Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές για τον πρωθυπουργό της Ελλάδας. Ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να επιλέξει μεταξύ της διάσωσης της χώρας του και της εμμονής σε μια ιδεολογία χρεοκοπίας. Αν είναι θαρραλέος και έξυπνος μπορεί να διασφαλίσει μερικές ακόμα υποχωρήσεις από τους πιστωτές του και μια καλούτσικη συμφωνία για την Ελλάδα. αν όχι, θα τραβήξει τη χώρα στην άβυσσο.
Εδώ και μήνες ο Τσίπρας προσπαθεί να έχει τα πόδια του σε δυο βάρκες ταυτόχρονα. Ήθελε να βρει μια συμφωνία με τους πιστωτές που θα κρατά τη χώρα στην ευρωζώνη, αυξάνοντας ταυτόχρονα τις δημόσιες δαπάνες και ανατρέποντας μεταρρυθμίσεις που καθιστούν τη χώρα πιο ανταγωνιστική.
Ο πρωθυπουργός συνέχισε αυτά τα δύσκολα ακροβατικά σε ομιλία του στο ελληνικό κοινοβούλιο την Παρασκευή. Απέρριψε προτάσεις από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ αποκαλώντας τες «παράλογες», ενώ ταυτόχρονα είπε πως η Ελλάδα είναι έτοιμη να κάνει συμβιβασμούς και είναι πιο κοντά από ποτέ σε συμφωνία με τους πιστωτές.
Την ίδια ημέρα, η Αθήνα δεν κατέβαλε τη δόση των 300 εκατ. ευρώ που χρωστούσε στο ΔΝΤ. Αυτό δεν συνιστά χρεοκοπία, καθώς η Ελλάδα εκμεταλλεύτηκε έναν κανόνα του ΔΝΤ που σπανίως χρησιμοποιείται και ο οποίος δίνει τη δυνατότητα στους δανειολήπτες να πληρώσουν όλα τα χρήματα που χρωστούν σε μία ομαδοποιημένη δόση στο τέλος ενός συγκεκριμένου μήνα.
Η νέα προθεσμία της 30η Ιουνίου για την καταβολή 1,6 δισ. ευρώ σημαίνει πως ο Τσίπρας δεν θα μπορεί να έχει τα πόδια του και στις δυο βάρκες για πολύ ακόμα. Σύντομα θα πρέπει να αποφασίσει αν θα συνθηκολογήσει με τους πιστωτές. Μπορεί να βελτιώσει κάπως την «παράλογη» προσφορά που βρίσκεται στο τραπέζι, όχι όμως πολύ.
Πρώτον, όμως, ας δούμε τις συνέπειες και των δυο επιλογών.
Αν καταλήξει σε συμφωνία, μπορεί να οδηγήσει σε ρήξη στον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως θα έχει τη δυνατότητα να κηρύξει νέες εκλογές, να διώξει τους «αντάρτες» και πιθανότατα να κερδίσει μια νέα εντολή με αυξημένη πλειοψηφία.
Αν και η Ελλάδα θα επωφελούνταν και ο ίδιος ο Τσίπρας θα παρέμενε στην εξουσία, ωστόσο μπορεί να απορρίψει την επιλογή αυτή, διότι θα σήμαινε ότι θα πρέπει να διαχωριστεί από το διανοητικό του «σπίτι» στην άκρα Αριστερά. Προηγουμένως, οι σύντροφοί του μπορεί να τον αποκαλέσουν προδότη.
Από την άλλη πλευρά, η μη επίτευξη συμφωνίας θα είχε ως αποτέλεσμα την χρεοκοπία, την οποία θα συνόδευαν η επιβολή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων και πιθανότατα η έξοδος από το ευρώ. Ο Τσίπρας μπορεί να δει την δημοφιλία του να κάνει «βουτιά» και να εκδιωχθεί από την εξουσία.
Δεν αποκλείεται ούτε ο ίδιος ο Τσίπρας να μην ξέρει προς τα πού θα πάει. Και οι δυο επιλογές πρέπει να φαίνονται φρικτές, και ενδεχομένως γι' αυτό συνεχίζει απεγνωσμένα να ψάχνει για μια καλύτερη συμφωνία.
Υπάρχει μια πιθανότητα, που βασίζεται στην αρχή ότι η Ελλάδα αποδέχεται τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αρκεί οι πιστωτές να χαλαρώσουν τη λιτότητα.
Συγκεκριμένα, αυτό θα σήμαινε πως οι πιστωτές δεν θα επέμεναν πλέον σε δυο ιδιαίτερα αντιλαϊκά μέτρα: την αύξηση του ΦΠΑ στους λογαριασμούς ρεύματος από το 13% στο 23% και τη μείωση των χαμηλών συντάξεων. Ως αντάλλαγμα, η Αθήνα θα αποδεχθεί τις υπόλοιπες προτάσεις των πιστωτών για τον ΦΠΑ και τις συντάξεις –που μεταξύ άλλων προβλέπουν μείωση της φοροδιαφυγής, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα ώστε να καταστεί οικονομικά βιώσιμο.
Μια τέτοια συμφωνία, βεβαίως, θα άφηνε «τρύπα» στον προϋπολογισμό της Ελλάδας. Περίπου το ήμισυ της «τρύπας» αυτής θα μπορούσε να καλυφθεί αν επιτραπεί στην Αθήνα να θέσει ως στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος στο 0,6% του ΑΕΠ, όπως έχει προτείνει η κυβέρνηση, αντί για το 1% που θέλουν οι πιστωτές.
Η Ελλάδα θα πρέπει να βρει εναλλακτικά μέτρα για να κλείσει το υπόλοιπο κενό –ιδανικά μέσω της περικοπής των δαπανών ή διαφορετικά μέσω της φορολόγησης των λιγότερο ευάλωτων ομάδων.
Η Αθήνα θα μπορούσε να δεχθεί τις άλλες μεταρρυθμίσεις στη λίστα των πιστωτών: όχι μόνο αυτές που ήδη υποστηρίζει ο Τσίπρας, όπως μια ανεξάρτητη φορολογική αρχή και η πάταξη της διαφθοράς, αλλά και πράγματα που είναι δυσκολότερο να τα «καταπιεί», όπως οι ιδιωτικοποιήσεις του δικτύου ηλεκτρισμού και η δημιουργία ενός πιο αποδοτικού δημόσιου τομέα.
Ο πρωθυπουργός θα πρέπει να αποσύρει το σχέδιό του, που ανακοινώθηκε την Παρασκευή, για μονομερή αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αντιθέτως, θα συμφωνούσε στην πρόταση των πιστωτών για επανεξέταση του υφιστάμενου καθεστώτος.
Η ευρωζώνη θα πρέπει να δώσει δυο ακόμα «καρότα». Πρώτον, θα πρέπει να δεσμευτεί να ελαφρύνει το χρέος της Αθήνας όταν θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για ένα τρίτο πακέτο διάσωσης τους επόμενους μήνες, αρκεί η κυβέρνηση να τηρήσει στα συμφωνηθέντα.
Το σχέδιο του Τσίπρα για την αναδιάρθρωση του χρέους που, μεταξύ άλλων, προβλέπει διαγραφή μέρους του χρέους προς χώρες της ευρωζώνης και αντικατάσταση ενός άλλου μέρους με perpetual bonds, κάτι που πολιτικά δεν έχει καμία πιθανότητα να περάσει. Όμως θα πρέπει να είναι δυνατό να ελαφρυνθεί το χρέος μέσω της παράτασης της τρέχουσας περιόδου χάριτος και της επιμήκυνσης των λήξεων των δανείων.
Δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να παράσχει ρευστότητα απ' ευθείας στις ελληνικές τράπεζες ώστε να μην χρειάζεται να εξαρτώνται από τον ELA. Η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα στο τεράστιο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσής της.
Δεν είναι βέβαιο ότι ο Τσίπρας μπορεί να διαπραγματευτεί έναν τέτοιον συμβιβασμό. Όμως η βασική φιλοσοφία των περισσότερων μεταρρυθμίσεων ως αντάλλαγμα για λιγότερη λιτότητα θα είναι ελκυστική για κάποιους από τους πιστωτές της Ελλάδας –υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να μεταφέρει το μήνυμα με πεποίθηση.
Και για να το κάνει αυτό, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα χρειαστεί να δείξει τι σόι άνθρωπος είναι. Αυτή είναι η καθοριστική στιγμή.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.