Την περίοδο 1960-2000, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έφθανε μέχρι το 5% του ΑΕΠ ενώ κάποιες χρονιές το ισοζύγιο εμφάνισε πλεόνασμα.
Ομως, την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα εμφάνισε σαφή επιδείνωση, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να ανέβει στο επίπεδο-ρεκόρ 15,1% του ΑΕΠ, για να υποχωρήσει κατακόρυφα στη συνέχεια.
Η αύξηση των ελλειμμάτων οδήγησε σε άνοδο του εξωτερικού χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) πάνω από το 84% του ΑΕΠ το 2009 από 40% το 2001.
Την περίοδο 2014-2017, το έλλειμμα κυμαίνεται μεταξύ 1,6% και 0,2% του ΑΕΠ.
Όμως, μια ματιά στα στοιχεία του 11μηνου του 2018 δείχνει πως υπάρχει σημαντική διεύρυνση κατά 2,1 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2017.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ανήλθε σε 3,8 δισ. ευρώ.
Η ανωτέρω εξέλιξη είναι κυρίως απόρροια της αύξησης των εισαγωγών αγαθών κατά 6,9 δισ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων 3,2 δισ. οφείλονται στις εισαγωγές καυσίμων.
Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 2 δισ. περίπου συνδέονται με τις εξαγωγές διυλισμένων καυσίμων.
Είναι πιθανό το ισοζύγιο να εμφανίσει ακόμη χειρότερη εικόνα το 12μηνο του 2018, επιβεβαιώνοντας όσους προβληματίζονταν για την αύξηση των εισαγωγών σε περιόδους θετικού ρυθμού ανάπτυξης.
Το έλλειμμα υποδηλώνει πως η Ελλάδα δαπανά περισσότερα απ’ όσα παράγει και επομένως η συσσώρευση χρέους και η εν συνεχεία κανονική αποπληρωμή του σημαίνει πως μελλοντικά θα υπάρξει μια περίοδος που η συνολική δαπάνη θα είναι χαμηλότερα από το παραγόμενο προϊόν.
Δεν θα υπήρχε πρόβλημα, αν το έλλειμμα χρηματοδοτείτο από ξένες άμεσες επενδύσεις που δεν δημιουργούν χρέος.
Κι αυτό γιατί οι αποδόσεις τους συνήθως επαρκούν για να καλύψουν το κόστος δανεισμού, επιτρέποντας την ομαλή εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους.
Όμως, παραδοσιακά, η Ελλάδα δεν τα πάει καλά στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.
Από τα διαθέσιμα στοιχεία θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι τα εξωτερικά ελλείμματα αντικατοπτρίζουν μια αυξημένη εγχώρια κατανάλωση.
Στο μέτρο που τα ελλείμματα διευρύνονται, αυξάνοντας το εξωτερικό χρέος ως προς το ΑΕΠ, το ενδεχόμενο να αποκτήσουν μια ασταθή δυναμική δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Σύμφωνα με μια άποψη, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι το άθροισμα του ελλείμματος του δημόσιου τομέα και του ιδιωτικού, υπό την έννοια ότι οι επενδύσεις ξεπερνούν την αποταμίευση.
Με δεδομένο ότι το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης θα πρέπει να ήταν χονδρικά ίσα βάρκα, ίσα νερά το 2018, το βάρος πέφτει στον ιδιωτικό τομέα.
Όμως, η ανισορροπία εκεί δεν προέρχεται από την έξαρση των επενδύσεων αλλά από την υστέρηση της αποταμίευσης.
Αν η ανωτέρω άποψη είναι σωστή, ίσως θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ενθάρρυνση της αποταμίευσης, για να ελεγχθούν τα εξωτερικά ελλείμματα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.