Ένας κορυφαίος αναλυτής των θεμάτων που επηρεάζουν την ζωή και την πορεία στον χώρο και στον χρόνο των επιχειρήσεων, ο Στήβεν Ράϊνσμιθ, ιδρυτής και επικεφαλής της ομώνυμης εταιρείας συμβούλων διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, συνηθίζει να λέει, να γράφει και να επαναλαμβάνει ότι «το μάνατζμεντ δεν είναι πλέον αυτό που είχαμε μάθει ότι είναι, για τον απλό λόγο ότι ο κόσμος δεν είναι πλέον αυτός που ήταν».
Υπό αυτές τις νέες συνθήκες, λοιπόν, ο Αμερικανός σύμβουλος υπογραμμίζει προς κάθε κατεύθυνση και προς όποιους θέλουν να τον ακούσουν, ότι «σε καμία περίπτωση οι δεξιότητες του χθες δεν μπορούν να επιτρέψουν την πετυχημένη πρόσβαση στο αύριο —με αυτό το τελευταίο να είναι παγκοσμιοποιημένο και, κυρίως, πολύπλοκο». Υπαγορεύει έτσι σε ιθύνοντες και ανθρώπινο δυναμικό διαρκή εγρήγορση και προνοητικότητα για εξελίξεις που μπορούν να διαμορφώσουν νέες πραγματικότητες.
Ως φαίνεται δε, οι τελευταίες συνειδητοποιούνται και στην Ελλάδα, όπου οι εγχώριες επιχειρήσεις μετά από μια περίοδο κρίσης, σήμερα αντιμετωπίζουν σοβαρές αλλαγές τεχνολογικές και κοινωνικές, αλλά και γεωπολιτικές αβεβαιότητες.
Έτσι, οι υπεύθυνες ελληνικές επιχειρήσεις όλο και πιο πολύ συνειδητοποιούν ότι στη μεταβαλλόμενη συγκυρία της εποχής μας πρέπει να αντιδράσουν με διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι στο παρελθόν και να θεωρήσουν ότι η σημερινή κατάσταση, παρά τις δυσκολίες της, μπορεί να είναι η γόνιμη αφετηρία για την επανεξέταση και θεραπεία παραδοσιακών αδυναμιών. Και από την άποψη αυτή, σημαντική πρέπει να πούμε ότι είναι η αφυπνιστική δραστηριότητα του ΣΕΒ.
Συνεπώς, οι επιχειρήσεις αυτές —που πολύ καλά κάνουν και προβληματίζονται— ένα κρίσιμο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουν θετικά είναι αυτό της «αναγέννησής» τους μέσα σε ένα νέο περιβάλλον και υπό όρους που ωθούν σε μετασχηματισμούς.
Αναδεικνύονται έτσι σοβαρά ερωτήματα: Τι πρέπει να αλλάξει στο παραγωγικό μοντέλο, αλλά και γενικότερα στον τρόπο οργάνωσης και διοίκησης της επιχείρησης; Με ποιες προϋποθέσεις θα διεκδικήσει νέες αγορές, νέες πηγές εσόδων; Πώς θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης αβεβαιότητας, συνεχών αλλαγών, αλλά και διαθέσιμων ευκαιριών; Υπάρχει η δυνατότητα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και των προοπτικών βιωσιμότητας στις σημερινές συνθήκες έλλειψης επαρκών χρηματοδοτικών πόρων; Τελικά, υπάρχει η δυνατότητα μιας επαρκούς, αποτελεσματικής και ελάχιστα δαπανηρής προσαρμογής στο δυσμενές οικονομικό περιβάλλον;
Είναι αλήθεια ότι, τα προηγούμενα χρόνια, το σχετικά σταθερό οικονομικό περιβάλλον κράτησε τις επιχειρήσεις επαναπαυμένες σε θέματα οργανωτικού εκσυγχρονισμού και καινοτομιών. Κάποιες επιχειρήσεις, όμως, είχαν την προνοητικότητα να σκεφτούν το μέλλον τους και να προετοιμαστούν κατάλληλα για «δύσκολους καιρούς».
Είναι αλήθεια ότι η αδυναμία επιβίωσης ή διατήρησης των μεριδίων σε συνθήκες κρίσης οφείλεται και σε διαρθρωτικές αδυναμίες της επιχείρησης, κυρίως όσον αφορά στη χαμηλή εξωστρέφεια, στην έλλειψη σχεδιασμού, εξειδίκευσης και μακροπρόθεσμου προγραμματισμού.
Σήμερα, η προσαρμογή των ελληνικών επιχειρήσεων στο ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον απαιτεί πολλές και σημαντικές αλλαγές σε πρακτικές διοίκησης και συγχρόνως μία αλλαγή της φιλοσοφίας αξιοποίησης και οργάνωσης του ανθρώπινου δυναμικού
Η «αλλαγή παραδείγματος»
Απαιτεί, δηλαδή, υπό φιλοσοφικούς όρους, αλλαγή «παραδείγματος» —όρος που χρησιμοποιήθηκε το 1970 από τον μεγάλο ιστορικό της επιστήμης Τόμας Κουν και που καλύπτει ένα ευρύτατο γνωστικό πεδίο. Είναι δε σαφές ότι η εποχή μας ανταποκρίνεται και με το παραπάνω στην τότε ανάλυση του Τόμας Κουν, συγγραφέα του βιβλίου «Η Δομή της Επιστημονικής Επανάστασης». Μία επανάσταση με τον άνθρωπο και τις αλλαγές που μπορεί να υλοποιήσει να έχουν τον πρώτο ρόλο.
Στην οικονομία της γνώσης του 21ου αιώνα, εκείνο που διαφοροποιεί έναν οργανισμό δεν είναι τόσο ο κεφαλαιουχικός εξοπλισμός ή η τεχνολογία, όσο το ανθρώπινο δυναμικό και οι διαδικασίες με τις οποίες αυτό διαμορφώνεται, έτσι ώστε να μετατρέπεται σε στρατηγικό πλεονέκτημα και να διατηρείται.
Συνεπώς, η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κατά πόσον η ηγεσία της αντιμετωπίζει «το ανθρώπινο δυναμικό» στρατηγικά: ως ένα πραγματικό εργαλείο για άσκηση αποτελεσματικής διαχείρισης που βελτιώνει την παραγωγικότητα —και όχι μόνον ως «στοιχείο κόστους».
Η εξέλιξη και η ενίσχυση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού έχουν ύψιστη σημασία σε αυτό το πλαίσιο, ειδικότερα όταν, σε αντίθεση με το παρελθόν, το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι αυτό που προσδίδει σε κάθε επιχείρηση ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Το νέο περιβάλλον επιβάλλει να είναι η επιχείρηση όσο το δυνατόν πιο προνοητική, να σκέφτεται συνεχώς το μέλλον της και να προετοιμάζεται κατάλληλα. Ακόμη και αυτή την χρονική στιγμή, που οι περισσότερες επιχειρήσεις μάχονται για την επιβίωσή τους, η επικέντρωση στην προνοητική διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού της επιχείρησης αποτελεί μία στρατηγική επιλογή που θα έχει, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, θετικά αποτελέσματα για την επιχείρηση.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) εντόπισε από νωρίς την ανάγκη για υποστήριξη των ελληνικών επιχειρήσεων, έτσι ώστε να προλάβουν τις εξελίξεις στο εξωτερικό περιβάλλον και να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες προκλήσεις, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητά τους.
Ανέλαβε έτσι πριν κάποια χρόνια, την σημαντική πρωτοβουλία για την ανάδειξη και την προώθηση πρακτικών προνοητικής διαχείρισης των αλλαγών και αναβάθμισης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων, μέσω μιας «Μελέτης για την Ανάδειξη και Προώθηση Πρακτικών Προνοητικής Διαχείρισης των Αλλαγών και Αναβάθμισης των Δεξιοτήτων του Ανθρώπινου Δυναμικού σε επιχειρήσεις επιλεγμένων κλάδων της οικονομίας».
Εσχάτως δε, ο ΣΕΒ, προωθεί ενεργά την έννοια της τεχνητής νοημοσύνης η οποία είναι πολύτιμο εργαλείο ανάδειξης της καινοτομίας σε συντελεστή παραγωγής και εξωστρέφειας, την οποία έχει άμεση ανάγκη η χώρα.