Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να «διαβάσει» κανείς τη σημερινή κατάσταση στη χώρα.Ενας εξ αυτών είναι οι κεφαλαιαγορές.
Ολες οι συνεδριάσεις του Χρηματιστηρίου Αθηνών, από την αρχή της χρονιάς μέχρι χθες, ήταν πτωτικές εκτός από μία.
Οι ανησυχίες που υπάρχουν για αρκετά χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, με φόντο την κινεζική, εξηγούν εν μέρει την παρατεταμένη πτώση της ελληνικής αγοράς.
Όμως, δεν είναι μόνο αυτό.
Οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις όπως στο συνταξιοδοτικό, το δημοσιονομικό κενό, ο νέος νόμος για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και σε μικρότερο βαθμό το νέο ταμείο ιδιωτικοποιήσεων αυξάνουν τις πιθανότητες ενός νέου γύρου πολιτικής αβεβαιότητας.
Είναι κάτι που είχε επισημάνει σωστά η S&P σε έκθεσή της τον προηγούμενο μήνα.
Αποθαρρυντική είναι επίσης η εικόνα από την αγορά ελληνικών ομολόγων, που είναι μεν ρηχή αλλά κυριαρχείται από επαγγελματίες.
Κατ' αρχάς η καμπύλη των αποδόσεων είναι πάλι αντεστραμμένη, με τις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις να είναι υψηλότερες από τις μεσομακροπρόθεσμες, γεγονός που υποδηλώνει αυξημένο κίνδυνο αθέτησης πληρωμών από την Ελλάδα.
Χθες, η απόδοση του 2ετούς ομολόγου ξεπέρασε το 10%, ένα επίπεδο στο οποίο είχε βρεθεί τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Μόλις ένα μήνα πριν, η απόδοση του 2ετούς ομολόγου βρισκόταν στο 7,62%.
Επίσης, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου διαμορφώθηκε στο 9,17% χθες έναντι 8,22% ένα μήνα πριν.
Με άλλα λόγια, τα σημάδια από τις αγορές για την ελληνική οικονομία δεν είναι καλά.
Η Ελλάδα έχει μεν μικρότερες χρηματοδοτικές ανάγκες σε σχέση με το 2015, αλλά δεν είναι αμελητέες.
Μόνο για τόκους θα πρέπει να καταβάλει κοντά στα 6 δισ. ευρώ το 2016, εκ των οποίων γύρω στα 3,8 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ.
Οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες για τη χρονιά εκτιμώνται σε 13,7 δισ. ευρώ έναντι υπερδιπλάσιων πέρυσι.
Η ομαλή χρηματοδότηση των αναγκών προϋποθέτει ομαλές οικονομικές και πολιτικές συνθήκες.
Ολοι αναγνωρίζουν ότι η υλοποίηση του τρίτου προγράμματος είναι κρίσιμη για το τραπεζικό σύστημα, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και εν κατακλείδι τη σταθεροποίηση της οικονομίας.
Όμως, η ψήφιση του ασφαλιστικού και άλλων νομοσχεδίων θα δοκιμάσει τις αντοχές της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Οσο μάλιστα τραβάνε οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και εκδηλώνεται η δυσαρέσκεια διαφόρων επαγγελματικών ομάδων, τόσο πιο δύσκολη υπόθεση θα γίνεται.
Παρ' όλα αυτά η κυβέρνηση δεν έχει άλλη επιλογή.
Αν κάνει πίσω στην υλοποίηση του προγράμματος, θα κοπεί πλήρως η χρηματοδότηση και θα καταρρεύσει σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Θα πρέπει λοιπόν να προχωρήσει μπροστά, για να κρατηθεί στην εξουσία.
Ως εκ τούτου δεν έχει άλλη πραγματική επιλογή από τον χειρισμό του θέματος επικοινωνιακά, επιμερίζοντας τις πολιτικές ευθύνες για το ασφαλιστικό στα άλλα κόμματα και κυρίως στη ΝΔ, που είναι ο βασικός αντίπαλός της.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προσπαθήσει λογικά μέσω πολιτικών επαφών να περιορίσει τις απαιτήσεις των θεσμών, π.χ. στο δημοσιονομικό και το συνταξιοδοτικό.
Η στάση και η τακτική του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι κλειδί για την επιτυχία της στο πρώτο θέμα και του ΔΝΤ με τον κ. Σόιμπλε στο δεύτερο.
Το μόνο βέβαιο είναι πως αυτή τη φορά δεν παίζει μόνη της και οι αγορές το γνωρίζουν.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.