Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η απάντηση για το πλεόνασμα

Θα αποδεχθούν οι Ευρωπαίοι πιστωτές το ελληνικό αίτημα για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων ή όχι; Η απάντηση είναι απλή.

Η απάντηση για το πλεόνασμα

Στη συνέντευξη που έδωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας στη Καθημερινή ανέφερε πως η κυβέρνηση θα θέσει θέμα  μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2020 και πως το έχει συζητήσει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Η προσέγγιση του κ. Σταϊκούρα είναι λογική. 

Από τακτικής άποψης, η κυβέρνηση θέτει το θέμα για το 2020 ελπίζοντας πως ακόμη κι αν εισπράξει αρνητική απάντηση, οι πιθανότητες να δώσουν οι θεσμοί το πράσινο φως για το 2021 θα είναι μεγαλύτερες, ιδίως αν η χώρα πιάσει τον στόχο για το πλεόνασμα φέτος και το 2020.

Όμως, στην κυβέρνηση δίνουν μικρές έως ελάχιστες πιθανότητες να δεχθούν οι ευρωπαίοι πιστωτές το ελληνικό αίτημα για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς αν η στήλη κρίνει από τις απαντήσεις που έχει λάβει για το ίδιο θέμα.

Αντίθετα, δίνουν πολύ περισσότερες πιθανότητες και κάποιοι το θεωρούν σίγουρο ότι το αίτημα για μικρότερο πλεόνασμα θα γίνει αποδεκτό για τον προϋπολογισμό του 2021.

Την ίδια στιγμή κάποιοι άλλοι εκτός των ελληνικών συνόρων θεωρούν σίγουρο πως ο δημοσιονομικός στόχος δεν πρόκειται να αλλάξει μέχρι το 2022.       

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για πολιτική απόφαση που θα πρέπει να στηριχθεί σε τεχνοκρατικά δεδομένα για να διασφαλισθεί η φερεγγυότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους και να μπορεί να «πουληθεί» πιο εύκολα στις αγορές.

Ακόμη, η ιστορία έχει δείξει πως η καλή συνεργασία με τους πιστωτές στην εκπλήρωση των αναληφθέντων δεσμεύσεων σε βάθος χρόνου ανταμείβεται από μέρους τους.

Χρειάζεται λοιπόν χρόνος για να αποδείξει η Ελλάδα ότι εννοεί αυτά που λέει και να ανταποδώσουν οι πιστωτές.

Τα ελληνικά επιχειρήματα πέρα από την προώθηση των μεταρρυθμίσεων είναι λίγο-πολύ γνωστά.

Το μέσο κόστος δανεισμού της Ελλάδας είναι πολύ χαμηλότερο από το μέσο κόστος δανεισμού 4,9% που υποθέτει η έκθεση για την βιωσιμότητα του χρέους (DSA). 

Δεν είναι τυχαίο ότι ο επικεφαλής του ESM κ. Ρέγκλινγκ αναφέρθηκε πρόσφατα στο δημοσιονομικό χώρο που δημιουργεί το χαμηλό κόστος δανεισμού της χώρας.  

Ένα άλλο επιχείρημα είναι πως η χρησιμοποίηση του έξτρα δημοσιονομικού χώρου που θα δημιουργούσε η μείωση του πλεονάσματος για την λήψη συγκεκριμένων μέτρων, όπως η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, θα έδιναν ώθηση στην ανάπτυξη.

Επομένως, ο ρυθμός ανάπτυξης θα ήταν υψηλότερος από εκείνο που υποθέτει η έκθεση DSA, διατηρώντας ή βελτιώνοντας την φερεγγυότητα του χρέους. 

Το τελευταίο επιχείρημα/αίτημα θέλει να επιτραπεί στην Ελλάδα να προσμετρώνται στο πλεόνασμα αφενός τα έσοδα από τις επιστροφές κερδών από τα ομόλογα (SMPs, ANFA) του ευρωσυστήματος και αφετέρου έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις.

Με άλλα λόγια, να αλλάξει ο ορισμός του πρωτογενούς πλεονάσματος και να ευθυγραμμισθεί με τον αντίστοιχο της Eurostat.  

Σ’ αυτή την περίπτωση αφενός η κυβέρνηση θα έχει περισσότερο εκτιμώμενο δημοσιονομικό χώρο της τάξης του 0,4%-0,8% του ΑΕΠ για να μειώσει φόρους κ.τ.λ. και οι πιστωτές θα μπορούν να ισχυρισθούν πως δεν άλλαξαν τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Είναι προφανές πως η απόφαση είναι πολιτική και είναι λογικό να περιμένουν οι πιστωτές να δουν αποτελέσματα πριν κάνουν οτιδήποτε.

Εξυπακούεται πως ιδανικά για την κυβέρνηση, η μείωση του δημοσιονομικού στόχου σε συνδυασμό με την αλλαγή του ορισμού του πλεονάσματος θα ήταν ιδανική εξέλιξη.

Δεν είναι όμως η πιο πιθανή.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v