Οι άνθρωποι, είτε ατομικά είτε συλλογικά, επενδύουν στο χρηματιστήριο για να βγάλουν κέρδος.
Σε κάποιες χώρες, π.χ. στις ΗΠΑ, η μετοχική ιδέα είναι αρκετά διαδεδομένη.
Απλοί πολίτες δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τις οικονομίες τους, αγοράζοντας μετοχές μετά από μια μεγάλη διόρθωση ή πτώση καθώς πιστεύουν ότι μεσομακροπρόθεσμα θα βγουν κερδισμένοι.
Φυσικά, σημαντικό ρόλο παίζει η τιμή που τις αγόρασε κάποιος και η χρονική περίοδος που εξετάζει.
Αν θυμόμαστε καλά, οι μετοχές της Amazon πουλήθηκαν προς 180 δολάρια η μία τον Μάιο του 1996 και έφθασαν τις 9.000 δολάρια και πλέον στις αρχές του 2000, με τη φούσκα των dot.com.
Όμως, βολόδερναν τα επόμενα χρόνια μετά το σπάσιμο της φούσκας, με αποτέλεσμα η ίδια μετοχή να αποτιμάται στα 5000 δολάρια στις αρχές του 2005.
Όμως, σήμερα, η αξία εκείνης της μετοχής ξεπερνάει τις 280 χιλ. δολάρια.
Κάποιοι ίσως ισχυρισθούν ότι η Amazon δεν είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα καθώς υπάρχουν άλλες μετοχές που δεν τα πήγαν τόσο καλά.
Αυτό είναι σωστό.
Γι’ αυτό αναφερόμαστε στην πορεία του γενικού δείκτη μετοχών κάθε χρηματιστηρίου.
Μια ματιά στον δείκτη S&P 500 δείχνει πως βρισκόταν στις 1.255 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2005, για να πέσει κοντά στις 700 μονάδες το 2009 και να σκαρφαλώσει στις 2.750-2.900 μονάδες φέτος.
Οσοι πίστεψαν στη μακροπρόθεσμη ανοδική πορεία του S&P 500 βγήκαν κερδισμένοι.
Δεν ισχύει το ίδιο για τον γενικό δείκτη μετοχών του χρηματιστηρίου Αθηνών, που βρισκόταν στις 3.600 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2005.
Ο γενικός δείκτης ανέβηκε στις 5.250 μονάδες τον Οκτώβριο του 2007 και έπεσε στις 550 μονάδες τον Μάιο του 2012, για να ανέβει στις 1.350 μονάδες την Ανοιξη του 2014.
Από τότε ακολούθησε πτωτική πορεία, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σήμερα στις 620 μονάδες περίπου.
Είναι προφανές ότι η μεγάλη πλειοψηφία όσων επένδυσαν στο ελληνικό χρηματιστήριο χάνουν λεφτά αυτή την περίοδο.
Αυτός είναι ένας καλός λόγος για να μην επενδύσουν περισσότερα και ισχύει τόσο για άτομα όσο και θεσμικούς επενδυτές.
Ποιο ξένο θεσμικό χαρτοφυλάκιο θα πάει στην επενδυτική επιτροπή για να ζητήσει έγκριση να βάλει περισσότερα με τέτοια χασούρα;
Όμως, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια ισχυρή κεφαλαιαγορά, στην οποία θα μπορούν να προστρέχουν υγιείς επιχειρήσεις για να αντλούν κεφάλαια, ώστε να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξή τους.
Δυστυχώς, το ελληνικό χρηματιστήριο δεν μπορεί να βασισθεί σε μια ισχυρή εσωτερική ζήτηση, από τη στιγμή που δεν υπάρχει μεγάλη εγχώρια θεσμική βάση, π.χ. αμοιβαία κεφάλαια, επενδυτικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία κ.τ.λ.
Ούτε οι ξένοι θεσμικοί που έχουν επενδύσει εδώ θα πρέπει να είναι πολύ ευχαριστημένοι.
Αφενός, γιατί έχουν καταγράψει πιθανόν ζημίες και αφετέρου, γιατί ακούνε επανειλημμένα είτε το ίδιο στόρι, π.χ. για τις τράπεζες, είτε δεν ακούνε κάποιο νέο στόρι από άλλες εταιρείες.
Επιπλέον, μεγάλες εισηγμένες εταιρείες όπως η Τιτάν και η Τρία Εψιλον επιδιώκουν να εισαχθούν σε μεγαλύτερα χρηματιστήρια, ευελπιστώντας σε υψηλότερες αποτιμήσεις.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η Ελλάδα μαζί με την Κύπρο και τη Μάλτα μπορεί να είναι πλέον οι χώρες στην ευρωζώνη με τις πιο αδύναμες κεφαλαιαγορές.
Αυτό θα πρέπει να αλλάξει, αλλά για να συμβεί αυτό χρειάζεται εθνικό σχέδιο με χρονοδιάγραμμα.
Ένα τέτοιο σχέδιο θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει μέτρα για να προσελκύσει κι άλλες εταιρείες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και να γίνει πιο ελκυστικό στις ήδη εισηγμένες.
Επίσης, μέτρα για τη δημιουργία μιας ισχυρής εγχώριας θεσμικής βάσης και φυσικά την απαίτηση για εισαγωγή εταιρειών που ιδιωτικοποιούνται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.
Κάποιος θα μπορούσε να συμπεριλάβει πολλά ακόμη σ’ ένα τέτοιο σχέδιο, π.χ. καλύτερη εποπτεία.
Όμως, θα σταματήσουμε εδώ λόγω χώρου.
Η Ελλάδα χρειάζεται και μια ισχυρή κεφαλαιαγορά για να επιτύχει βιώσιμους, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στο μέλλον και δεν θα την έχει, αν δεν αποκτήσει σχέδιο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.