Το βασικό σημείο στο οποίο κολλάει η συμφωνία με τους δανειστές είναι η επιμονή τους για περισσότερη λιτότητα, ακόμα και εις βάρος των μεταρρυθμίσεων που επιθυμεί να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση, υποστηρίζει σε άρθρο του ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Όπως γράφει ο υπουργός Οικονομικών, ένα τυπικό σφάλμα στο οποίο υποπίπτουν τα ξένα μέσα που καλύπτουν τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους δανειστές είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει ή δεν μπορεί να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.
Ωστόσο η πραγματικότητα των διαπραγματεύσεων είναι εντελώς διαφορετική, σημειώνει ο ίδιος. Πρώτον, η ελληνική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να εφαρμόσει μια ατζέντα που περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις τις οποίες προκρίνουν πολλά ευρωπαϊκά οικονομικά think tank. Δεύτερον, είναι ικανή να διατηρήσει τη στήριξη των πολιτών υπέρ ενός δεύτερου, λογικού, οικονομικού προγράμματος.
Τι πρέπει να περιλαμβάνει ένα λογικό οικονομικό πρόγραμμα; Σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη μια ανεξάρτητη γραμματεία εσόδων, εύλογα πρωτογενή πλεονάσματα, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που θα συνοδεύεται από μια αναπτυξιακή αρχή που θα διαχειρίζεται τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία για να δημιουργεί επενδυτικές ροές, μια πραγματική μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού που θα διασφαλίζει την βιωσιμότητα του συστήματος και την απελευθέρωση των αγορών τροφίμων και αγαθών.
«Οπότε από τη στιγμή που η κυβέρνησή μας είναι πρόθυμη να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις που αναμένουν οι εταίροι μας, γιατί οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν οδηγήσει σε κάποιο αποτέλεσμα;» γράφει ο κ. Βαρουφάκης.
Κατά τον ίδιο το πρόβλημα είναι απλό: Οι πιστωτές της Ελλάδας επιμένουν σε ακόμα περισσότερη λιτότητα για την φετινή χρονιά και τα επόμενα χρόνια, μια προσέγγιση που θα υπονομεύσει την ανάκαμψη, θα εμποδίσει την ανάπτυξη, θα επιδεινώσει τον φαύλο κύκλο χρέους-αποπληθωρισμού και τελικά θα διαβρώσει την προθυμία των Ελλήνων απέναντι στην μεταρρυθμιστική ατζέντα που τόσο απεγνωσμένα έχει ανάγκη η χώρα.
«Η κυβέρνησή μας δεν μπορεί και δεν θα αποδεχθεί μια θεραπεία που έχει αποδειχθεί τα τελευταία πέντε χρόνια πως είναι χειρότερη από την ασθένεια» υπογραμμίζει.
Η επιμονή των πιστωτών για περισσότερη λιτότητα μπορεί να εντοπιστεί σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη στην απαίτησή τους για υπερβολικά υψηλά πλεονάσματα (πάνω από 2% του ΑΕΠ το 2016 και πάνω από 2,5% ή 3% από εκεί και έπειτα). Για να επιτευχθούν τα πλεονάσματα αυτά πρέπει σύμφωνα με τους ίδιους να αυξηθεί ο ΦΠΑ, να γίνουν οριζόντιες περικοπές στις συντάξεις και να αποκατασταθούν τα χαμηλά έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις με ισόποσα δημοσιονομικά μέτρα.
Η αντίληψη ότι η Ελλάδα δεν έχει κάνει τη δημοσιονομική προσαρμογή που θα έπρεπε δεν είναι μόνο λάθος, αλλά και παράδοξη, επισημαίνει ο ίδιος. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να εφαρμόσει διπλάσια λιτότητα από τις άλλες χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης, κάτι που απαντά και στο ερώτημα γιατί η χώρα δεν τα πήγε τόσο καλά όσο η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία ή Κύπρος μετά το 2008.
«Οι αντικειμενικοί παρατηρητές της τετράμηνης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές δεν μπορούν να αποφύγουν ένα απλό συμπέρασμα: Το βασικό σημείο αδιεξόδου, η μόνη αιτία που δεν προχωράει η συμφωνία, είναι η επιμονή των πιστωτών για ακόμα περισσότερη λιτότητα, ακόμα και σε βάρος της μεταρρυθμιστικής ατζέντας που διακαώς επιθυμεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση μας» υπογραμμίζει ο κ. Βαρουφάκης.
Η απαίτηση των δανειστών για περισσότερη λιτότητα δεν έχει να κάνει τίποτα με τις ανησυχίες τους σχετικά με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων ή με την μετάβαση της Ελλάδας σε ένα βιώσιμο δημοσιονομικό μονοπάτι, υποστηρίζει ο ίδιος, λέγοντας πως τα πραγματικά τους κίνητρα πρέπει να αναζητηθούν από τους ιστορικούς του μέλλοντος, οι οποίοι θα αντιμετωπίσουν με ιδιαίτερο σκεπτικισμό τα δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.