Στην Ελλάδα, υπάρχει η τάση να εξετάζουμε όλα σχεδόν τα θέματα μέσα από πολιτικές διόπτρες.
Πρότεινε κάτι η κυβέρνηση; Αν είμαστε φιλοκυβερνητικοί, θα προσπαθήσουμε να βρούμε κάποιο τρόπο να το επιδοκιμάσουμε ή τουλάχιστον να πούμε κάποιο καλό λόγο.
Αν είμαστε της αντιπολίτευσης, θα σπεύσουμε να το κατακεραυνώσουμε ή να βρούμε κάποια σημεία του για να το επικρίνουμε.
Και τούμπαλιν.
Σπανίως γεγονότα ή προτάσεις εξετάζονται με κυρίαρχο στοιχείο το τεχνοκρατικό.
Δεν συμβαίνει το ίδιο στη Βόρεια Ευρώπη ή τουλάχιστον δεν συμβαίνει στον ίδιο βαθμό.
Όμως, υπάρχει πλέον μια σημαντική αλλαγή στο πολιτικό τοπίο κι εκεί που καθιστά τη λήψη κάποιων αποφάσεων πιο πολιτική σε σχέση με το παρελθόν.
Αναφερόμαστε στην άνοδο των αποκαλούμενων λαϊκιστικών κομμάτων σε μια σειρά από χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας και της Ιταλίας.
Η ανωτέρω εξέλιξη είναι εμφανές ότι επηρεάζει θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος στο ευρωπαϊκό κέντρο αποφάσεων, που είναι το Βερολίνο.
Ο «κακός» Σόιμπλε μπορεί να έφυγε από το υπουργείο Οικονομικών, προκαλώντας ανακούφιση, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, στην Αθήνα κι αλλού.
Όμως, ο πιο μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης κ. Σολτς, εκτός από το στυλ, δεν έχει πολλά περιθώρια ελιγμών.
Ούτε ασφαλώς η καγκελάριος κ. Μέρκελ, από τη στιγμή που το λαϊκιστικό Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) είναι το 3ο μεγαλύτερο κόμμα στη χώρα.
Με τους χριστιανοκοινωνιστές του δικού της κόμματος να αισθάνονται την πίεση του AfD και να επιθυμούν την τήρηση πιο αυστηρής στάσης απέναντι στην Ελλάδα, η καγκελάριος θα έχει πιθανόν πρόβλημα αν επιχειρήσει να περάσει ένα πακέτο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, χωρίς τη σφραγίδα του ΔΝΤ.
Στο παρελθόν (δεύτερη αξιολόγηση), Βερολίνο και ΔΝΤ είχαν γεφυρώσει τις διαφορές τους αναφορικά με το ύψος του ελληνικού πρωτογενούς πλεονάσματος ως προς το ΑΕΠ, με την υιοθέτηση του δημοσιονομικού κόφτη που ποτέ δεν εφαρμόσθηκε.
Την προηγούμενη χρονιά (τρίτη αξιολόγηση), η καγκελάριος και η κ. Λαγκάρντ βρήκαν τη χρυσή τομή για τη συμμετοχή του ΔΝΤ ενόψει των γερμανικών εκλογών του Σεπτεμβρίου, με ένα νέο πρόγραμμα του Ταμείου με την Ελλάδα, που στηριζόταν σε μια πιο παλιά αρχή.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πρόγραμμα του ΔΝΤ παραμένει ανενεργό μέχρι στιγμής, χωρίς εκταμίευση χρημάτων, ενώ λήγει τον Αύγουστο.
Η κυβέρνηση στο Βερολίνο επιθυμεί να σταθεί η Ελλάδα στα πόδια της και να μη χρειασθεί να ξαναπάει στη Βουλή για να ζητήσει έγκριση για νέα δάνεια.
Για να συμβεί αυτό, η Ελλάδα χρειάζεται ένα πακέτο μέτρων που θα ελαφρύνει το δημόσιο χρέος της και θα το καταστήσει πιο ελκυστικό για αναχρηματοδότηση στα μάτια των αγορών.
Αυτό το πακέτο θα πρέπει να έχει τη σφραγίδα του ΔΝΤ, για να περάσει από τη γερμανική Βουλή καθώς το λαϊκίστικο AfD καραδοκεί και οι φιλελεύθεροι θα είναι πολύ αυστηροί.
Με άλλα λόγια, η ενισχυμένη παρουσία των λαϊκιστών στη Γερμανία αυξάνει τις πιθανότητες εμπλοκής του ΔΝΤ στη μεταμνημονιακή εποπτεία της ελληνικής οικονομίας, παρότι άλλα κέντρα αποφάσεων στην ΕΕ δεν το επιθυμούν.
Αν όντως η ηγεσία του ΔΝΤ επιθυμεί να συνεχίσει, όπως εικάζεται, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με το Βερολίνο.
Σ’ αυτά τα πλαίσια, ένα αναμορφωμένο «γαλλικό κλειδί» θα μπορούσε να συμβιβάσει τις διαφορές εκτιμήσεων μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων, για τον μελλοντικό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Κατά τα πρότυπα του δημοσιονομικού κόφτη παλαιότερα.
Όμως, πιθανόν αυτό δεν αρκεί. Ακόμη κι αν το ΔΝΤ περιορίσει τον χρονικό ορίζοντα της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους, π.χ. στο 2040.
Ποιος είπε ότι η άνοδος του λαϊκισμού στη Γερμανία κι αλλού δεν έχει τις συνέπειές της στο ελληνικό χρέος;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.