΛΚΕ). Όμως, δεν χρειάζονται νέοι φορείς, επιπρόσθετες μελέτες και χάσιμο πολύτιμων πόρων. Αρκεί η κυβέρνηση να πάρει υπό μάλης την εξαιρετική μελέτη «Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά» που εκπόνησε η McKinsey με την υποστήριξη του ΣΕΒ και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και (αφού προσθέσει τη φιλοσοφία της) να την παρουσιάσει στα παγκόσμια επενδυτικά κέντρα και να υποστηρίξει προτεινόμενες δράσεις της. Η μελέτη προτείνει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας για την επόμενη δεκαετία, προσδιορίζοντας τις προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της ανάπτυξης και παρουσιάζοντας πάνω από 100 εξειδικευμένες κλαδικές και οριζόντιες δράσεις που αφορούν τόσο το κράτος όσο και την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Τι απαιτείται; Οικονομικός ρεαλισμός και «ευρωπαϊκή γλώσσα»
Ο κ. Τσίπρας είναι εύλογα ανήσυχος για το «σπιράλ θανάτου» της λιτότητας και της έλλειψης ανάπτυξης. Η μόνη διέξοδός του είναι να υποστηρίξει την επιχειρηματικότητα και να στοχεύσει όχι σε ανάκαμψη της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ (είναι ανακοπή της κατάρρευσης - δεν σωζόμαστε), αλλά σε ένα επενδυτικό «σοκ». Μόνο έτσι θα δημιουργηθεί εθνικός πλούτος, θα μειωθεί η ανεργία, θα στηριχθεί η βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων (ανεργία και δημογραφικό συνθέτουν ένα καταστροφικό μείγμα) και θα δημιουργηθεί μαξιλάρι για κοινωνικές πολιτικές.
Οι συνθήκες είναι κυνικές, δεν υπάρχει χρόνος. Απαιτείται η εγκατάλειψη του οικονομικού λαϊκισμού και η αγαστή συνεργασία με το διεθνές περιβάλλον και την Ευρωζώνη. Η πίεση που δέχεται η Ελλάδα από το προσφυγικό επιδεινώνει τη θέση της στην Ευρώπη. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος να αποβεί η συμφωνία διάσωσης του Ιουλίου μη-βιώσιμη και η χώρα μας, χωρίς ανάπτυξη, με ισχνή τη μεσαία και την επιχειρηματική τάξη και με σταθερά υψηλή ανεργία, να μετατραπεί σε περιθωριακή οικονομία, με μοναδικό εξαγώγιμο προϊόν τα λίγα άξια μυαλά που θα έχουν απομείνει.
* Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης εργάζεται στον χρηματοοικονομικό κλάδο από το 1991, με αντικείμενο την κεφαλαιαγορά και την επενδυτική τραπεζική.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.