Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το ζήτημα των αποκαλούμενων «κόκκινων» δανείων είναι εξαιρετικά σοβαρό καθώς αποτελεί βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια των πιστωτικών ιδρυμάτων και της εθνικής οικονομίας.
Αν δεν επιλυθεί με αποτελεσματικό τρόπο, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει επισφαλής και οι πιθανότητες να ξαναπέσει σε ύφεση τα επόμενα χρόνια θα αυξηθούν.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι συνέπειες θα είναι αρνητικές για τη φερεγγυότητα του δημόσιου χρέους και το κόστος δανεισμού της Ελλάδας στο μέλλον.
Η εξεύρεση μιας λύσης στο θέμα των ενυπόθηκων δανείων πρώτης κατοικίας είναι επιθυμητή, με δεδομένο ότι ο περίφημος νόμος Κατσέλη έληξε ενώ τα προβλήματα που δημιούργησε παραμένουν.
Είναι λογικό, ιδίως σε προεκλογική περίοδο, τα κόμματα να προσπαθούν να κερδίσουν τις συμπάθειες των εν δυνάμει ψηφοφόρων.
Δεν εκπλήσσει λοιπόν που η μεν κυβέρνηση επικαλείται στοιχεία του νέου νόμου, όπως η υψηλή αντικειμενική αξία για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμό, η δε αντιπολίτευση επικεντρώνεται στους άλλους «κόφτες», π.χ. το ύψος των εισοδημάτων.
Ουσιαστικά, όλοι προσπαθούν να είναι βασιλικότεροι του βασιλέως με ξένα κόλλυβα.
Κι αυτό γιατί τα εκατοντάδες εκατ. ευρώ που θα χρειασθούν για να επιδοτηθούν τα επιτόκια σε όσους μπουν στη ρύθμιση, θα πληρωθούν από τους υπόλοιπους φορολογούμενους.
Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται τόσο όσοι δεν έχουν πάρει καθόλου δάνειο από τράπεζα, όσο κι αυτοί που πήραν και το εξυπηρετούν, «ματώνοντας» πολλές φορές γιατί αναγκάζονται να στερηθούν άλλα πράγματα.
Επιπλέον, οι τελευταίοι πληρώνουν υψηλότερους τόκους λόγω του υψηλού όγκου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων του τραπεζικού κλάδου, που είναι απόρροια τόσο εκείνων που πραγματικά αδυνατούν όσο και των μπαταχτσήδων.
Όμως, κανείς δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για όλους αυτούς κι αυτό συμβαίνει γιατί η αλίευση ψήφων είναι πιο εύκολη στη λίμνη εκείνων που επωφελούνται περισσότερο.
Εξυπακούεται ότι έχει νόημα για όλους η αναδιάρθρωση των δανείων όσων π.χ. έχουν χάσει τη δουλειά τους ή έχει μειωθεί δραστικά το εισόδημά τους και δεν έχουν άλλες πηγές εισοδήματος ή περιουσιακά στοιχεία.
Όμως, πολλοί μπαταχτσήδες φαίνεται πως έχουν κάνει το κουμάντο τους όλα αυτά τα χρόνια που κυβερνήσεις και τράπεζες εξαπέλυαν απειλές εναντίον τους.
Αυτό ίσως εξηγεί εν μέρει γιατί η εντατικοποίηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών δεν είχε το αποτέλεσμα που πολλοί περίμεναν, δηλ. να πεισθούν πολλοί στρατηγικοί κακοπληρωτές να προχωρήσουν σε ρυθμίσεις.
Επιπλέον, η ελληνική ιστορία διδάσκει ότι οι ρυθμίσεις ερμηνεύονται συνήθως ως επιβεβαίωση της άποψης πως κάποιος μπορεί να περιμένει και να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις του, ακόμη κι αν μπορεί να το κάνει, γιατί θα βρεθεί κάποιος άλλος πολιτικός ή κόμμα για να φέρει μια ευνοϊκότερη ρύθμιση στο μέλλον.
Όμως, η εμπέδωση αυτής της αντίληψης χειροτερεύει την κουλτούρα των πληρωμών στην Ελλάδα κι αυτό θα έχει δυσάρεστες συνέπειες μεσομακροπρόθεσμα.
Αλλά ποιος πραγματικά νοιάζεται τόσο γι’ αυτό όσο και για όσους πληρώνουν για τη νέα ρύθμιση της πρώτης κατοικίας;
Όμως, δυστυχώς για όλους, δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.