Όπως υποστηρίζει, και όχι αδίκως, ο καθηγητής Ρομποτικής Ντάιλαν Ιβαντ, οι φιλόσοφοι της εποχής του Διαφωτισμού (1700-1790) γοητεύονταν από τις συγκινήσεις και τις συναισθηματικές παρορμήσεις. Έτσι, κορυφαίοι στοχαστές όπως οι Ντέιβιντ Χιουμ, Άνταμ Σμιθ και Τόμας Ριντ ασχολήθηκαν εκτενώς με τα συναισθήματα και τα πάθη. Και τούτο, διότι πίστευαν ότι οι συγκινήσεις ήταν ζωτικές για την ατομική και την κοινωνική ύπαρξη.
Ο Σμιθ έτσι δεν θεμελίωσε μόνο την επιστήμη της πολιτικής οικονομίας, ήταν πρωτοπόρος επίσης και στη θεμελίωση της «συγκινησιακής επιστήμης» (ψυχολογία του συναισθήματος). Στο πρώτο του βιβλίο, Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων (The theory of moral sentiments, 1759), περιέγραψε τα συναισθήματα σαν τις κλωστές που όλες μαζί υφαίνουν τον κοινωνικό ιστό.
Όπως οι Χιουμ και Ριντ, έτσι και ο Σμιθ δεν θεωρούσε ότι το συναίσθημα και η σκέψη είναι αδυσώπητοι εχθροί μεταξύ τους. Για όλους αυτούς τους στοχαστές, ήταν λογικό να είναι κανείς συναισθηματικός και καμία επιστήμη της νόησης δεν θα μπορούσε να είναι πλήρης, χωρίς να απευθύνεται επίσης και στην καρδιά.
Ειδικότερα ο Άνταμ Σμιθ πίστευε ότι μία έξυπνη πράξη προκύπτει από την αρμονική σύλληψη συναισθήματος και λογικής. Έτσι, νεότεροι διανοούμενοι λένε ότι το να γνωρίζει κανείς πότε να ακολουθεί τα συναισθήματά του και πότε να τα αγνοεί, είναι ένα πολύτιμο ταλέντο, το οποίο ορισμένοι έχουν ονομάσει «συναισθηματική νοημοσύνη».
Σήμερα, όμως, ενώ έκλεισε η δεύτερη δεκαετία του 21ού αιώνα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το συναίσθημα είναι πλέον ένα καυτό θέμα. Οι ανθρωπολόγοι αμφισβητούν τις παλαιότερες απόψεις τους αναφορικά με την πολιτισμική σχετικότητα της συναισθηματικής εμπειρίας. Οι γνωστικοί ψυχολόγοι έχουν εγκαταλείψει την αποκλειστική τους προσήλωση στον συλλογισμό, στην αντίληψη και τη μνήμη και ανακαλύπτουν ξανά τη σημασία των συγκινησιακών διεργασιών. Νευροεπιστήμονες και ερευνητές της τεχνητής νοημοσύνης παίρνουν και αυτοί μέρος στη συζήτηση, συνεισφέροντας επιπλέον κομμάτια στο πολύπλοκο αυτό παζλ.
Ο Dan Goleman, συγγραφέας του βιβλίου Συναισθηματική Νοημοσύνη, επισημαίνει ότι η τελευταία σημαίνει ότι το άτομο πρέπει να έχει επίγνωση για αυτό που νοιώθει και να καταλαβαίνει γιατί το νιώθει. Υπό αυτές τις συνθήκες, το άτομο πρέπει να ελέγχει τα συναισθήματά του -λύπη, θυμός, κ.λπ.- και να επιδιώκει όσο το δυνατόν αρμονικότερες σχέσεις με τους άλλους.
Μέσα σε αυτό το ψυχολογικό περιβάλλον, μεγάλο ρόλο παίζουν από κάθε άποψη και οι συμπεριφορές των ανθρώπων. Σύμφωνα με τον δρα Βασίλη Πετρίδη του Οικονομικού Τμήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είναι τριών ειδών: επιθετικές, παθητικές, δημιουργικές. Έτσι, ο δρ. Βασίλης Πετρίδης υπογραμμίζει ότι:
- Η επιθετική συμπεριφορά δεν υπολογίζει τα δικαιώματα των άλλων. Θεμέλιό της είναι η νοητική στάση του ατόμου «εγώ είμαι πάνω από όλους τους άλλους». Οι αξίες που υπερισχύουν εδώ είναι: ανταγωνισμός, προσβολή, δύναμη, πόλεμος, επικράτηση, τρομοκρατία, υποβιβασμός, έλεγχος και χειρισμός των ανθρώπων. Αυτό που μετρά, τελικώς, είναι να υπερισχύσουμε έναντι του ταπεινωμένου άλλου. Το πλεονέκτημα αυτής της συμπεριφοράς είναι ότι οι άλλοι σκέπτονται καλά πριν μας εναντιωθούν, διότι ξέρουν ότι θα αντιδράσουμε δυναμικά. Έτσι, προσέχουν και είναι πιο διαλλακτικοί, από την αρχή ακόμη της επικοινωνίας. Το μειονέκτημα είναι ότι οι φίλοι και οι ευχάριστες κοινωνικές συναναστροφές περιορίζονται κατά πολύ. Στη ζωή μας μπαίνει περισσότερο άγχος, δημιουργούνται έλκη και καρδιοπάθειες.
- Η παθητική συμπεριφορά εκδηλώνεται όταν το άτομο πιστεύει ότι οι ανάγκες και τα δικαιώματα των άλλων είναι σημαντικότερα από τα δικά του. Είναι η στάση «0ι άλλοι βρίσκονται πάνω από μένα». Στην κοινωνιολογία, είναι γνωστό ότι τα πολύ κοινωνικοποιημένα άτομα καταλήγουν να γίνουν θύματα του περιβάλλοντός τους. Η άμετρη και μηχανιστική χρήση παιδαγωγικών συμβουλών του τύπου «Δεν κάνει να είσαι εγωιστής», «Μην ανοίγεσαι στους άλλους», «Μην κάνεις λάθη», «Τα καλά παιδιά δεν ζητάνε», «Μην αντιμιλάς», δημιουργούν βεβαίως πειθαρχημένα και βολικά παιδιά. Αλλά, από την άλλη, μπορεί να παραγάγουν καταπιεσμένους ενηλίκους, που θα δυσκολευτούν στο μέλλον να διεκδικήσουν με αποφασιστικότητα και ηρεμία τα δικαιώματά τους.
- Η δημιουργική συμπεριφορά στηρίζεται στην έννοια της ισορροπίας και της συνεργασίας. Είναι μία συμπεριφορά που δεν στρέφεται ούτε εναντίον του εαυτού μας ούτε εναντίον των άλλων. Στηρίζεται στις αρχές της αξιοπρέπειας και του σεβασμού. Με τη συμπεριφορά αυτή προστατεύουμε τα δικαιώματά μας με τρόπο μαχητικό αλλά όχι προσβλητικό για τους άλλους. Διότι, η δημιουργική συμπεριφορά δεν έχει στόχο να πληγώσει τον άλλον, αλλά πηγάζει από την αντίληψη ότι κάθε ενήλικος έχει την υποχρέωση να σκέφτεται και να προστατεύει ο ίδιος τον εαυτό του, χωρίς να απαιτεί ή να προσδοκά παθητικά την πατρική φροντίδα των άλλων. Κοντολογίς, η δημιουργική συμπεριφορά μάς δίνει τη δυνατότητα να αντιπαρερχόμαστε την πίεση και την κριτική -με μία στάση σεβασμού και υπευθυνότητας- και, ταυτοχρόνως, μας βοηθά να βρισκόμαστε σε ουσιαστικότερη επαφή με τους άλλους ανθρώπους.
Είναι αυτονόητο ότι σήμερα όλες αυτές οι νέες παράμετροι που στηρίζονται στην ψυχοσύνθεση των ατόμων παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην πορεία της λειτουργίας των επιχειρήσεων, στον βαθμό που αυτές εξαρτώνται περισσότερο από τη γνώση και καθόλου πλέον στα οργανωτικά πρότυπα των αρχών του περασμένου αιώνα.