Η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις για να δημιουργηθούν δουλειές, να παραχθούν εισοδήματα και να προκύψουν βιώσιμοι ρυθμοί ανάπτυξης μεσομακροπρόθεσμα.
Με τις επενδύσεις να αντιστοιχούν στο 12% του ΑΕΠ περίπου, ο δρόμος είναι προφανώς μακρύς.
Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και επομένως ένα από τα προνομιακά πεδία για επενδύσεις.
Όμως, οι ΜμΕ δεν είναι ούτε όλες ίδιες, ούτε όλες βιώσιμες, ούτε παρουσιάζουν το ίδιο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα αν μιλήσει με τους ανθρώπους που αναζητούν επιχειρηματικές ευκαιρίες σ’ αυτό τον χώρο.
Το 2018 ήταν η πρώτη χρονιά λειτουργίας των 9 funds που διαχειρίζονται 410 εκατ. ευρώ περίπου υπό την επενδυτική πλατφόρμα Equifund. Μερικά από αυτά αναζητούν ευκαιρίες σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Φυσικά, υπάρχουν κι άλλα επενδυτικά ταμεία που δραστηριοποιούνται στον ίδιο χώρο και χρηματοδοτούνται από ιδιωτικά κεφάλαια.
Πριν λίγους μήνες, έγινε ευρύτερα γνωστό ότι το Ταμείο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας (ΤΑΝΕΟ) ετοιμάζεται να διαθέσει εκατοντάδες εκατ. ευρώ μέσω 4 funds σε ΜμΕ που θέλουν να αναπτυχθούν ή να αντεπεξέλθουν στα προβλήματα δανεισμού που αντιμετωπίζουν.
Στα funds θα συνεπενδύσουν το ΤΑΝΕΟ με δικούς του πόρους, 700 εκατ. ευρώ, και ιδιωτικά κεφάλαια, με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό να πλησιάσει το 1 δισ. ευρώ, αν όλα πάνε καλά.
Από τις παραπάνω πρωτοβουλίες συνάγεται ότι υπάρχει ένα αξιοσημείωτο ποσό για τοποθετήσεις σε ΜμΕ.
Όμως, η εικόνα που αποκομίζει κανείς μιλώντας με στελέχη τραπεζών και funds είναι πιο σύνθετη.
Από τη μια πλευρά, υπάρχει ισχυρό ενδιαφέρον από ΜμΕ για χρηματοδοτήσεις κ.τ.λ. αλλά η συντριπτική πλειοψηφία δεν ικανοποιεί τα κριτήρια που θέτουν, π.χ. κάποια χρόνια με λειτουργικά κέρδη (EBITDA).
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εταιρείες-διαμάντια με ισχυρή κερδοφορία και σχεδόν μηδενικό δανεισμό, των οποίων οι μέτοχοι δεν θέλουν, ούτε ενδιαφέρονται για εξωτερική κεφαλαιακή ένεση.
Οι τελευταίες μπορούν εύκολα και φθηνά να δανεισθούν από τις τράπεζες, αν παραστεί ανάγκη. Επιπλέον, δεν θέλουν να μειώσουν το ποσοστό τους στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.
Ενδεχομένως, να επιθυμούσαν κάποια επιχειρηματική συνεργασία στη βάση κάποιου πρότζεκτ ή κάποιας μεγάλης εξαγοράς άλλης εταιρείας.
Σε γενικές γραμμές, τέτοιες εταιρείες δεν δείχνουν διατεθειμένες να συνεργασθούν, με αποτέλεσμα να μένουν οι υπόλοιπες.
Το θέμα δυσκολεύει περισσότερο, γιατί οι ιδιώτες που βάζουν λεφτά σε τέτοια funds περιμένουν διψήφιες αποδόσεις -έστω κι αν είναι μικρότερες από εκείνες που ζητούν αντίστοιχα funds του εξωτερικού.
Αυτό κάνει τους διαχειριστές των funds να είναι πιο επιλεκτικοί και προσεκτικοί στις επιλογές τους.
Επιπλέον, δεν αισθάνονται τόσο μεγάλη την πίεση χρόνου, από την στιγμή που εισπράττουν αμοιβή διαχείρισης 1,5% επί του ενεργητικού.
Φαίνεται λοιπόν να καταλήγουμε σε μια κατάσταση όπου μπορεί μεν να υπάρχουν διαθέσιμα λεφτά για επενδύσεις σε ΜμΕ, αλλά να μην υπάρχουν αρκετές καλές εταιρείες για να τα απορροφήσουν.
Είναι κι αυτό ένα από τα παράδοξα της ελληνικής αγοράς και δυστυχώς δεν έχουμε κάτι να προτείνουμε.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.