Αν οι διαρροές από ελληνικής πλευράς είναι σωστές, τότε θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για ένα πακέτο μέτρων λιτότητας ύψους 5,4 δισ. ευρώ, που θα βασίζεται εν πολλοίς σε αυξήσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.Ως γνωστόν, στόχος των μέτρων είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ίσου με 3,5% του ΑΕΠ το 2018.
Όμως, το μίγμα των μέτρων γέρνει πολύ υπέρ των φόρων, σε τέτοιο βαθμό που δεν παρατηρήθηκε ούτε στο πρώτο μνημόνιο του 2010-2011.
Nα σημειώσουμε ότι πολλοί θεωρούν πως η αποτυχία του πρώτου μνημονίου αναφορικά με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων οφείλετο αφενός στον ορυμαγδό των μέτρων και αφετέρου στο μίγμα υπέρ των φόρων.
Σύμφωνα με τη συλλογιστική τους, η λιτότητα και η υπέρμετρη επιβάρυνση του ιδιωτικού τομέα έφεραν μεγαλύτερη ύφεση στην οικονομία, με αποτέλεσμα να μην πιαστούν οι φιλόδοξοι στόχοι για τα έσοδα.
Το αποτέλεσμα ήταν ακόμη περισσότεροι φόροι, π.χ. ο πρόδρομος του ΕΝΦΙΑ, για να καλυφθεί εν μέρει το τότε δημοσιονομικό χάσμα.
Φυσικά, άλλοι όπως ο κ. Σόιμπλε επιχειρηματολογούσαν υπέρ της άποψης ότι δεν ήταν η υπερβολική δόση λιτότητας αλλά η απροθυμία της Αθήνας να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις του προγράμματος.
Στην πραγματικότητα, τόσο η λιτότητα, όσο και το έλλειμμα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έπαιξαν ρόλο στην αποτυχία του πρώτου μνημονίου.
Αν σήμερα ακούσει κάποιος τους ξένους ηγέτες όπως η κ. Μέρκελ, ο κ. Ολάντ κ.τ.λ., θα προσέξει πως οι αναφορές στην πρώτη αξιολόγηση και στο ελληνικό πρόγραμμα έχουν ένα κοινό σημείο.
Τις μεταρρυθμίσεις.
Αντίθετα, η λέξη λιτότητα έχει σχεδόν εξαφανισθεί από το λεξιλόγιο. Τη θυμούνται μια στο τόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης και η κυβέρνηση όταν απευθύνεται σε φιλικά ακροατήρια.
Ως μεταρρύθμιση λογίζεται τόσο η απελευθέρωση μιας αγοράς, όσο και η σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας.
Όμως, είναι μεταρρύθμιση η παραγωγή υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων;
Μερικοί ίσως συμφωνήσουν, οι περισσότεροι πιθανόν θα διαφωνήσουν, αν και όλοι ίσως παραδεχθούν πως η δημοσιονομική προσαρμογή είναι απαραίτητη σε μια υπερχρεωμένη χώρα.
Η επιβολή επιπρόσθετων φόρων και εισφορών σε τέτοια έκθεση ίσως είναι συμβατή με την ιδεολογική τοποθέτηση μιας αριστερής κυβέρνησης που θέλει να διατηρήσει και να αυξήσει το επίπεδο των κρατικών δαπανών.
Πολύ περισσότερο αν θεωρεί, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, πως εκεί βρίσκεται ένας προνομιακός πολιτικός χώρος για την ίδια.
Όμως, τα ιδεολογικά και πολιτικά ζητήματα δεν μπορούν να καλύψουν μια πραγματικότητα.
Την άσχημη εμπειρία του πρώτου μνημονίου, που χαρακτηρίστηκε περισσότερο από αυξήσεις φόρων και λιγότερο τις περικοπές δαπανών.
Επιπλέον, τη μεταφορά περισσότερων πόρων από τον ασθμαίνοντα ιδιωτικό τομέα στο δημόσιο, που συνήθως δεν έχει θετικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Ακόμη, την αίσθηση ενός αυξανόμενου αριθμού πολιτών ότι πληρώνουν φόρους στο κράτος τζάμπα, αφού δεν απολαμβάνουν των αντίστοιχων παροχών και ικανοποιητικού επιπέδου δημόσιων υπηρεσιών.
Θα συμφωνήσουμε λοιπόν ότι η υψηλή φορολογία δεν συνιστά διαρθρωτική μεταρρύθμιση, ακόμη και αν μειώνει το έλλειμμα του προϋπολογισμού.
Ιδίως αν οι φόροι επιβάλλονται μετά από μια πενταετία λιτότητας, όπως στην Ελλάδα.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.