Αίσθηση προκάλεσαν οι χθεσινές δηλώσεις του γενικού γραμματέα κοινωνικών ασφαλίσεων Γιώργου Ρωμανιά, ότι οι αναλογιστικές μελέτες στις οποίες στηρίχτηκαν οι μειώσεις των συντάξεων και οι αυξήσεις ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης είναι για πέταμα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον κ. Ρωμανιά, οι μελέτες αυτές υποεκτίμησαν τις αντοχές των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων επειδή δεν συνυπολογίστηκε η τρέχουσα περιουσία τους (είναι σχετικά πολύ χαμηλή) και η μελλοντική της απόδοση(*). Άρα, σύμφωνα πάντα με το γενικό γραμματέα, μετά τις νέες μελέτες που θα γίνουν, είναι πιθανόν να δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις!
Συζητώντας ωστόσο με παράγοντες της αγοράς, έγινα δέκτης πολλών παρατηρήσεων, το σύνολο των οποίων κάθε άλλο παρά συμφωνεί με τη συλλογιστική του κ. Ρωμανιά:
Πρώτον, ακόμη και αν τα ταμεία αποδειχτεί πως έχουν αναλογιστικό πλεόνασμα, θα μπορούσαν κατά την περίοδο 2010-2014 να χρηματοδοτήσουν την καταβολή αυξημένων συντάξεων; Προφανέστατα όχι. Άλλωστε, το ελληνικό δημόσιο κατέβαλε όλα αυτά τα χρόνια -παρά τις πετσοκομμένες παροχές- τουλάχιστον το 25% των συνολικών του φορολογικών εσόδων για να καλύψει τις ετήσιες χρηματοδοτικές τρύπες των ταμείων.
Δεύτερον, τα ίδια και χειρότερα για τη ρευστότητα των ταμείων ισχύουν και φέτος, αλλά και θα εξακολουθήσουν να ισχύουν για τα αμέσως επόμενα χρόνια. Και αυτό γιατί η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης των ταμείων αποτελεί ουσιαστικά μονόδρομο για την επίτευξη -έστω και μικρών- πρωτογενών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό, για τα οποία δεσμεύθηκε η νέα κυβέρνηση στους Ευρωπαίους δανειστές της.
Τρίτον, ακόμη και αν δεχτούμε πως οι μειώσεις των συντάξεων ήταν υπερβολικές, τα κονδύλια που εξοικονομήθηκαν δεν πετάχτηκαν από το παράθυρο, ούτε σπαταλήθηκαν, αλλά ενίσχυσαν τα οικονομικά του ελληνικού δημοσίου.
Τέταρτον, ακόμη και σε χώρες με ισχυρή οικονομία και υγιέστατους κρατικούς προϋπολογισμούς, επικρατεί έντονος προβληματισμός για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών τους ταμείων, λόγω της επιδεινούμενης αναλογίας συνταξιούχων προς εργαζόμενους και λόγω του υψηλού πληθωρισμού στον κλάδο της υγείας. Μάλιστα, στις περισσότερες από αυτές τις ανεπτυγμένες οικονομίες, ένα σημαντικό ποσοστό της «αναπλήρωσης» του μισθού από τη σύνταξη προέρχεται ήδη από τον ιδιωτικό τομέα (επαγγελματικά ταμεία, συνταξιοδοτικά προγράμματα ασφαλιστικών εταιρειών) και όχι από την κοινωνική ασφάλιση. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό είναι οριακό.
Πέμπτον, όσο οι ασφαλιστικές εισφορές (εργοδοτών και εργαζομένων) παραμένουν σε τόσο υψηλά επίπεδα (πολύ μεγαλύτερες από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ), τόσο η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας θα υπονομεύεται. Άρα λοιπόν, υπάρχουν πιέσεις για τη μείωση των εισφορών σε μεσομακροπρόθεσμη βάση.
Κανείς φυσικά δεν επιχαίρει όταν μειώνονται οι συντάξεις. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Ωστόσο, το ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και χωρίς καμιά μικροκομματική διάθεση από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων, προκειμένου να βρεθεί η καλύτερη (ή σωστότερα, η λιγότερο κακή...) δυνατή λύση.
Το να κλείνουμε το μάτι για αυξήσεις συντάξεων και μειώσεις ορίων ηλικίας δεν ωφελεί κανέναν. Και πολύ περισσότερο τους πολιτικούς που επιζητούν να μείνουν για πολύ καιρό στις θέσεις τους...
* Μπορεί ο κ. Ρωμανιάς να μας πει ποια ήταν η ποσοστιαία απόδοση της περιουσίας των ταμείων το 2014;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.