Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε πιάσει το νόημα.
Η πραγματική έξοδος από το μνημόνιο θα ερχόταν όταν η Ελλάδα έβγαινε στις αγορές και δανειζόταν από μόνη της με ελκυστικούς όρους σε μόνιμη βάση.
Σ' αυτή την περίπτωση δεν θα είχε ανάγκη την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Σ' ένα βαθμό το πέτυχε, αφού η Ελλάδα πούλησε 3ετή και 5ετή ομόλογα και άντλησε 5 δισ. ευρώ και πλέον μόλις δύο χρόνια μετά τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση δημοσίου χρέους στην ιστορία.
Το ελληνικό χρέος που αναδιαρθρώθηκε το 2012 ανήλθε σε 200 δισ. ευρώ και άνω, εκ των οποίων τα μισά περίπου «κουρεύτηκαν».
Όμως, η ίδια φρόντισε σε πρώτη φάση να βάλει τρικλοποδιά στον εαυτό της με τον κυβερνητικό ανασχηματισμό τον Ιούνιο του 2012, πριν δεχτεί το καίριο πολιτικό πλήγμα από τον κ. Τσίπρα μερικούς μήνες αργότερα.
Η έξοδος στις αγορές το 2014 «ευθύνεται» εν μέρει για το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις της νέας κυβέρνησης με τους δανειστές τράβηξαν ως τον Ιούνιο του 2015.
Κι αυτό γιατί η χώρα είχε δανεισθεί 5 δισ. και πλέον, πουλώντας ομόλογα το 2014, και ταυτόχρονα είχε δημιουργήσει μεγαλύτερα περιθώρια δανεισμού μέσω εντόκων, μέσω της ανταλλαγής εντόκων με ομόλογα, τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς.
Η σημερινή κυβέρνηση έχει επίσης κατανοήσει ότι η έξοδος στις αγορές συνεπάγεται πρακτικά το τέλος των μνημονίων και θέλει να είναι εκείνη που θα το πετύχει.
Όμως, για να φτάσουμε εκεί θα χρειαστεί όλη τη βοήθεια που μπορεί να λάβει από την ΕΚΤ -επαναφορά του waiver, αγορές ελληνικών ομολόγων...-, και την ΕΕ στο ζήτημα της διευθέτησης του χρέους.
Και φυσικά η ίδια θα πρέπει να είναι συνεπής στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων, κάτι που δεν θα είναι εύκολο με το παρόν κυβερνητικό σχήμα και τις επικρατούσες νοοτροπίες.
Πόσο μεγάλο είναι το εμπόδιο που θα πρέπει να υπερπηδήσει για να βγει στις αγορές;
Το 2014 έχει μια απάντηση.
Κι αυτό γιατί την περίοδο που η Ελλάδα βγήκε στις αγορές, η διαφορά (spread) που χώριζε την απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου από το αντίστοιχο πορτογαλικό ήταν τότε 200 μονάδες βάσης περίπου, ή 2 ποσοστιαίες μονάδες.
Ρίχνοντας μια ματιά στα χθεσινά στοιχεία διαπιστώσαμε ότι η επιτοκιακή διαφορά του 10ετούς ελληνικού ομολόγου από το αντίστοιχο πορτογαλικό ανερχόταν στις 417 μονάδες βάσης ή 4,17 μονάδες.
Με άλλα λόγια, η διαφορά θα πρέπει να συρρικνωθεί 217 μονάδες βάσης τουλάχιστον, για να φτάσει τα επίπεδα της Ανοιξης του 2014 που η Ελλάδα βγήκε στις αγορές.
Είναι αμφίβολο κατά πόσο η ΕΚΤ μπορεί να ωθήσει τόσο χαμηλά την απόδοση του 10ετούς ομολόγου με την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς, ώστε να κλείσει τόσο πολύ η ψαλίδα των αποδόσεων με την Πορτογαλία.
Αν όμως όλα εξελιχθούν ομαλά -κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος- και περάσει κάποιος χρόνος, οι πιθανότητες να περιορισθεί η επιτοκιακή διαφορά από την Πορτογαλία στο 10ετές ομόλογο στις 200 μονάδες βάσης ή λιγότερο θα αυξηθούν σημαντικά.
Σ' αυτή την περίπτωση, η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές θα γίνει εκ νέου πραγματικότητα.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.