Μωραϊτάκης: Γιατί ο νέος ΥΠΟΙΚ πρέπει να είναι «πέντε αστέρων»

Τι προσόντα πρέπει να διαθέτει ο επόμενος υπουργός Οικονομικών για να διαχειριστεί την «καυτή πατάτα» της οικονομίας και της αγοράς. Τα ανοιχτά μέτωπα, το διευρυμένο χαρτοφυλάκιο και γιατί θα ήταν λογικό να «σπάσει» στα δύο το υπουργείο.

  • του Αλέξανδρου Μωραϊτάκη**
Μωραϊτάκης: Γιατί ο νέος ΥΠΟΙΚ πρέπει να είναι «πέντε αστέρων»

Δεν είναι καθόλου λίγες οι φορές που έχει ασκηθεί δριμεία κριτική κατά των εκάστοτε υπουργών Οικονομικών της χώρας για αποφάσεις που έλαβαν και αποδείχτηκαν άστοχες, αναποτελεσματικές και επιζήμιες. Αποφάσεις που όχι μόνο δεν οδήγησαν σε ανάπτυξη, αλλά έφεραν γραφειοκρατία και προκάλεσαν μεγάλο κόστος στην πραγματική οικονομία.

Πολλοί θα αποδώσουν τις εξελίξεις αυτές στην τακτική των εκάστοτε πρωθυπουργών να επιλέγουν υπουργούς και υφυπουργούς όχι με βάση αξιοκρατικά κριτήρια, αλλά κυρίως άτομα που «έχουν εκτόπισμα στο κόμμα», που «προέρχονται από τζάκια», ή τέλος που είναι διάσημα από το θέατρο και την τηλεόραση.Tα τελευταία χρόνια, από πρωθυπουργούς επιλέγονται θεωρητικοί καθηγητές μακροοικονομικών ή χρηματοοικονομικών και φυσικά, ένας υπουργός που δεν γνωρίζει το αντικείμενο θα επιλέξει κατά κανόνα και κακούς συμβούλους.

Προσωπικά, έχω υποστηρίξει πολλές φορές τη συγκεκριμένη άποψη, αλλά στην περίπτωση του υπουργείου Οικονομικών πιστεύω ότι φταίει και κάτι άλλο: το συγκεκριμένο υπουργείο έχει τέσσερα ουσιαστικά αντικείμενα-υπο-υπουργεία:

Πρώτον, το κομμάτι που σχετίζεται με τη μακροοικονομία, δηλαδή το ποιοι στόχοι θα τεθούν στον προϋπολογισμό, πόσο θα αυξηθεί το ΑΕΠ, ποια μέτρα θα ληφθούν για την προσέλκυση επενδύσεων και για τη μείωση της ανεργίας κ.λπ. Γι' αυτό το τμήμα ο καθηγητής μακρο-χρηματοοικονομικών έχει τις απαραίτητες γνώσεις. Στην πράξη, όμως, τα τελευταία 6 χρόνια οι υπουργοί Οικονομικών είναι σχεδόν αποκλειστικά οι συντονιστές των διαπραγματεύσεων με τους «θεσμούς», παρά το γεγονός ότι έχουν λιγότερες από τις απαιτούμενες γνώσεις, χωρίς μάλιστα να υποστηρίζονται από επιτελείο ειδικών, στο οποίο πρωτεύουσα σημασία θα έχει ο ειδικός επί διεθνών φορολογικών θεμάτων.

Δεύτερον, το τμήμα που αφορά τα δημόσια έσοδα, δηλαδή το πώς θα λειτουργήσουν οι εφορίες, τι φορολογικούς ελέγχους θα κάνουμε, ποιες ρυθμίσεις θα δώσουμε σε όσους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς το κράτος. Η ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς κατάλληλη, δημιουργική και εμπνευσμένη φορολογική πολιτική.

Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει ειδική μέριμνα για να φέρουμε έσοδα με ανάπτυξη εξαγωγών προϊόντων και εξαγωγικών υπηρεσιών. Η εισροή κεφαλαίων λόγω εξαγωγικών διεθνών δραστηριοτήτων φέρνει ανάπτυξη στη χώρα, και αυτό καθιστά αναγκαίο τον διαχωρισμό της φορολογικής πολιτικής σε εγχώρια και διεθνή. Διάσταση που κανείς δεν έχει θέσει έως τώρα. Όταν στην Κύπρο ο φορολογικός συντελεστής είναι 12,5%, στη Βουλγαρία 10%, στη Ρουμανία 16%, στην Τσεχία 17%, με πολύ χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων, είναι προφανές ότι όλες οι εργασίες που έχουν σχέση με διεθνείς δραστηριότητες δεν θα κατευθυνθούν στην Ελλάδα.

Στην πράξη, είναι ιδιαίτερα απίθανο να υπάρχει υπουργός που να γνωρίζει σε βάθος και τα δύο προαναφερόμενα αντικείμενα (υπάρχουν βέβαια στην αγορά για εμάς που είμαστε μέσα και τη γνωρίζουμε, αλλά κανείς δεν κάνει τον κόπο να τους βρει...), με αποτέλεσμα να πέφτουμε συνεχώς από γκάφα σε γκάφα. Ενδεικτικά και μόνο κατά τα τελευταία χρόνια θα μπορούσα να αναφέρω την περίπτωση του ΕΝΦΙΑ και τον νόμο περί «επαγγελματία επενδυτή».

Έτσι, δεν είναι λίγοι (μεταξύ αυτών και ο πρώην Πρωθυπουργός κ. Κων/νος Μητσοτάκης) όσοι έχουν υποστηρίξει πως το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να «σπάσει» σε δύο υπουργεία.

Τρίτον, το αντικείμενο που σχετίζεται με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, που ο αρμόδιος υπουργός πρέπει να γνωρίζει άριστα λογιστική.

Και τέταρτον, το αντικείμενο που αφορά στην παρακολούθηση, σταθερότητα και ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού μας τομέα, του κεντρικότερου πυλώνα κάθε οικονομίας. Το περίεργο είναι πως για το τόσο σοβαρό αυτό αντικείμενο δεν ασχολείται κανείς μέσα στο υπουργικό συμβούλιο!

Αναμφίβολα, η χρηματοπιστωτική πολιτική της χώρας ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος (και μέσω αυτής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Ωστόσο εδώ υπάρχει ένα μεγάλο κενό, το οποίο προκύπτει από τα παρακάτω γεγονότα:

• Η Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί ουσιαστικά έναν εποπτικό μηχανισμό, μέλος του ευρωσυστήματος της υπερεθνικής Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ελληνικό δημόσιο, που έχει χρεωθεί δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για να στηρίξει τις ελληνικές τράπεζες και που θα φορτωθεί σύντομα και με κάμποσα ακόμη δισεκατομμύρια, δεν θα πρέπει και αυτό να «παρακολουθεί», έστω, την όλη πορεία και κατάσταση;

• Ο ρόλος της ΤτΕ είναι κατά κανόνα εποπτικός και η βασική της δουλειά είναι η αξιοπιστία των τραπεζών και ο κατά το δυνατόν ορθός τρόπος λειτουργίας τους. Τι θα γίνει όμως με μια σειρά από αναπτυξιακά ζητήματα που καίνε την ελληνική οικονομία, όπως για παράδειγμα η παροχή επαρκούς ρευστότητας στην πραγματική οικονομία; Το ελληνικό κράτος δεν θα πρέπει με μια σειρά νόμους και ενέργειες να συμβάλει προς την επιθυμητή κατεύθυνση;

Σύντομα επίσης, η Ελλάδα θα κληθεί να λάβει σημαντικότατες αποφάσεις για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, για τη δυνατότητα θέσπισης «κακής τράπεζας» και για τόσα, χωρίς στο υπουργείο Οικονομικών να υπάρχει το αρμόδιο θεσμοθετημένο τμήμα που να παρακολουθεί συστηματικά και σε βάθος χρόνου τα συγκεκριμένα ζητήματα...

Είναι δυνατόν να ανέχεται η κυβέρνηση με χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου να καταβάλλονται 4,5 δισ. για ετήσια λειτουργικά έξοδα 4 τραπεζών; Να ανέχεται την πολυτελή οργανωτική δομή που σε αυτή τη φάση επιβαρύνει τον φορολογούμενο πολίτη; Η εκλογίκευση της οργάνωσης των τραπεζών θα φέρει επενδύσεις, διότι θα αυξήσει την κερδοφορία των τραπεζών και θα αποφευχθεί οποιοδήποτε κούρεμα σε μετόχους και ομολογιούχους. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ομολογιούχος δάνεισε την Τράπεζα ακριβώς όπως και ο καταθέτης. Όσοι δεν μπορούν να προσαρμοσθούν ή να διαχειριστούν το πρόβλημα, να παραιτηθούν. Όσοι συγκρίνουν, όπως κάνουν, αμοιβές Ευρωζώνης με Ελλάδα χωρίς άλλες παραμέτρους είναι εκτός πραγματικότητας.

• Στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα δεν εντάσσονται μόνο οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ελέγχονται από την ΤτΕ, αλλά και άλλοι οικονομικοί φορείς. Αν για παράδειγμα τεθεί εκ νέου ο στόχος προκειμένου η Ελλάδα να μετεξελιχθεί σε διεθνές κέντρο παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, από ποιο κομμάτι της κυβέρνησης θα αναζητήσει στήριξη; Αν σήμερα μια ΑΕΠΕΥ θέλει να διεθνοποιήσει τις εργασίες της στο εξωτερικό και αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά αντικίνητρα σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ποιο κυβερνητικό τμήμα θα πρέπει να απευθυνθεί;

Τέλος, νομίζω πως η απουσία τομέα χρηματοπιστωτικής παρακολούθησης, σταθερότητας και ανάπτυξης από το υπουργείο Οικονομικών μπορεί κάλλιστα να προκύψει μέσα από ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του καλοκαιριού που μας πέρασε.

Όταν λοιπόν, το ΥΠΟΙΚ καλείτο να νομοθετήσει για την (προβληματική όπως αποδείχτηκε και στην πράξη) επαναλειτουργία του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, ουσιαστικά δεν μπορούσε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και άφησε το όλο θέμα στην Τράπεζα της Ελλάδος, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα...

Εκτός όμως από τα προηγούμενα, ο υπουργός Οικονομικών θα πρέπει:

1) Να παραιτηθεί από υποβολή υποψηφιότητας βουλευτή για μια πενταετία από τη λήξη της θητείας του.

2) Να είναι ηλικιακά προς το τέλος της επαγγελματικής του καριέρας, ώστε να μην έχει ανάγκη να υποκύπτει στις πιέσεις αυτών που διαπραγματεύεται για να κερδίσει στο μέλλον ευρωπαϊκές υψηλόβαθμες θέσεις χάρη στην υποχωρητικότητά του.

3) Να έχει πετυχημένο έργο να παρουσιάσει από τη μέχρι τώρα επαγγελματική του καριέρα. Αμοιβές καθηγητή από τις ΗΠΑ πλήρους απασχόλησης 100.000 € ετησίως δεν δείχνει ικανότητα και επιτυχία του παρελθόντος του και ιδιαίτερα του μέλλοντος. Θα πρέπει επίσης να παρουσιάσει τις φορολογικές του δηλώσεις από εργασία (όχι περιουσία) τα τελευταία χρόνια, για να είναι πειστική η υποστήριξη της ικανότητάς του. Εάν είναι πολιτικός, να εμφανίσει τις αντίστοιχες αμοιβές του πριν την ενασχόλησή του με την πολιτική.

Παράλληλα με τις παραπάνω απόψεις μου αναφέρω και τις θέσεις του επενδυτικού Οίκου Japonica, που θεωρεί επιβεβλημένη την πρόσληψη υπουργού Οικονομικών «πέντε αστέρων» στην Ελλάδα!

Σύμφωνα με την Japonica, o υπουργός αυτός θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος στα χρηματοοικονομικά, στη λογιστική και στο management, αλλά και να έχει υψηλές ικανότητες σε τέσσερις τομείς, γνωστούς ως MACC: Μέτρηση, ανάλυση, δημιουργία πλούτου και επικοινωνία. Θα είναι για την Ελλάδα η μεγαλύτερη επιτυχία.

Συμφωνώ απολύτως!

Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στον ευρύτερο τραπεζικό/επενδυτικό/χρηματοοικονομικό/χρηματιστηριακό/φοροελεγκτικό και λογιστικό χώρο, που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω και έχουν πολιτικές ικανότητες. Δεν έχουν όμως καμία σχέση με διαπλοκή. Θα είναι θετικό ή αρνητικό; 

* Το άρθρο γράφτηκε πριν από το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών αλλά απευθύνεται στον νέο πρωθυπουργό και στους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων μαζί με τις ευχές μου για καλή επιτυχία.

** O Αλέξανδρος Μωραϊτάκης είναι Πρόεδρος της NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ, τ. Πρόεδρος ΣΜΕΧΑ.

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v