Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου το 1991 σηματοδότησε την επικράτηση της μιας από τις δυο υπερδυνάμεις της εποχής, των ΗΠΑ, επι της άλλης, της Σοβιετικής Ενωσης, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε ιδεολογικό επίπεδο.
Όμως, για κάποιους κύκλους στις ΗΠΑ, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σήμαινε επίσης το τέλος της ιστορίας.
Πρόκειται ασφαλώς για αυταπάτη.
Για κάποιους από αυτούς η διάδοση των αμερικανικών αξιών δεν ήταν και είναι απλώς αναγκαία. Είναι επιβεβλημένη γιατί, εκτός των άλλων, εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα.
Πρόκειται για μια μορφή ιδεολογικής σταυροφορίας που χρειάζεται ιδεολογικό αντίπαλο και το ριζοσπαστικό της το προσφέρει.
Ο τωρινός σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Τραμπ, ο Τζον Μπόλτον, ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία εκείνων που προσδιορίζονται ως νεοσυντηρητικοί.
Ανάμεσα στις προτεραιότητες τους είναι να περιορισθεί η επιρροή του Ιραν στη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Στο τελευταίο συμφωνούν κι άλλοι από το αμερικανικό κατεστημένο.
Κι επειδή οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να κάνουν πόλεμο με το Ιράν, χρησιμοποιούν το ντιλ για τα πυρηνικά που είχε διαπραγματευθεί η κυβέρνηση Ομπάμα για να περιορίσουν την δύναμη και την επιρροή του.
Όμως, το ντιλ για τα πυρηνικά υπογράφτηκε τότε γιατί οι μεν ΗΠΑ χρειάζονταν το Ιραν να πολεμήσει το Ισλαμικό Κράτος, το δε Ιραν ήθελε να συντρίψει το τελευταίο γιατί το έβλεπε ως υπαρξιακή απειλή εναντίον του καθότι αποτελείτο από σουνίτες.
Εκ του αποτελέσματος, το Ιράν κατάφερε κάτι που δεν είχε πετύχει στον 8ετή πόλεμο της δεκαετίας του 1980 εναντίον του Ιράκ όταν οι ΗΠΑ υποστήριζαν τον Σαντάμ Χουσείν.
Να ενισχύσει την επιρροή του στο Ιρακ, να ελέγχει την κυβέρνηση του Ασαντ στη Συρία, την Χεζμπολάχ στο Λίβανο και τους αντάρτες Χούτι στην Υεμένη, προκαλώντας την μήνη της Σαουδικής Αραβίας.
Επιβάλλοντας κυρώσεις και ακυρώνοντας το ντιλ για τα πυρηνικά, οι ΗΠΑ προσπαθούν να ασκήσουν την μέγιστη πίεση στον μετριοπαθή πρόεδρο Ρουχανί μέσω της οικονομίας.
Όμως, ρισκάρουν την ανατροπή των μετριοπαθών από τους σκληροπυρηνικούς, π.χ. επαναστατική φρουρά, μέσα στη χώρα σε μια περίοδο που υπάρχει λαϊκή δυσαρέσκεια καθώς οι τιμές βασικών ειδών έχουν ανέβει πολύ, π.χ. 30%-40%.
Ρισκάρουν επίσης την ενίσχυση των παραδοσιακών εχθρών του Ιραν στην περιοχή, δηλαδή της Ρωσίας, της Τουρκίας και των τζιχαντιστών σε περίπτωση επιθετικών κινήσεων και την ακόμη μεγαλύτερη προσέγγιση της Μόσχας με την Τεχεράνη.
Η Τουρκία αποτελεί την μεγαλύτερη απειλή για το Ιραν μακροπρόθεσμα.
Όμως, αυτή την περίοδο συνεργάζονται στο κουρδικό ζήτημα, γεγονός που ίσως εξηγεί την άρνηση της Αγκυρας να επιβάλλει κυρώσεις στο Ιράν, ακολουθώντας τις ΗΠΑ.
Και ίσως τις πιέσεις της Ουάσινγκτον στην Τουρκία με πρόσχημα την απελευθέρωση του αμερικανού πάστορα.
Πάντως, η Τουρκία θα πρέπει να αποφασίσει αν μπορεί να ζει με ένα Ιραν που θα είναι η μεγάλη περιφερειακή δύναμη ή θα επιδιώξει κι η ίδια να επεκτείνει την επιρροή της στην περιοχή, π.χ. στη Συρία.
Πρακτικά, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να επιδιώκουν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Αγκυρας και Τεχεράνης στην περιοχή.
Όμως, φαίνεται πως έχουν πρόβλημα να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα στη δημιουργίας της οποίας οι ίδιες συνέβαλαν, αφενός εισβάλλοντας στο Ιρακ και μετά αποχωρώντας και αφετέρου υποστηρίζοντας την Αραβική Ανοιξη στη Συρία.
Αν πάντως επρόκειτο να στοιχηματίσουμε σε κάτι, αυτό θα ήταν πως ο αμερικανός πρόεδρος και οι σύμβουλοί του, όποια κι αν είναι η ιδεολογία τους, θα επιδιώξουν μια νέα συμφωνία με το Ιράν.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.