Μετά το ξεπούλημα των δύο προηγούμενων ημερών στον απόηχο του Brexit, οι χρηματιστηριακές αγορές στην Ευρώπη αντέδρασαν ανοδικά χθες.
Επίσης, οι αποδόσεις των ομολόγων στην ευρωπεριφέρεια αποκλιμακώθηκαν και το πετρέλαιο κέρδισε έδαφος.
Ολοι σχεδόν αναμένουν ότι η αυξημένη μεταβλητότητα θα χαρακτηρίσει τις αγορές το επόμενο διάστημα και ίσως μήνες.
Η πορεία των αγορών είναι σημαντική, γιατί μπορεί να επηρεάσει τις επιδόσεις των πραγματικών οικονομιών τα επόμενα δύο χρόνια και ίσως περισσότερο, ενώ η Βρετανία και η ΕΕ θα συνομιλούν για το διαζύγιο και τη νέα εμπορική τους σχέση.
Οσο μεγαλύτερη είναι η αναταραχή και η πτώση των τιμών των κινητών αξιών, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αρνητική επίπτωση στην οικονομική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με έγγραφα της ΕΚΤ που επικαλείται το Bloomberg, οι αναλυτές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εκτιμούν ότι η επίπτωση θα είναι αρνητική και θα ανέλθει στο 0,5% του ΑΕΠ την επόμενη τριετία.
Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση.
Ο τουρισμός, οι εξαγωγές αγαθών προς τη Βρετανία και η πιθανή μείωση των διαθρωτικών κοινοτικών πόρων μετά τη διακοπή της βρετανικής συνεισφοράς στον κοινοτικό προϋπολογισμό θα την επηρεάσουν άμεσα.
Όμως, θα υπάρξουν κι έμμεσες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.
Αυτό θα συμβεί αν το Brexit οδηγήσει σε επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης ή ύφεση στις άλλες χώρες της ΕΕ που έχουν εμπορικούς και άλλους δεσμούς με την Ελλάδα.
Αυτή είναι η μία όψη από τις επιπτώσεις του Brexit στην ελληνική οικονομία.
Η άλλη όψη συνδέεται με το ενδεχόμενο μιας πιο ευνοϊκής στάσης των Ευρωπαίων εταίρων και δανειστών απέναντι στην Ελλάδα.
Η πρόσφατη τοποθέτηση της κ. Μέρκελ ότι στόχος είναι η διατήρηση της ενότητας των υπολοίπων 27 χωρών της ΕΕ δικαιολογεί κάποια αισιοδοξία.
Φυσικά, όλοι θα πρέπει να κρατήσουν τα προσχήματα και γι' αυτό δεν θα πρέπει να αναμένονται δημόσιες δηλώσεις περί χαμηλότερων δημοσιονομικών στόχων.
Αντίθετα, η επισήμανση της ανάγκης για εφαρμογή των συμφωνηθέντων θα συνεχίσει να κυριαρχεί στις δηλώσεις των κοινοτικών αξιωματούχων.
Δικαιολογημένα.
Από τη μια πλευρά, οι συζητήσεις με το ΔΝΤ για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους ακολουθούν και από την άλλη, δεν χρειάζεται να αλλάξει ο στόχος του 2016 αφού είναι χαμηλός.
Η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει καλύτερο αποτέλεσμα από τον στόχο για πλεόνασμα 0,50% του ΑΕΠ φέτος, με όλα αυτά τα μέτρα που έχουν ληφθεί.
Ούτε πρόκειται να αλλάξει η φρασεολογία τους μέχρι τη διεξαγωγή των εκλογών σε Γαλλία και Γερμανία το 2017.
Τα εκλογικά αποτελέσματα στις δύο χώρες-κλειδιά της ΕΕ και η πορεία των ελληνικών δημοσιονομικών το 2017 ίσως αλλάξουν τα δεδομένα και φέρουν αλλαγές στην πολιτική των δανειστών.
Όμως, οι αλλαγές δεν θα γίνουν ορατές πριν το 2018 και ίσως το 2019, όταν η Eurostat θα κληθεί να βεβαιώσει το ύψος του ελληνικού πλεονάσματος του 2017, με τον στόχο στο 1,75% του ΑΕΠ, κατά την άποψή μας.
Κοντολογίς, το Brexit μπορεί κάλλιστα να επιβαρύνει την ελληνική οικονομία την επόμενη διετία.
Όμως, από την άλλη πλευρά αναμένεται να οδηγήσει στην υιοθέτηση μιας πιο ήπιας στάσης από τους Ευρωπαίους πιστωτές μετά τις γαλλικές και γερμανικές εκλογές του 2107.
Ιδίως αν το δάνειο του ΔΝΤ προς την Ελλάδα αναληφθεί από τον ESM.
Ιδωμεν.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.