Η Ελλάδα διαθέτει το θλιβερό προνόμιο της κατάρρευσης των επενδύσεων, που υποχώρησαν κοντά στο 11,5% του ΑΕΠ πέρυσι, από 27% περίπου στο αποκορύφωμά τους το 2007.
Το ίδιο διάστημα, το ονομαστικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) υποχώρησε στα 171 δισ. ευρώ περίπου από 230 δισ. και πλέον το 2007.
Αναμφισβήτητα, η μείωση της ιδιωτικής και κρατικής κατανάλωσης συνέβαλαν προς την ίδια κατεύθυνση.
Αντίθετα, ο εξωτερικός τομέας πήγε κόντρα στο πτωτικό ρεύμα αφού βελτιώθηκε με μοχλό τον τουρισμό και τη συγκριτικά μεγαλύτερη πτώση των εισαγωγών ως προς το ΑΕΠ.
Με το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ουσιαστικά σταθερό και σχεδόν πλήρως χρηματοδοτούμενο από κοινοτικούς πόρους, η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων κρίνεται απαραίτητη για να ιβγε η οικονομία από το τέλμα.
Όμως, οι συνθήκες δεν είναι ιδανικές.
Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εφαλτήριο για την πραγματοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων προχωρά μετ' εμποδίων.
Το τραπεζικό σύστημα που παραδοσιακά χρηματοδοτεί σε σημαντικό βαθμό τέτοιες επενδύσεις δεν δείχνει έτοιμο για μεγάλα πράγματα, με τόσο μεγάλο όγκο προβληματικών δανείων παρά τη νέα ανακεφαλαιοποίηση στα τέλη του 2015.
Ισως δεν χρειάζεται κιόλας.
Τα ξένα private equity funds και άλλοι ξένοι επενδυτές επιζητούν διψήφια εσωτερική απόδοση (IRR) για να μπουν σε πρότζεκτς στην Ελλάδα, λόγω του υψηλού ρίσκου της χώρας.
Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί πόσο πιο δύσκολο είναι να συμφωνήσει π.χ. ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου ξενοδοχείου να μπει ο ξένος επενδυτής, όταν ο τελευταίος επιδιώκει απόδοση 10%-11% στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Πολύ περισσότερο όταν ο ιδιοκτήτης φοβάται πως η επιχείρηση μπορεί να χρειασθεί ξανά φρέσκα κεφάλαια το επόμενο 12μηνο-24μηνο και ο ξένος επενδυτής να τον εκτοπίσει, αποκτώντας τον μετοχικό έλεγχο με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου.
Για να μην πάμε σε πιο δύσκολες περιπτώσεις επιχειρήσεων που έχουν υψηλά χρέη.
Εκεί χρειάζεται η συνεργασία των τραπεζών, που θα πρέπει να αποδεχθούν ένα μεγάλο «κούρεμα» για να διευκολυνθεί η είσοδος των επενδυτών και να ολοκληρωθεί το ντιλ.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η απαιτούμενη εσωτερική απόδοση της επένδυσης προσδιορίζεται μεταξύ 14% και 16% με τα σημερινά δεδομένα, σύμφωνα με τα λεγόμενα ατόμου που εμπλέκεται στις συζητήσεις.
Φυσικά, η κατάσταση αναμένεται να βελτιωθεί, αν ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος διάσωσης.
Όμως, δεν είναι απλά θέμα αξιολόγησης. Λίγοι περιμένουν την ολοκλήρωσή της για να εκδηλώσουν έμπρακτο ενδιαφέρον για ντιλ, όπως τονίζουν.
Αλλοι παράγοντες όπως η πολιτική σταθερότητα και το προσφυγικό παίζουν επίσης ρόλο, όπως επισημαίνουν.
Ακόμη κι η αξιολόγηση θα τεθεί στο μικροσκόπιο, γιατί η οικονομία εκτιμούν πως θα πληγεί, αν η δημοσιονομική προσαρμογή στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στους φόρους.
Όμως, χωρίς νέα επιχειρηματικά ντιλ που στηρίζονται στη βελτίωση της ψυχολογίας αλλά και την ενισχύουν περαιτέρω, η οικονομία δεν μπορεί να πάει μακριά.
Είτε πρόκειται για εξαγορές και συγχωνεύσεις, είτε πρόκειται για χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων, είτε πρόκειται για πρότζεκτ ανάπτυξης, οι ξένοι ζητάνε υψηλή απόδοση για το ρίσκο που αναλαμβάνουν.
Ομως, όλα τα ντιλ χρειάζονται για να αλλάξει η κατάσταση προς το καλύτερο, να βελτιωθεί το κλίμα και να πάρει μπροστά η οικονομία.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.