H ανάπτυξη μιας χώρας σε μακρύ χρονικό ορίζοντα εξαρτάται από το ανθρώπινο και υλικό κεφάλαιο, το εργατικό δυναμικό και τη συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής.
Η τελευταία εξαρτάται από την υλοποίηση πολλών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ψηφιστεί. Δεν είναι λοιπόν σαφές, αν η αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας στην Ελλάδα θα υπερβεί το 1%, που είναι ο ιστορικός μέσος όρος στην ευρωζώνη.
Με δεδομένη τη γήρανση του ελληνικού πληθυσμού, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-64 ετών που εργάζονται ως προς το σύνολο εκτιμάται πως θα υποχωρήσει περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060.
Επιπλέον, το ποσοστό της ανεργίας αναμένεται πως θα υποχωρήσει σε μονοψήφιο νούμερο μετά από πολλά χρόνια. Το ΔΝΤ εκτιμά πως η συνεισφορά του εργατικού δυναμικού στη μακροχρόνια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα είναι αρνητική.
Από την άλλη πλευρά, το υλικό κεφάλαιο αναμένεται να έχει θετική συνεισφορά στην ανάπτυξη, λόγω της αναμενόμενης ανάκαμψης των επενδύσεων για αναπλήρωση αποθεμάτων και αντικατάσταση παλαιού εξοπλισμού.
Όμως, η θετική επίπτωση εκτιμάται πως θα είναι περιορισμένη καθώς οι πηγές χρηματοδότησης των επενδύσεων, π.χ. τράπεζες, εξωτερικός δανεισμός, δεν θα είναι μεγάλες, συγκρινόμενες με την προ κρίση περίοδο.
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη να υπάρξει αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων (FDI).
Πολλά έχουν γραφτεί για το θέμα και δεν θα θέλαμε να τα επαναλάβουμε, π.χ. μείωση φορολογικών συντελεστών, γραφειοκρατίας κ.τ.λ.
Ο βαθμός ευκολίας στο επιχειρείν είναι επίσης ένας ακόμη παράγοντας που επηρεάζει τον ρυθμό ανάπτυξης.
Η Ελλάδα έχει βελτιώσει αρκετά τη θέση της στην παγκόσμια κατάταξη με βάση τον δείκτη διευκόλυνσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας της Παγκόσμιας Τράπεζας την τελευταία 10ετία, αλλά παραμένει ουραγός στην περιφέρεια της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με έκθεση της Morgan Stanley για το 2018, η Ελλάδα βρέθηκε στην 67η θέση της γενικής κατάταξης της Παγκόσμιας Τράπεζας ανάμεσα σε 190 χώρες το 2018, από την 100ή θέση ανάμεσα σε 178 χώρες το 2008.
Βελτίωση εμφανίζουν επίσης άλλες χώρες της Ευρωζώνης, με την Πορτογαλία να καταλαμβάνει την 29η θέση ανάμεσα σε 190 χώρες στην πιο πρόσφατη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, από την 37η θέση το 2008.
Η Ισπανία βρέθηκε στην 28η θέση το 2018 από 38η το 2008 και η Ιταλία βελτιώθηκε στην 46η θέση από 53η το 2008.
Τι απουσιάζει;
Ενα επενδυτικό μενού, από το οποίο οι υποψήφιοι ξένοι επενδυτές θα μπορούσαν να επιλέξουν το πρότζεκτ που τους ενδιαφέρει.
Δεν είναι εύκολο. Είναι όμως εφικτό.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.