Όπως οι άνθρωποι μπορούν να πάσχουν από δύο ή περισσότερες ασθένειες ταυτόχρονα, που μπορεί μεν να συσχετίζονται αλλά να είναι ιατρικά ξεχωριστές περιπτώσεις, το ίδιο μπορεί να συμβαίνει με τις οικονομίες.
Μια οικονομία μπορεί να αντιμετωπίζει πρόβλημα λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους και των μη χρηματοδοτούμενων υποχρεώσεων, π.χ. συνταξιοδοτικό, με τους πολιτικούς να δίνουν υποσχέσεις που οι φορολογούμενοι δεν μπορούν να εκπληρώσουν.
Όμως, η ίδια οικονομία μπορεί επίσης να έχει πρόβλημα με το υψηλό ιδιωτικό χρέος καθώς πολλές υπερχρεωμένες επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάσμα της χρεοκοπίας, αν το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων τους αυξηθεί σημαντικά και η οικονομία εξασθενήσει.
Πρόκειται για δύο διαφορετικά προβλήματα.
Όμως, συχνά υπάρχει επικάλυψη καθώς το κράτος χρηματοδοτεί τις ανάγκες του είτε μέσω φόρων, είτε μέσω δανεισμού από την ίδια δεξαμενή με τους ιδιώτες.
Το γεγονός ότι είναι δύο διαφορετικά προβλήματα βοηθά γιατί μπορεί να μη «σκάσουν» μαζί.
Στη μεγάλη κρίση του 2008, η φούσκα των ενυπόθηκων δανείων (subprime mortgages) και των συνδεδεμένων παραγώγων έσκασε πρώτη και μετά η κρίση μεταδόθηκε αλλού.
Όμως, όλοι γνώριζαν πως υπήρχε η Fed, που δεν θα άφηνε την οικονομία να εκτροχιασθεί.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη στην ευρωζώνη με τον Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ και την περίφημη φράση του «οτιδήποτε χρειασθεί» για να διασωθεί το ευρώ, το καλοκαίρι του 2012.
Πλέον, η Fed ξεφορτώνεται σταδιακά τίτλους που είχε αγοράσει την περίοδο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) και ταυτόχρονα αυξάνει τα βασικά επιτόκιά της.
Ακόμη και η ΕΚΤ ετοιμάζεται να σταματήσει τις αγορές στοιχείων ενεργητικού στα τέλη του 2018, που είχε ξεκινήσει τον Μάρτιο του 2015, όπως ανακοίνωσε χθες ο κ. Ντράγκι.
Το QE της ΕΚΤ σε συνδυασμό με την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων παρέμβασης πέτυχε τον βασικό στόχο, που ήταν η καταπολέμηση του αποπληθωρισμού στην ευρωζώνη καθώς ο πληθωρισμός ανήλθε στο 2% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο.
Σημαντικό ρόλο έχει παίξει επίσης φέτος η τιμή του πετρελαίου ή καλύτερα της ενέργειας.
Αν εξαιρέσουμε την ενέργεια και τα μη κατεργασμένα προϊόντα, ο επονομαζόμενος δομικός πληθωρισμός παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, δηλαδή στην περιοχή του 1%-1,2%.
Όμως, ούτε το δημόσιο χρέος, ούτε πολύ περισσότερο το ιδιωτικό χρέος έχουν μειωθεί σημαντικά παρά τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα επιτοκίων.
Όλα εξαρτώνται από την προθυμία των επενδυτών -θεσμικών και ιδιωτών- να αναχρηματοδοτούν το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος.
Αν υπάρξει κρίση εμπιστοσύνης για τον οποιοδήποτε λόγο, τότε οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να προχωρήσουν σε ασυνήθιστες κινήσεις όπως η άνευ όρων χρηματοδότηση των κρατικών ελλειμμάτων και του χρέους.
Σε μια τέτοια περίπτωση, πολιτικοί και ψηφοφόροι ίσως δεν έχουν κίνητρο να μειώσουν τα ελλείμματα.
Από την άλλη, όλοι γνωρίζουν τι συνέβη με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και τον υπερπληθωρισμό, όταν η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας χρηματοδοτούσε τα ελλείμματα και το χρέος που η χώρα ανέλαβε μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Το QE μπορεί να απέτρεψε τον αποπληθωρισμό αλλά δεν θεράπευσε τις δύο ασθένειες του χρέους.
Αντίθετα, ίσως επιδείνωσε τουλάχιστον μία από τις δύο ασθένειες.
Παραμένει λοιπόν άγνωστο τι θα συμβεί όταν έλθει η ώρα της κρίσης στο μέλλον.
Πολλά θα κριθούν από τις πολιτικές ισορροπίες που θα επικρατούν και φυσικά τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.