Πριν από μερικά χρόνια, σε μια σύσκεψη της επιτροπής για το ιδιωτικό χρέος στην οποία συμμετείχαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι από την τότε κυβέρνηση, ΤτΕ κ.τλ., ένας εξ αυτών φέρεται να είπε το εξής (στο περίπου, γιατί μας το είχε μεταφέρει άτομο που ήταν παρών): «Αν έχω μετανιώσει για κάτι είναι που δεν είχα πάει να πάρω στεγαστικό δάνειο και μετά να δηλώσω αδυναμία αποπληρωμής».
Εμμέσως υπονοούσε πως ένας αδιευκρίνιστος αριθμός δανειοληπτών που σταμάτησαν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους εκμεταλλεύονταν το νομικό πλαίσιο προστασίας προς όφελός τους.
Αναμφίβολα, οι δηλώσεις περί σεισάχθειας κ.τλ. από πολιτικά πρόσωπα εκείνης της περιόδου ενθάρρυναν τέτοιες συμπεριφορές.
Δεν ήταν ασφαλώς η πρώτη φορά που πολιτικοί δημιουργούσαν προσδοκίες σε δανειολήπτες στεγαστικών, ενθαρρύνοντάς τους εμμέσως να μην πληρώνουν τις δόσεις, γιατί έρχονταν καλύτεροι όροι με αυτούς στην εξουσία.
Σύμφωνα με τραπεζίτες, το αποτέλεσμα ήταν άμεσα ορατό ακόμη και πριν ξεσπάσει η μεγάλη κρίση, καθώς έβλεπαν μια αύξηση στην αθέτηση πληρωμής των δόσεων μετά από τέτοιες δηλώσεις.
Όλα αυτά υπονόμευσαν ακόμη περισσότερο την κουλτούρα πληρωμών στη χώρα. Μαζί λοιπόν με όλους και όλες εκείνες που βρέθηκαν σε πρόδηλη αδυναμία εξυπηρέτησης των δανείων τους γιατί έχασαν τη δουλειά τους ή/και είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται δραστικά λόγω της οικονομικής κρίσης, προστέθηκαν οι λεγόμενοι στρατηγικοί κακοπληρωτές.
Οι τελευταίοι βρίσκονται συνήθως ένα ή παραπάνω βήματα μπροστά από τις επίσημες αρχές, που συζητάνε επί μήνες τη νέα ρύθμιση για την προστασία της κύριας κατοικίας.
Δεν πρόκειται να αναφερθούμε λεπτομερώς στη νέα ρύθμιση.
Οι συζητήσεις που γίνονται, επικεντρώνονται κυρίως στα κριτήρια επιλεξιμότητας και κατά πόσο το νέο πλαίσιο καλύπτει το 60% ή 70% του συνόλου των δανειοληπτών.
Όμως, το νέο πλαίσιο στηρίζεται επίσης στην επιδότηση της δόσης των δανείων από τον προϋπολογισμό και εκτιμάται στο 33% περίπου του ποσού κατά μέσο όρο. Το συνολικό ποσό της ετήσιας επιδότησης εκτιμάται έως 200 εκατ. ευρώ ετησίως για απροσδιόριστο αριθμό ετών. Αν είναι 10 χρόνια, το ποσό μπορεί να ανέλθει έως τα 2 δισ. ευρώ. Αν είναι 20 χρόνια, το ποσό διπλασιάζεται.
Αν και η επιδότηση της δόσης είναι βασικός λόγος που οι τράπεζες συμφώνησαν με την κυβέρνηση για τη ρύθμιση και το ποσό δεν είναι ευκαταφρόνητο, σχεδόν κανείς δεν αναφέρεται σ’ αυτό. Ούτε προφανώς οι τράπεζες, ούτε η κυβέρνηση, ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κι όμως ενοικιαστές, άλλοι φορολογούμενοι που έχουν αποπληρώσει τα δάνειά τους, δανειολήπτες που εξυπηρετούν κανονικά τα δικά τους, αν και ματώνουν, θα πληρώσουν μέρος της δόσης των στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων που θα επιλεχθούν με βάση τη νέα ρύθμιση.
Σε άλλη χώρα, η επιδότηση της δόσης από τον προϋπολογισμό και ποιοι την πληρώνουν θα ήταν στο επίκεντρο της συζήτησης.
Εδώ όχι.
Αυτό λέει πολλά. Για τη χώρα, το σύστημά της και φυσικά το μέλλον της.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.