H πανδημία έχει ήδη επηρεάσει τις προσωπικές σχέσεις και τα καταναλωτικά μοτίβα και μπορεί να αφήσει το αποτύπωμά της σε μόνιμη βάση. Στην Ελλάδα και σ’ άλλες χώρες, η τωρινή ύφεση έχει ενισχύσει τη ροπή του κόσμου προς την αποταμίευση. Επίσης, πράγματα που θεωρούσαμε δεδομένα προηγουμένως όπως τα αθλητικά γεγονότα που παρακολουθούνται από μεγάλα πλήθη και τα κονσέρτα δεν είναι πια τα ίδια.
Αυτή η συμπεριφορά των νοικοκυριών θα έχει αρνητική επίπτωση στην κατανάλωση, που αντισταθμίζεται εν μέρει από τα δημοσιονομικά ελλείμματα των κρατών. Βραχυπρόθεσμα, οι χώρες βρίσκονται σε ύφεση λόγω του στοπ που μπήκε στην οικονομική δραστηριότητα για να αντιμετωπισθεί η πανδημία της Covid-19 και μια τάση προς τον αποπληθωρισμό. Αυτό δεν εμπόδισε τις αγορές να γράψουν ιστορία, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη άνοδο στο πιο σύντομο χρονικό διάστημα, μετά τη μεγαλύτερη βουτιά στον πιο σύντομο χρόνο.
Η εξήγηση που δίνουν οι περισσότεροι γι’ αυτή τη συμπεριφορά θέλει τις αγορές να ποντάρουν σε μια πιο ήπια ύφεση φέτος και ισχυρή ανάκαμψη των οικονομιών το 2021. Όμως, η καύσιμη ύλη γι’ αυτή την απότομη άνοδο είναι η ρευστότητα που διοχετεύουν ακατάπαυστα στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ρυθμός αύξησης της προσφοράς χρήματος (Μ2) στις ΗΠΑ είναι ο ισχυρότερος από το 1960, που η Fed ξεκίνησε να συγκεντρώνει στοιχεία. Αυτό δεν εκπλήσσει, γιατί είναι σύνηθες φαινόμενο οι κεντρικές τράπεζες να παρέχουν ρευστότητα σε δύσκολες συνθήκες. Πολύ περισσότερο, όταν είχαν επικριθεί για την πολιτική τους κατά τη διάρκεια της μεγάλης ύφεσης την περίοδο 2007-2008.
Φυσικά, η ανωτέρω πολιτική δεν έχει άμεσο αντίκτυπο στις τσέπες των νοικοκυριών. Ούτε εγγυάται πως οι τιμές των μετοχών δεν κινδυνεύουν με μεγάλη πτώση, αν οι αγορές βρεθούν αντιμέτωπες με τα υποκείμενα θεμελιώδη δεδομένα των οικονομιών και των επιχειρήσεων. Όμως, το μεγάλο ερώτημα είναι άλλο. Θα μπορούσε η πλημμύρα ρευστότητας να προκαλέσει ανάφλεξη του πληθωρισμού;
Σε μια τέτοια περίπτωση, τα επιτόκια παρέμβασης θα έπρεπε να αυξηθούν, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην εξυπηρέτηση του χρέους από υπερχρεωμένες χώρες όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, και κύμα χρεοκοπιών από επιχειρήσεις. Ανάλογες ανησυχίες και φόβοι είχαν εκφρασθεί μετά τις κινήσεις της Fed, της ΕΚΤ και των άλλων κεντρικών τραπεζών, μετά τα μέτρα που έλαβαν την περίοδο 2008-2009. Όμως, οι φόβοι αποδείχθηκαν αβάσιμοι.
Η διαφορά είναι πως το ποσοστό ιδιωτικής αποταμίευσης ήταν πιο χαμηλό τότε σε σχέση με σήμερα. Επιπλέον, τα λεφτά που είναι τοποθετημένα σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων είναι πολύ περισσότερα από τότε.
Με δεδομένο ότι οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν την επεκτατική νομισματική πολιτική τους και οι κυβερνήσεις κάνουν το ίδιο, το ενδεχόμενο να κατευθυνθεί ένα μέρος της ανωτέρω ρευστότητας σε αγορές προϊόντων και υπηρεσιών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα είναι πιθανό. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε την αύξηση στις τιμές των τροφίμων που ήδη καταγράφεται σε διάφορες χώρες, οι πιθανότητες να επανέλθει ο πληθωρισμός σε μεσοπρόθεσμη βάση δεν είναι αμελητέες.
Αυτή είναι η σκοτεινή πλευρά της μεγάλης ρευστότητας που διοχετεύεται στο σύστημα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.