Πιστεύω ότι μόνο κυβερνήσεις πλατιάς συνεργασίας μπορούν να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος. Γιατί;
Πρώτον, γιατί -όπως προκύπτει από όλες τις δημοσκοπήσεις- η πλειοψηφία των ερωτηθέντων τις υποστηρίζει.
Δεύτερον, επειδή σε διάφορα μέτωπα χρειάζονται βραχυπρόθεσμα δυσμενείς αποφάσεις (για το αυριανό καλό) που δεν είναι εύκολο να ληφθούν από πολιτικούς που θέλουν να είναι αρεστοί σήμερα, για να ψηφιστούν στις επόμενες εκλογές.
Και τρίτον, γιατί μια κυβέρνηση πλατιάς συνεργασίας θα άμβλυνε τις εντάσεις που συχνά δημιουργούνται στην Ελλάδα μεταξύ των πολιτών και μεταξύ των πολιτικών, και θα έδινε την ευκαιρία για τη διεξαγωγή ουσιαστικού διαλόγου και για τη δημιουργία συναινέσεων.
Για παράδειγμα, δεν ξέρω πόσο «αριστερό» είναι να έχουμε ένα σπάταλο και γραφειοκρατικό κράτος, ή να καταγγέλλουμε και να εμποδίζουμε οποιαδήποτε επένδυση επιδιώκεται να γίνει στη χώρα. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι καθόλου «δεξιό» να ανεχόμαστε περίεργες και νοσηρές καταστάσεις όπως η λαθρομετανάστευση. Μπορούμε λοιπόν να συμφωνήσουμε, σε πολλά πράγματα, από την πρώτη κιόλας ημέρα.
Τα ανωτέρω πολύ σωστά πιστεύει και ο Πρόεδρος της ΝΔ κ. Μεϊμαράκης, που επιζητά κυβερνήσεις συνεργασίας, διότι μόνο έτσι επιζητά να επιλυθούν τα προβλήματα του τόπου.
Ωστόσο, πέρα από μια κυβέρνηση ευρείας συνεργασίας, πιστεύω πως απαιτείται οι πολιτικές δυνάμεις να δώσουν αυτή τη φορά έμφαση στον τρόπο επιλογής ανθρώπων που θα κληθούν να στελεχώσουν την κυβέρνηση και τις υψηλόβαθμες θέσεις του κρατικού μηχανισμού.
Η μέχρι τώρα εμπειρία μου λέει πως οι θέσεις αυτές ανατίθενται συνήθως σε όσους πήραν τους περισσότερους σταυρούς στις προηγούμενες εκλογές, σε όσους έχουν «μεγάλα ερείσματα στο κόμμα», σε «παιδιά των κομματικών σωλήνων», σε γόνους γνωστών πολιτικών οικογενειών («τζάκια»), σε συμπολίτες μας που κύριο προσόν τους είναι η διασημότητα, αλλά και σε λοιπούς πολιτικούς που απλά «γράφουν» όταν τσακώνονται στα τηλεοπτικά κανάλια.
Επίσης ανατίθενται σε καθηγητές Πανεπιστημίου ορισμένα τεχνοκρατικά υπουργεία ή άλλες κυβερνητικές θέσεις. Άραγε, σας είναι άγνωστο το φαινόμενο όπου κάποιοι νεαροί άνεργοι, αφού πρώτα απασχολήθηκαν σε κομματική θέση έναντι 1.300 ευρώ τον μήνα, στη συνέχεια έγιναν βουλευτές, ή και ανέλαβαν υπουργικές θέσεις;
Σήμερα, παρά το νεαρό τους και την ιστορία τους, χωρίς ένσημα, είναι πρωτοκλασάτα στελέχη και παρουσιάζονται ως «το νέο». «Νέο και άπειρο έως άσχετο» γίνεται για υπουργούς; Ίσως στο παρελθόν, ναι. Όχι όμως την εποχή της κρίσης που ο λαός μας θέλει λύσεις.
Ο απολογισμός δυστυχώς είναι τραγικός: Σπάνια προλαβαίνουμε το πρόβλημα και συνήθως τρέχουμε πίσω από αυτό όταν είναι πολύ αργά. Αδυνατούμε να διαχειριστούμε καταστάσεις κρίσεων. Ψηφίζουμε χιλιάδες νόμους ανεφάρμοστους και αναποτελεσματικούς, αρκετοί μάλιστα εκ των οποίων παίρνονται πίσω από τις πρώτες κιόλας ημέρες εφαρμογής τους! Και κυρίως έχουμε αδικίες, γραφειοκρατία και αντικίνητρο για οποιαδήποτε σοβαρή επένδυση στον τόπο μας...
Χαρακτηριστική απόδειξη της αποτυχίας της χώρας μας είναι η υψηλότατη ανεργία που πλήττει περισσότερους από ένα εκατομμύριο συμπολίτες μας.
Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που υποστηρίζουν πως ο αξιωματούχος δεν είναι απαραίτητο να έχει πλατιά σχέση με το αντικείμενο, γιατί το κενό αυτό θα καλυφθεί από τους συμβούλους του. Όμως ο υπουργός και πολύ περισσότερο ο πρωθυπουργός που δεν γνωρίζει το αντικείμενο, ταυτόχρονα δεν γνωρίζει και ποιοι είναι οι κατάλληλοι σύμβουλοι. Και επίσης δεν είναι σε θέση να ελέγξει και να αξιολογήσει τη δουλειά των συμβούλων, οπότε καταντάει «πιόνι» στα χέρια τους...
Συμφωνώ με τον πρόεδρο του Ποταμιού Σταύρο Θεοδωράκη για τη θέσπιση μιας σειράς προαπαιτούμενων όπως πενταετή με ένσημα εργασιακή εμπειρία (πετυχημένη οπωσδήποτε θα προσέθετα), προκειμένου κάποιος να επιλεγεί σε ένα υψηλό αξίωμα. Βέβαια ούτε και η πενταετής επαρκεί. Άλλο να είναι κάποιος βουλευτής, άλλο να έχει υπουργική θέση. Ο υπουργός, πριν επιλεγεί, θα έπρεπε να παρουσιάζει ένα εργασιακό πλάνο για το τι θα κάνει.
Όταν μια μικρομεσαία επιχείρηση ζητά από έναν υπάλληλο που θέλει να προσλάβει πτυχία, επάρκειες ξένων γλωσσών και εμπειρία στο αντικείμενο, γιατί η κυβέρνηση της χώρας να μπορεί να στελεχώνεται από ανεπάγγελτους, ή από άτομα που δεν γνωρίζουν και δεν σχετίζονται με το αντικείμενο που αναλαμβάνουν; Και πέραν του αντικειμένου που αναλαμβάνουν, απαιτείται τα κυβερνητικά στελέχη να έχουν εμπειρίες για το πώς λειτουργεί στην πράξη η οικονομία (όχι μόνο μέσα από τη θεωρία και τη σιγουριά ενός μισθοσυντήρητου καθηγητή πανεπιστημίου) και οι αγορές.
Ο υπουργός για παράδειγμα δεν πρέπει ούτε να φοβάται, ούτε να ξορκίζει τις αγορές, αλλά αντίθετα να κοιτάζει πώς μέσα από τους μηχανισμούς αυτούς θα μπορέσει να φέρει νέες θέσεις εργασίας στη χώρα, να μειώσει τις κρατικές δαπάνες, να εξυπηρετήσει καλύτερα τον πολίτη και να επιλύσει χρόνια προβλήματα. Με άλλα λόγια, όπως ο υποψήφιος εργαζόμενος μιας σοβαρής (μικρής ή μεγάλης) εταιρείας, έτσι και ο κυβερνητικός αξιωματούχος θα πρέπει να κρίνεται από το βιογραφικό του, από το ήθος του και από τη θέλησή του να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο.
Τόσο απλά...
Τέλος, θα ήθελα να προτείνω δύο θεσμικές αλλαγές, προκειμένου η όλη διαδικασία επιλογής των κατάλληλων αξιωματούχων να διευκολυνθεί σε μεγάλο βαθμό.
Πρώτον, να υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, όπως για παράδειγμα ισχύει στην Κύπρο. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να υπάρχει ασυμβίβαστο μεταξύ βουλευτή και υπουργού-υφυπουργού. Η συγκριμένη πρόταση έχει εξαγγελθεί από τη Νέα Δημοκρατία στις αλλαγές του Συντάγματος και παράλληλα βρίσκει θετική ανταπόκριση και σε πολλά στελέχη άλλων πολιτικών δυνάμεων. Δεν προχώρησε δυστυχώς λόγω των εκλογών της 25/1/2015.
Και δεύτερον, θα ήθελα να υπενθυμίσω την πρόταση του Κων/νου Μητσοτάκη για σπάσιμο του Υπουργείου Οικονομικών σε δύο Υπουργεία. Το ΥΠΟΙΚ έχει αρμοδιότητες που απαιτούν γνώσεις μακροοικονομίας, λογιστικής, τραπεζικής, αγορών χρήματος και κεφαλαίου, φορολογικές, αναπτυξιακές και άλλες. Δεν είναι τυχαίο πως δεν υπήρξε ούτε ένας υπουργός Οικονομικών τα τελευταία είκοσι χρόνια που να διέθετε την απαιτούμενη επάρκεια σε όλες αυτές τις γνώσεις. Ή θα βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος (που υπάρχει, θέλει να προσφέρει και έχει αυτές τις γνώσεις), ή θα πρέπει να σπάσει το Υπουργείο;
Σε τηλεοπτική μου εκπομπή είχε συμφωνήσει σε αυτή την άποψη και ο νυν πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τα ίδια υποστηρίζουν και οι αρχηγοί των άλλων κομμάτων, ότι θα «κυβερνήσουν με τους καλύτερους». Ίδωμεν ποιους θεωρούν τους καλύτερους.
ΥΓ: Θα ήθελα να παραθέσω ένα παράδειγμα για να διευκρινίσω τι εννοώ. Ο καθηγητής, πρόεδρος ιατρικής σχολής και πρύτανης Θάνος Δημόπουλος, ορκίστηκε υπουργός Υγείας στην τρέχουσα υπηρεσιακή κυβέρνηση. Πετυχημένος σε όλα του, γνωρίζει από κάθε πλευρά τα προβλήματα. Είναι δυνατόν να υπάρχει ο καθηγητής Δημόπουλος και να αναλαμβάνουν άλλοι που δεν ξέρουν (αλλά θα μάθουν με έξοδα του φορολογουμένου), το Υπουργείο Υγείας;
* Ο Αλέξανδρος Μωραϊτάκης είναι πρώην Βουλευτής Α' Αθήνας, Υποψήφιος Βουλευτής ΝΔ Α' Αθήνας, Πρόεδρος NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ, Μέλος ΔΣ ΣΜΕΧΑ.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.