Οι κρίσιμες διαφορές μεταξύ lobbying και επικοινωνίας με το κράτος

Γιατί δεν πρέπει να συγχέονται οι δυο έννοιες. Οι τρόποι προσέγγισης του θέματος, η δαιμονοποίηση και η ουσία. Γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος.

Οι κρίσιμες διαφορές μεταξύ lobbying και επικοινωνίας με το κράτος

Με αφορμή την περίφημη πλέον «υπόθεση Εύας Καϊλή» στις Βρυξέλλες, επίσημη έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πολύς θόρυβος έγινε για το lobbying και τους ανθρώπους που το υπηρετούν στο επίπεδο των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Ως συνήθως δε, το lobbying δαιμονοποιήθηκε και «στολίστηκε» με τα γνωστά ξόρκια και τις συναφείς με αυτά εκφράσεις.

Παρ’ όλα αυτά το lobbying, με αφετηρία τις ΗΠΑ, είναι μια επισήμως αναγνωρισμένη δραστηριότητα και στην Ευρώπη, η οποία από πολλές πλευρές είναι πολύ πιο διαφανής και καθαρή από τακτικές και πρακτικές που εφαρμόζουν, εκβιαστικά συνήθως, άλλες ομάδες πίεσης.

Ωστόσο θα πρέπει να διαχωρίσουμε το lobbying από την ενασχόληση ειδικών με τις δημόσιες υποθέσεις και από την άποψη αυτή, εξόχως επίκαιρο είναι ένα βιβλίο του έγκριτου και πολύπειρου συμβούλου επιχειρήσεων και επικοινωνίας κ. Γιώργου Σταμάτη, που έχει πίσω του και κάποια χρόνια ζωής.

Στο βιβλίο του "Ολοκληρωμένη Στρατηγική Επικοινωνία" (εκδ. Αθ. Ιταμούλη), θίγει το επίκαιρο και σημαντικό θέμα: αυτό των κυβερνητικών και δημοσίων υποθέσεων, για το οποίο πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό σε Ευρώπη και Αμερική.

Γράφει, έτσι, ότι ο όρος governmental ή public affairs αποτελεί έναν εξειδικευμένο τομέα. Μερικές εταιρείες δημοσίων σχέσεων χρησιμοποιούν τον όρο αυτόν για να περιγράψουν τα τμήματα lobbying και governmental relations που διαθέτουν, καθώς έχουν σχέση με την κυβέρνηση, το κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση και τις τοπικές κοινωνίες.

Σύμφωνα με τα περισσότερα βιβλία δημοσίων σχέσεων, ο ορισμός των governmental affairs είναι ο εξής: Τα governmental/public affairs δημιουργούν και διατηρούν αμοιβαία αποτελεσματικές σχέσεις με την κυβέρνηση, τον δημόσιο τομέα, την τοπική αυτοδιοίκηση και άλλους φορείς (π.χ. οικολογικές οργανώσεις).

Οι αποφάσεις των κυβερνήσεων έχουν αντίκτυπο σε μία επιχείρηση, ενώ, με το φαινόμενο της διεθνοποίησης, αυτό έχει πλέον ξεπεράσει τα σύνορα της κάθε χώρας. Με άλλα λόγια, η επιχείρηση επηρεάζεται από τις αποφάσεις (π.χ. τους νόμους) όχι μόνο της χώρας που ανήκει, αλλά και άλλων χωρών, οργανισμών ή υπερεθνικών σχηματισμών (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση). Αν λάβουμε υπόψη και το πλήθος των μηνυμάτων που θέλει να περάσει η κάθε επιχείρηση, η ανάγκη αποτελεσματικής επικοινωνίας με το Δημόσιο και τους υπόλοιπους κοινωνικούς εταίρους γίνεται ακόμα πιο ισχυρή. Ιδιαίτερα μάλιστα στη σημερινή ψηφιακή εποχή.

Η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος και στην ανάγκη κοινωνικής ισότητας αποτέλεσαν και αποτελούν ακόμη περισσότερο άλλον έναν λόγο που η ανάγκη επικοινωνίας με την κυβέρνηση και το κράτος, γενικότερα, προβάλλει ακόμη πιο έντονη.

Στο πλαίσιο αυτό, στόχοι των δημοσίων και κυβερνητικών υποθέσεων είναι:

α) Βελτίωση της εικόνας και διατήρηση της φήμης (image and reputation building) της κάθε εταιρείας, β) Αμφίδρομη ενημέρωση και προώθηση των επιχειρηματικών στόχων, γ) Δημιουργία θετικού κλίματος συνεργασίας, δ) Δημιουργία , διατήρηση και αντιμετώπιση (ματαίωση, βελτίωση) νομοθεσίας.

Η ανάπτυξη και υλοποίηση στρατηγικών που έχουν σχέση με την επίλυση σχετικών προβλημάτων (νομοθεσία, κυβερνητικές αντιδράσεις, κλπ) και στις σχέσεις της εταιρείας με τις τοπικές κοινότητες, αποτελούν άλλους δύο βασικούς στόχους των public & governmental affairs.

Το ερώτημα που τίθεται, όμως, είναι αν οι δημόσιες και κυβερνητικές υποθέσεις έχουν ομοιότητες με το lobbying, ή ποιες είναι οι διαφορές τους, σήμερα που οι λομπύστες είναι επισήμως αναγνωρισμένοι από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. «Lobbying» είναι οι διαδικασίες που ακολουθεί ένας φορέας που δημιουργεί και διατηρεί σχέσεις με την κυβέρνηση με στόχο την επιρροή του κανονιστικού πλαισίου προς όφελος της.

Συνήθως, οι επαγγελματίες του συγκεκριμένου χώρου είναι δικηγόροι και πρώην κυβερνητικά στελέχη, με άλλα λόγια άτομα που γνωρίζουν καλά τις νομικές και πολιτικές διεργασίες, την τέχνη της επιχειρηματολογίας και που διαθέτουν σημαντικές γνωριμίες στον χώρο της πολιτικής και των ΜΜΕ.

Η διαφορά του lobbying με τις governmental & public affairs είναι ότι οι τελευταίες έχουν ευρύτερο αντικείμενο, καθώς συνδυάζονται ή ταυτίζονται συχνά με τις υπόλοιπες λειτουργίες της εταιρικής επικοινωνίας.

Αντίθετα, το lobbying είναι σαφώς επικεντρωμένο στην προώθηση συγκεκριμένων συμφερόντων και στην προώθηση ευνοϊκών νομοθετικών ρυθμίσεων ή την αντιμετώπιση αντίστοιχων αρνητικών.

Σε Αμερική και Ευρώπη υπάρχουν οργανωμένες εταιρείες που ασχολούνται με το lobbying, σύμφωνα και με σχετική νομοθεσία που καλύπτει τον θεσμό αυτόν σε όλα τα επίπεδα των λήψεων αποφάσεων. Υπό αυτή την έννοια οι λομπίστες κάθε άλλο παρά τυχαία άτομα είναι.

Σημειώνουμε για παράδειγμα ότι οι λομπίστες που έδρασαν για λογαριασμό εταιριών παραγωγής καπνικών προϊόντων, τις απαγορεύσεις των διαφημίσεων των τσιγάρων μπόρεσαν και τις καθυστέρησαν πάνω από 25 χρόνια, πριν υιοθετηθούν και ισχύσουν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Παρεμφερείς ενέργειες γίνονται και σε άλλα επίπεδα κυρίως δε όταν υπεισέρχονται θέματα ανταγωνισμού.
Στις μέρες μας ρόλους lobbying έχουν και οι περισσότερες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, οι οποίες ενίοτε πίσω από «αθώες» προθέσεις κρύβουν τεράστια συμφέροντα με το ανάλογο οικονομικό βάρος.

Σε κάθε περίπτωση όμως, οι public & governmental affairs γίνονται μία πολύ σημαντική επέκταση των δημοσίων σχέσεων. Οι public & governmental affairs αποκτούν σημαντική βαρύτητα καθώς αυξάνονται οι τάσεις για ομαδική προσπάθεια, όπου συμμετέχουν και οι πολίτες, με τον μανδύα θεσμικά αναγνωρισμένων οργανωτικών μορφών.

Από την άλλη πλευρά, ας μη μας διαφεύγει ότι εσχάτως μορφή χυδαίου, αλλά αποτελεσματικού λόμπινγκ είναι και η παραπληροφόρηση που αναπτύσσεται μέσω Διαδικτύου και η οποία μπορεί να έχει καταστροφικές εθνικές επιπτώσεις, όπως για παράδειγμα το Brexit και το κόστος του για τους Βρετανούς.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v