Η ιστορία θα επαναληφθεί;
Η σημαντική υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 -παρά τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος- στηρίχθηκε σε δύο παράγοντες.
Πρωτίστως, στην υποεκτέλεση των κρατικών δαπανών και κυρίως του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων (ΠΔΕ) και δευτερευόντως στα φορολογικά έσοδα με επίκεντρο τον ΦΠΑ.
Φέτος, τα ποσά που δόθηκαν για τη 13η σύνταξη ή επίδομα σύνταξης, σε συνδυασμό με τη μείωση του ΦΠΑ σε αρκετά προϊόντα και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ είναι πολύ μεγαλύτερα.
Ακόμη και η ρύθμιση των 120 δόσεων εμφανίζεται να έχει θετικό αποτύπωμα στον προϋπολογισμό, διαψεύδοντας την πρόβλεψη της Κομισιόν τον περασμένο Ιούνιο περί χαμηλότερου πλεονάσματος σε σχέση με τον στόχο.
Πλέον, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι θα υπάρξει εκ νέου υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου παρά την αβεβαιότητα που δημιουργεί η επικείμενη αναθεώρηση του ΑΕΠ στην οποία αναφερθήκαμε χθες.
Φυσικά, το ΠΔΕ παραμένει ερώτημα παρά την προβλεπόμενη μείωσή του για φέτος στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2020 και επομένως, θα πρέπει να περιμένουμε τον Δεκέμβριο για να δούμε πού θα καθίσει η μπίλια.
Όμως, τα έσοδα από τον ΦΠΑ συνεχίζουν την ανοδική πορεία των τελευταίων χρόνων, δημιουργώντας βάσιμες θετικές προσδοκίες για τη συνέχεια.
Για την ιστορία, ο κωδικός «ΦΠΑ εισπρακτέος» δείχνει πως τα έσοδα από αυτή την πηγή ανήλθαν σε 12,6 δισ. το 2013, 12,7 δισ. το 2014, 12,9 δισ. ευρώ το 2015, 14,3 δισ. το 2016, 14,6 δισ. το 2017 και 15,3 δισ. το 2018, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Μιλάμε για αύξηση της τάξης του 5% το 2018 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και σωρευτική αύξηση της τάξης του 20,4% μεταξύ 2015 και 2018.
Επειδή ο ΦΠΑ είναι φόρος κατανάλωσης, αξίζει να ρίξει κανείς μια ματιά στην πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης το ίδιο διάστημα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε 0,2% το 2015, ήταν αμετάβλητη το 2016 και αυξήθηκε κατά 0,9% το 2017 και 1,1% το 2018. Με άλλα λόγια, η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης ήταν αρκετά υποδεέστερη της αύξησης των εσόδων από ΦΠΑ το ίδιο διάστημα.
Η λογική εξήγηση δεν μπορεί παρά να είναι η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε αξία και αριθμό από το 2015 και μετά.
Η αύξηση των τουριστικών αφίξεων και εσόδων συνέβαλε επίσης σ’ αυτή την εξέλιξη καθώς οι ξένοι τουρίστες κάνουν μεγαλύτερη χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών σ’ ένα μεγάλο κλάδο της εθνικής οικονομίας όπου η παραοικονομία έχει την τιμητική της.
Τα περιθώρια για περαιτέρω άνοδο των εσόδων από ΦΠΑ μοιάζουν να είναι καλά καθώς προβλέπεται διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Κι αυτό παρά την παρατηρούμενη απροθυμία/δυσκολία της κυβέρνησης να εφαρμόσει καθολικά την ηλεκτρονική τιμολόγηση μεταξύ των επιχειρήσεων από την 1η Ιανουαρίου του 2020.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.