Πριν από αρκετό καιρό, ο Τζιάνι Ριότα, μέλος του European Council on Foreign Relations, είχε δηλώσει πως «η Ιταλία στείρωσε όλα τα ιστορικά κόμματα -Χριστιανοδημοκράτες, σοσιαλιστές και κομμουνιστές, ακόμη και νεοφασίστες- πριν από 25 χρόνια και αυτό φαινόταν τότε ως μια επανεκκίνηση».
Όμως, οι ψηφοφόροι εξέλεξαν τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι ως πρωθυπουργό το 1994, το 2001 και το 2008 και ουσιαστικά του έδωσαν το δικαίωμα του βέτο στο ασαφές αποτέλεσμα των εκλογών του 2013, τόνισε.
Δύο φορές ο Ρομάνο Πρόντι οδήγησε την κεντροαριστερά στην εξουσία το 1996 και το 2006, για να ηττηθεί από αριστερές διαμάχες. Ο τεχνοκράτης Μάριο Μόντι ήταν ο σωτήρας το 2011 αλλά αποχώρησε όταν πρότεινε δύσκολες μεταρρυθμίσεις. Ο Ενρίκο Λέτα φαινόταν η λογική λύση αλλά κράτησε λίγους μήνες, προτού ο Ματέο Ρέντσι αναλάβει τα ηνία.
Όμως, το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 2016 «τελείωσε» τον Ρέντσι από την πρωθυπουργία.
Θέλουν οι συμπατριώτες μου να σωθούν ή έχουν αποφασίσει ότι θα πάρουν μια πορεία κομψής, μελαγχολικής παρακμής; ρωτούσε ο κ. Ριότα.
Την Κυριακή, οι Ιταλοί ψηφοφόροι θα έχουν την ευκαιρία να ψηφίσουν ξανά, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν το μπλακάουτ να δίνουν την πρώτη θέση στο λαϊκίστικο Κόμμα των Πέντε Αστέρων.
Για μια οικονομία που υποχωρεί κάπου 7% από το 2010 παρά την ανάπτυξη των δύο τελευταίων ετών, με το δημόσιο χρέος πάνω από το 130% του ΑΕΠ, με το ποσοστό ανεργίας κοντά στο 11% και των νέων κάτω των 25 ετών να ξεπερνά το 30%, οι ανησυχίες δικαιολογούνται.
Πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης.
Θα περίμενε κανείς ότι οι αγορές θα ήταν πιο ανήσυχες για το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών της Κυριακής και τις συνέπειές του στη χώρα και την ΕΕ.
Όμως, εμφανίζονται αρκετά ψύχραιμες.
Αυτή τουλάχιστον είναι η εικόνα που εκπέμπει η αγορά ομολόγων, παρότι τα λαϊκίστικα κόμματα, όπως των Πέντε Αστέρων που φέρεται για πρώτο, ίσως τα πάνε αρκετά καλά με βάση τις δημοσκοπήσεις.
Η τιμή του 10ετούς ιταλικού κρατικού ομολόγου κέρδισε έδαφος χθες, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει η απόδοσή του κοντά στο 2,02% από 2,2% προχθές.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, η απόδοση είχε υποχωρήσει στο χαμηλό του 1,66% αλλά 12 μήνες πριν, τον Μάρτιο του 2017, είχε σκαρφαλώσει στο 2,54%.
Ακόμη πιο αποκαλυπτική είναι η διαδρομή του spread, δηλαδή η διαφορά που χωρίζει την απόδοση του 10ετούς ιταλικού από το αντίστοιχο γερμανικό.
Το ασφάλιστρο κινδύνου που ζητούν οι επενδυτές για να αγοράσουν το ιταλικό ομόλογο βρίσκεται στις 140 μονάδες βάσης. Ενα χρόνο περίπου πριν, το spread ήταν στις 210 μονάδες. Μία ποσοστιαία μονάδα ισούται με 100 μονάδες βάσης.
Αν το αποτέλεσμα και οι μετεκλογικές διεργασίες είναι τέτοιες που δικαιώσουν τη στάση των αγορών, η Αθήνα θα πρέπει να αναμένεται πως θα βάλει μπροστά συντόμως την επόμενη κίνηση στον δρόμο προς την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο.
Κοινώς, τη διοργάνωση της πρώτης δημοπρασίας 12μηνου έντοκου γραμματίου μετά από πολλά χρόνια.
Ο προφανής στόχος είναι να αποκτήσει άλλο ένα σημείο πάνω στην καμπύλη των επιτοκίων, που θα διευκολύνει την τιμολόγηση του 3ετούς ομολόγου όταν βγει.
Υπενθυμίζεται ότι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έχουν μιλήσει για δύο ακόμη εκδόσεις ομολόγων -ενός 3ετούς και ενός 10ετούς- μέχρι τον Αύγουστο του 2018, ώστε να συγκεντρωθεί κάποιο ποσό κοντά στα 9 δισ. ευρώ για το μαξιλάρι ρευστότητας.
Με δεδομένο ότι ο χρόνος είναι πολύτιμος, η Αθήνα θα πρέπει λογικά να το επιχειρήσει τις επόμενες δυο-τρεις εβδομάδες εντός του Μαρτίου.
Η διαδικασία της δημοπρασίας του 12μηνου έντοκου είναι ελέγξιμη, υπό την έννοια ότι το μέγεθος μπορεί να είναι σχετικά μικρό και ίσο ή μικρότερο από εκείνο κάποιου 3μηνου ή 6μηνου εντόκου που λήγει.
Μ’ αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται η επιτυχία του εγχειρήματος καθώς η έκδοση θα είναι σχετικά μικρή και θα μπορέσουν να συμμετάσχουν και ελληνικές τράπεζες, αφού είναι έντοκο.
Αν όμως το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών εκτιμηθεί πως οδηγεί σε πολιτική αστάθεια, οι αγορές θα αλλάξουν ίσως στάση και αυτό θα αποτυπωθεί στα ομόλογα, όπου οι πιο αδύναμοι κρίκοι, όπως η Ελλάδα, είναι οι πιο ευάλωτοι.
Σε πρώτη φάση, λοιπόν, το ιταλικό εκλογικό αποτέλεσμα θα έχει αντίκτυπο στην επόμενη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές και ειδικότερα στον σχεδιασμό για το 12μηνο έντοκο γραμμάτιο υπό ελεγχόμενες συνθήκες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.